«Τά ψυχολογικά προβλήματα»
Καλή καί εὐλογημένη χρονιά νά
ἔχουμε μέ τήν Χάρη τοῦ Κυρίου καί ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, νά εἶναι
καί θεάρεστη. Τό σημαντικό αὐτό εἶναι νά ἀξιοποιοῦμε τόν χρόνο πού μᾶς
δίνει ὁ Θεός καί ἀξιοποίηση σωστή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν χρησιμοποίηση
τοῦ χρόνου στό ἔργο τῆς μετανοίας. Ὅπως γνωρίζουμε τό κήρυγμα τοῦ Ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ἦταν: «μετανοεῖτε· ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν
οὐρανῶν» (Ματθ. 3,2). Καί ὁ Χριστός μας ὅμως μέ τό ἴδιο κήρυγμα ἄρχισε:
«μετανοεῖτε» (Ματθ. 4,17). Εἶναι ἕνα πολύ σπουδαῖο στοιχεῖο αὐτό καί
ἔχει νά μᾶς πεῖ πολλά. Ἄν χρειαζόταν νά μᾶς πεῖ κάτι ἄλλο, θά μᾶς τό
ἔλεγε ὁ Χριστός μας ἀλλά τό πρῶτο πού χρειαζόμαστε εἶναι ἡ μετάνοια. Καί
ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἔλεγε: «νά εὔχεστε νά μοῦ δίνει ὁ Θεός καλή μετάνοια»,
πού σημαίνει ὅτι καί ἅγιος νά εἶσαι καί πολύ προοδευμένος πνευματικά
πάλι χρειάζεσαι τήν μετάνοια. Γιατί ἡ μετάνοια δέν ἔχει τέλος, ἔχει ἕνα
ἄπειρο βάθος, ὅπως καί κάθε ἀρετή.
Σήμερα μάλιστα πού οἱ ἄνθρωποι
πάσχουν πολύ ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἀπό τά ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας πού
εἶναι τά διάφορα ψυχολογικά προβλήματα καί ψυχικά νοσήματα καί τελικά
ἀπό τόν ψυχικό θάνατο πού πολλές φορές ὁδηγεῖ καί στόν σωματικό θάνατο
καί σέ αὐτοκτονίες κ.λ.π., χρειάζεται πολύ περισσότερο νά ἐμβαθύνουμε σ’
αὐτό τό ἔργο τῆς μετανοίας.
Σχολιάζουμε
λοιπόν κατά δύναμην αὐτά πού ἔχει πεῖ ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ἕνας σύγχρονος
ἄνθρωπος, μεγάλος Πνευματικός, ἐξομολόγος πολλά χρόνια, μέ πολλή πείρα,
μέ πολύ βαθιά γνώση τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ἀλλά κυρίως καί πάνω ἀπ’ ὅλα
μέ τήν Χάρη πού εἶχε ἀπό τόν Θεό καί διάβαζε ἀκόμα καί τίς ψυχές καί
ἔλεγε καί τίς ἁμαρτίες πού εἶχε κανείς γραμμένες στό χαρτί ὅταν πήγαινε
νά ἐξομολογηθεῖ. Νά σᾶς πῶ ἕνα ἀνέκδοτο χαριτωμένο. Πήγαιναν μερικοί μέ
τό χαρτάκι, ὅπως πᾶμε κι ἐμεῖς, καί πρίν ἀρχίσουν, τούς ἔλεγε «κοίταξε,
τό 1, τό 3, τό 5, τό 8, δέν εἶναι ἀμαρτία, μήν μοῦ τά πεῖς». Τόσο μεγάλο
χάρισμα εἶχε! Γι’ αὐτό ἀξίζει νά ἐμβαθύνουμε λίγο σ’ αὐτά πού ἔλεγε,
διότι, ὅπως ὁ ἴδιος τόνιζε, ἡ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγηση εἶναι κάτι πού
ὄχι ἁπλῶς ἀφαιρεῖ τήν ἐνοχή ἀπό τήν ψυχή μας, ἀλλά μᾶς θεραπεύει κιόλας
τήν ψυχή.
