Σελίδες

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020

Ἐκκλησία καί ὑπακοή. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


Φιλοκαλικές μελέτες

Ἡ ὑπακοή στίς θεῖες ἐντολές ἐξασφαλίζει τήν παραμονή τοῦ πιστοῦ στήν Ἐκκλησία. Ὁ ἑωσφόρος καί οἱ ἀκόλουθοί του ἐξ αἰτίας τῆς ὑπερηφανείας καί οἰήσεως τους παρήκουσαν τά θεῖα προστάγματα καί ἐξέπεσαν τῆς κοινωνίας πού εἶχαν μέ τόν Θεό στήν «ἀρχέγονη» Ἐκκλησία, τήν Ἐκκλησία πού ἀποτελοῦσαν ἡ Ἁγία Τριάς καί ὅλοι οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι. 
Οἱ Πρωτόπλαστοι ἀκολουθώντας τήν διαβολική συμβουλή, παρήκουσαν καί αὐτοί τό θεῖο πρόσταγμα καί ἔχασαν τήν μετά τοῦ Θεοῦ κοινωνία. Ἐξέπεσαν ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τῶν ἁγίων Ἀγγέλων. 
«Θά μπορέσομε», παρατηροῦν οἱ ἅγιοι Κάλλιστος καί Ἰγνάτιος οἱ Ξανθόπουλοι, «νά μάθομε καί νά διακρίνομε μέ τήν πείρα, ἄν βέβαια κοιτάξομε πρός τά ἄνω καί ἐξετάσομε, ποιό εἶναι τό αἴτιο τῆς συντριβῆς καί τῆς θνητότητάς μας, ἐνῶ δέ δημιουργηθήκαμε ἔτσι ἐξαρχῆς· καί ποιό εἶναι πάλι τό αἴτιο τῆς ἀνακαινίσεώς μας καί τῆς ἀθανασίας. Βλέπομε, λοιπόν, ὅτι τό πρῶτο, δηλαδή τή φθορά, τήν προξένησε ἡ πίστη τοῦ πρώτου Ἀδάμ στόν ἑαυτό του, ἡ ἰδιορρυθμία του, ἡ ἀνυπακοή του, ἀπό τά ὁποῖα προῆλθε ἡ ἀθέτηση καί ἡ παράβαση τῆς θείας ἐντολῆς. Τό δεύτερο (δηλαδή τήν ἀνακαίνισή μας καί ἀθανασία) τό πέτυχε γιά μᾶς ἡ κοινή βούληση καί ὑποταγή πρός τόν Πατέρα Του, τοῦ δεύτερου Ἀδάμ, τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπό τά ὁποῖα προῆλθε ἡ τήρηση τῆς πατρικῆς ἐντολῆς. Γιατί, ὅπως εἶπε ὁ Σωτήρας: «Ἐγώ δέν δίδαξα ἀπό μόνος μου, ἀλλά ὁ Πατέρας πού μέ ἔστειλε, ἐκεῖνος μοῦ ἔδωσε ἐντολή τί νά πῶ καί τί νά κηρύξω. Καί ξέρω πώς ἡ ἐντολή Του ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ζωή. Ὅ,τι λοιπόν κηρύττω, τό κηρύττω ὅπως μοῦ τό ἔχει πεῖ ὁ Πατέρας»[1] »[2]. 
Ἡ ὑπακοή, πού συμβαδίζει μέ τήν ἀποβολή τῆς οἴησης, τῆς ὑπερηφάνειας καί τῆς ἰδιορρυθμίας ἐξασφαλίζει τήν παραμονή τοῦ πιστοῦ στήν Ἐκκλησία. Ἀντίθετα ἡ παρακοή μέ τήν συνοδεύουσα αὐτή ἔπαρση, αὐτοπεποίθηση καί αὐθάδεια προκαλεῖ τήν ἀποκοπή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν Ἐκκλησία.