Ἁγίου
Ἰγνατίου
Μπριαντσανίνωφ
Ψυχή:
Θλίψη
ἀνυπόφορη
αἰσθάνομαι.
Πουθενά
δέν
βρίσκω
χαρά
καί
παρηγοριά,
οὔτε
μέσα
μου
οὔτε
γύρω
μου.
Δέν
μπορῶ
νά
βλέπω
συνέχεια
στόν
κόσμο
τήν
πλάνη,
τήν
ἀπάτη,
τήν
ψυχοκτονία.
Τό
ἀφηρημένο
κοίταγμα
τοῦ
κόσμου,
οἱ
λίγες
ἀπρόσεκτες
ματιές
στούς
πειρασμούς
του
καί
ἡ
παιδιάστικη,
ἀπό
ἔλλειψη
πείρας,
ἐμπιστοσύνη
μου
σ᾿
αὐτόν
τράβηξαν
ἐπάνω
μου
τά
φαρμακερά
του
βέλη,
πού
μέ
γέμισαν
θανάσιμες
πληγές.
Γιατί
νά
κοιτάζω
τόν
κόσμο;
Γιατί
νά
τόν
περιεργάζομαι,
γιατί
νά
μαθαίνω
κάθε
λεπτομέρειά
του,
γιατί
νά
ἀφοσιώνομαι
σ᾿
αὐτόν,
ἀφοῦ
εἶμαι
μιά
φευγαλέα
σελίδα
στό
πελώριο
βιβλίο
του;
Ὁπωσδήποτε
θά
τόν
ἀφήσω
κάποτε,
μόνο
πού
δέν
γνωρίζω
τό
πότε.
Κάθε
μέρα
καί
κάθε
ὥρα
πρέπει
νά
εἶμαι
ἕτοιμη
γιά
τή
μετάβασή
μου
στήν
αἰωνιότητα.
Ὅσο
κι
ἄν
παραταθεῖ
ἡ
περιπλάνησή
μου
στήν
ἔρημο
τοῦ
κόσμου
τούτου,
αὐτή
δέν
εἶναι
τίποτα
μπροστά
στήν
ἀτέλειωτη
αἰωνιότητα,
ὅπου
δέν
ὑπάρχει
διαφορά
ἀνάμεσα
στίς
ὧρες,
τίς
μέρες,
τά
χρόνια
καί
τίς
ἑκατονταετίες.