Μιλοῦσε πολύ γιά αὐτά τά λεγόμενα
«ψυχολογικά» προβλήματα καί τήν κατάθλιψη πού ἔχουν κατακλύσει καί τήν
ἐποχή μας. Ἕλεγε «μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ξέρω πολλά γύρω ἀπό αὐτό τό
θέμα». Δέν τό ἔλεγε μέ ὑπερηφάνεια, ταπεινά τό ἔλεγε. Εἶχε πολλή πείρα
ἀπό αὐτά καί συνιστοῦσε διάφορα πράγματα, ἀλλά πάνω ἀπό ὅλα, ἔλεγε,
χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος νά ἐξομολογεῖται, νά μετανοεῖ καί νά προσπαθεῖ νά
ἀγαπήσει τόν Θεό. Ὁ Θεῖος ἔρωτας -ἔτσι τό ἔλεγε- ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό
δηλαδή, εἶναι αὐτή πού θεραπεύει τήν ψυχή. Κι αὐτό βέβαια μήν νομίζετε
ὅτι εἶναι δικό του. Εἶναι κάτι πού μᾶς λέει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τήν
Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα ἡ πρώτη ἐντολή πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός εἶναι νά Τόν
ἀγαπήσουμε: «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί
ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς δυνάμεώς σου» (Δευτ. 6,5).
Οἱ ἐντολές δέν εἶναι τίποτα ἄλλο
παρά οἱ ὁδηγίες χρήσεως τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μας. Πολλοί ἄνθρωποι,
γιά παράδειγμα, ζοῦν καί προσπαθοῦν νά γίνουν εὐτυχισμένοι χωρίς τόν Θεό
καί λέει λ.χ. μία κοπέλα «νά βρῶ ἕναν καλό νέο νά κάνω μιά καλή
οἰκογένεια καί θά εἶμαι εὐτυχισμένη». Ἄν ὅμως μέσα στήν οἰκογένεια αὐτή
δέν ὑπάρχει ὁ Χριστός ὡς κέντρο, ἀλλά τό κέντρο εἶναι ὁ σύζυγος ἤ τά
παιδιά ἤ ὁ ἑαυτός μας ἤ ἔστω ἡ οἰκογένειά μας, σίγουρα δέν θά εἶναι
εὐτυχισμένοι. Αὐτό εἶναι νόμος. Διότι ξέρουμε ὅτι ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη -αὐτό
δέν ἐννοοῦμε ὅταν λέμε εὐτυχία;- ὅλα αὐτά μᾶς λέει τό Εὐαγγέλιο ὅτι
εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δηλαδή πηγάζουν ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί
ὄχι ἀπό ἀνθρώπους. Ὅσο καλός κι ἄν εἶναι ὁ σύζυγος, ποτέ δέν θά κάνει
εὐτυχισμένη τήν γυναῖκα του. Ἐκεῖνο πού θά κάνει εὐτυχισμένο τόν
ὁποιοδήποτε ἄνθρωπο εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
Ἑπομένως τό ζητούμενο σέ μᾶς εἶναι νά ἔχουμε ἕνα σωστό κριτήριο γιά τήν
ζωή μας κι αὐτό τό κριτήριο ἤ αὐτό τό κλειδί πού θά μποροῦμε νά κρίνουμε
καί τόν ἑαυτό μας καί τίς πράξεις μας καί νά ξέρουμε ὅτι βαδίζουμε
σωστά ἤ δέν βαδίζουμε σωστά, εἶναι ὁ τέλειος ἄνθρωπος.
– Ποιός εἶναι ὁ τέλειος ἄνθρωπος;
Ὄχι αὐτός πού φανταζόμαστε ἐμεῖς,
ὅπως τόν ἔχουμε φτιάξει μέσα μας. Ὁ τέλειος ἄνθρωπος εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ
τέλειος Θεός καί ἄνθρωπος. Ὁ Χριστός μας ὅ,τι ἔκανε, τό ἔκανε γιά μᾶς. Ἡ
ζωή Του δηλαδή εἶναι πρότυπο γιά τήν δική μας ζωή. Ὁπότε, ὅ,τι εἶπε ὁ
Χριστός καί ὅ,τι ἔκανε ὁ Χριστός, εἶναι τά κριτήρια γιά νά φτάσουμε κι
ἐμεῖς νά ἔχουμε τόν Χριστό μέσα μας καί νά νιώθουμε χαρά καί
μακαριότητα, αὐτό πού λέμε εὐτυχία. Μόνο ἄν τηροῦμε αὐτά πού λέει ὁ
Χριστός καί ζοῦμε ὅπως λέει ὁ Χριστός, θά γίνουμε εὐτυχισμένοι.
Ἔλεγε λοιπόν ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὅτι:
«ὅταν κανείς ἀγαπήσει τόν Χριστό, τότε φεύγουν ὅλα τά ψυχολογικά.
Φεύγουν ὅλες οἱ ἀνασφάλειες, ὅλες οἱ φοβίες, ὅλα τά ἄγχη καί δέν
χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος νά παίρνει χάπια καί νά τρέχει στούς ψυχολόγους
καί στούς ψυχιάτρους», οἱ ὁποῖοι μάλιστα κηρύττουν ἕνα «ἀντι-εὐαγγέλιο».
Αὐτά πού λένε εἶναι πράγματα πού εἶναι ἀντίθετα μέ τό Εὐαγγέλιο. Νά σᾶς
πῶ ἕνα παράδειγμα πού ἔχω ἀκούσει ἀπό ψυχολόγο. Μία βασική τους ἀρχή
εἶναι: νά ἀγαπήσεις τόν ἑαυτό σου καί ἅμα ἀγαπήσεις τόν ἑαυτό σου, θά
εἶσαι εὐτυχισμένος. Ἔχετε δεῖ πουθενά στό Εὐαγγέλιο νά λέει ὁ Χριστός
αὐτό τό πράγμα; Ὄχι, ἀλλά πολλά πράγματα τά δεχόμαστε, ὅπως μᾶς τά
σερβίρουν καί τά θεωροῦμε σωστά γιατί δέν ἔχουμε τό κριτήριο. Ἄν ὅλα τά
περνᾶμε μέσα ἀπό τόν Χριστό, μέ κριτήριο τόν Χριστό καί ψάχνουμε νά
δοῦμε ἄν αὐτό πού λέει ὁ τάδε ψυχολόγος, ὁ μεγάλος τάχατες ἐπιστήμονας,
τό λέει καί ὁ Χριστός, θά δοῦμε ὅτι -κατά κανόνα- δέν τό λέει. Ὁ Χριστός
στό συγκεκριμένο λέει τό ἀντίθετο! Ξέρετε τί λέει; Νά μισήσεις τόν
ἑαυτό σου! «Ἐάν κανείς ἔρχεται πρός ἐμέ καί δέν μισεῖ τόν πατέρα του καί
τήν μητέρα καί τήν γυναῖκα, ἀκόμη καί τήν ψυχή του, δέν μπορεῖ νά εἶναι
μαθητής μου» (Λουκ. 14,26). Γι’ αὐτό μιλᾶμε γιά ἀντι-εὐαγγέλιο.
Δέν πρέπει λοιπόν νά ἐμπιστευόμαστε
αὐτά πού μᾶς λένε, ἀκόμα κι ἄν φαίνονται ἤ ἄν τούς διαφημίζουν γιά
μεγάλους ἐπιστήμονες. Οὔτε αὐτά πού ἐπικρατοῦν γενικῶς στόν κόσμο νά
ἀκολουθοῦμε. Γιατί κι αὐτά πού λέει ὁ κόσμος 99% εἶναι ἀντίθετα μέ αὐτά
πού λέει ὁ Χριστός. Νά ποῦμε πάλι ἕνα παράδειγμα. Ἐγώ ἀπό μικρός ἄκουγα
ἀπό τό περιβάλλον μου ὅτι σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά κάνει μιά καλή
οἰκογένεια. Ὅτι ὁ ἄνθρωπος δηλαδή εἶναι ἐπιτυχημένος ἅμα κάνει
οἰκογένεια. Διαβάζοντας ὅμως τό Εὐαγγέλιο, δέν εἶδα πουθενά νά λέει αὐτό
τό πράγμα ὁ Χριστός.
– Ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου;
Ὁ Χριστός μας λέει ὅτι σκοπός τῆς
ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά γίνει θεός. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός μας. Νά
μοιάσουμε στόν Χριστό, νά γίνουμε ὅπως ὁ Χριστός, ὄχι νά κάνουμε μιά
καλή οἰκογένεια. Τά λέμε αὐτά γιά νά καταλάβουμε πόσο ἀνάποδα εἶναι τά
πράγματα καί στόν κόσμο καί στήν λεγόμενη ̔ἐπιστήμη ̓ καί μία κοπέλα πού
δέν παντρεύτηκε -ἤ ἕνας νέος- ζοῦν μέσα στό ἄγχος καί αἰσθάνονται
ἀποτυχημένοι. Ὁ γάμος εἶναι ἐπιτυχία; Καί μία πού παντρεύτηκε καί
χώρισε, τί ἐπιτυχία ἔχουν; Ἤ ἀκόμα χειρότερα αὐτοί πού κάνουν τίς
παράνομες σχέσεις; Γι’ αὐτό, αὐτά πού μᾶς λένε πρέπει νά τά φιλτράρουμε.
Καί ὁ λόγος τῶν ἁγίων ἔχει σημασία, γιατί οἱ ἅγιοι ἔχουν ζήσει τό
Εὐαγγέλιο καί αὐτό πού μᾶς λένε τό ἔχουν περάσει μέσα ἀπό τό φίλτρο αὐτό
πού εἴπαμε, τόν Χριστό, καί ἔχουν ἀλάνθαστα κριτήρια, γι’ αὐτό καί ὁ
λόγος τους μᾶς θεραπεύει τήν ψυχή.
«Ὅταν ἐξομολογεῖσαι ὁ Πνευματικός
πού σ’ ἀκούει κάνει προσευχή καί ἐκπέμπει ἀκτίνες πού θεραπεύουν τήν
ψυχή σου». Τό ἔβλεπε αὐτό ὁ Ἅγιος. Ἔβλεπε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἔβγαινε
ἀπό τήν καρδιά του καί πήγαινε στήν ψυχή τοῦ ἐξομολογουμένου καί
θεράπευε τίς πληγές, οἱ ὁποῖες μπορεῖ νά ἦταν καί ἀπό τήν βρεφική του
ἡλικία καί ἀπό τήν ἐμβρυϊκή του
ἀκόμα ζωή. Νά εἶχε τραύματα δηλαδή ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάνας του, τά
ὁποῖα μένουν ὡς κατάλοιπα στή ζωή καί μπορεῖ νά σπρώχνουν τόν ἄνθρωπο σέ
συμπεριφορές πού δέν θέλει. Ἔλεγε ἕνα παράδειγμα ὁ Γέροντας: Μπορεῖ νά
ἔχεις μία λαιμαργία, νά θέλεις συνέχεια νά τρῶς καί νά θέλεις νά τό
ξεπεράσεις ἀλλά νά μήν μπορεῖς. Καί αὐτό νά ὀφείλεται σέ μιά ἔλλειψη
ἀγάπης πού εἶχες στήν βρεφική σου ἡλικία ἀπό τήν μητέρα σου. Δέν πῆρες
τήν ἀγάπη πού προσδοκοῦσες καί σοῦ ἔχει μείνει ἕνα τραῦμα. Ὅλα αὐτά τά
τραύματα, λέει, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐξομολογεῖται καί λέει ὅλη του τήν ζωή
καί τά περιστατικά πού τόν σημάδεψαν, θεραπεύονται. Γι’ αὐτό συνιστοῦσε
μία γενική ἐξομολόγηση καί τήν ὀνόμαζε «θεία ψυχανάλυση» στόν ἀντίποδα
τῆς ἀνθρώπινης ψυχανάλυσης, ἡ ὁποία κάνει μεγάλη ζημιά στόν ἄνθρωπο.
Ποτέ μήν κάνετε ψυχανάλυση καί μήν
παρασυρθεῖτε ἀπό ψυχολόγους καί ψυχιάτρους. Ἡ θεία ψυχανάλυση εἶναι ἡ
γενική ἐξομολόγηση καί μ’ αὐτή τήν ψυχανάλυση δέν ἀνακινεῖς ἁπλῶς τόν
βοῦρκο, ὅπως κάνουν οἱ ψυχολόγοι, τό ὁποῖο δέν ἔχει κανένα ἀποτέλεσμα.
Ἴσα-ἴσα ἀνακατεύοντας τόν βοῦρκο βγαίνουν καί πιό πολλές βρωμιές καί πιό
πολλές δυσωδίες, ὅπως ὅταν ἀνακατέψουμε ἕναν βάλτο ἤ ὅταν ἀνακατέψουμε
τίς ἀκαθαρσίες πιό πολύ βρωμᾶνε. Τό θέμα εἶναι πῶς θά φύγει ἀπό τήν ψυχή
ἡ βρωμιά καί αὐτό γίνεται μόνο διά τοῦ Χριστοῦ. Δέν γίνεται διά τοῦ
ψυχολόγου, διά τοῦ ψυχιάτρου, διαμέσου μιᾶς ἀνθρώπινης διαδικασίας, ὅσο
κι ἄν μᾶς τήν παρουσιάζουν ὡς δῆθεν ἐπιστήμη. Ἐν παρενθέσει σᾶς λέω ὅτι ὁ
Γιούνγκ, ὁ Φρόυντ καί ὅλοι αὐτοί πού προώθησαν τήν ψυχανάλυση εἶχαν
σχέση μέ ἀποκρυφισμό. Δηλαδή μέ μαγεία, μέ μέντιουμ καί τέτοια πράγματα,
μέ διαβολικά πράγματα. Γι’ αὐτό καί κηρύττουν, ὅπως σᾶς εἶπα, ἕνα
«ἀντι-εὐαγγέλιο»: ἀντί νά ἀγαπᾶς τόν Θεό καί τόν πλησίον, νά ἀγαπᾶς τόν
ἑαυτό σου καί θά εἶσαι εὐτυχισμένος. Τά ἀκοῦμε κι ἐμεῖς καί τά χάφτουμε.
Καί δυστυχῶς αὐτά τά προσλαμβάνουν καί τά προσφέρουν καί σταθμοί τῆς
Ἐκκλησίας μερικές φορές γιατί ὑπάρχει σύγχυση ἀκόμα καί μέσα στούς
ἱερεῖς καί στούς ἀρχιερεῖς. Δέν προσβάλλουμε κανέναν, οὔτε μιλᾶμε
συγκεκριμένα, ἀλλά ἔχουμε πολύ μπερδευτεῖ καί πολύ ἐκκοσμικευτεῖ.
Ἑπομένως, ἔλεγε ὁ Ἅγιος ὅτι, ὅταν ὁ
ἄνθρωπος δέν προσπαθεῖ νά ἀγαπήσει τόν Θεό, δέν ἀσχολεῖται σωστά καί
ζωντανά μέ τήν πίστη. Λένε πολλοί στίς μέρες μας ὅτι πιστεύουν στόν Θεό
καί δέν πᾶνε Ἐκκλησία, δέν ἐξομολογοῦνται καί εἶναι γεμάτοι μέ ἄγχος καί
ψυχολογικά. Στούς ψυχολόγους ὅμως καί στούς ψυχιάτρους πᾶνε. Κατά τά
ἄλλα πιστεύουν… Θά σᾶς ἀποδείξω λοιπόν ὅτι δέν πιστεύουν. Γιά
παράδειγμα, ἐγώ τώρα σᾶς μιλάω καί ἐσεῖς ὑποτίθεται μέ πιστεύετε.
– Τί θά πεῖ μέ πιστεύετε;
Πιστεύετε ὅτι αὐτά πού σᾶς λέω
εἶναι ἀλήθεια. Δηλαδή μέ θεωρεῖτε ἄξιο ἐμπιστοσύνης. Μέ ἐμπιστεύεστε μέ
ἄλλα λόγια. Μέ θεωρεῖτε ἀξιόπιστο, ὅτι δέν σᾶς λέω ψέματα, ἀλλά ἀλήθεια.
Τό ἴδιο σημαίνει πιστεύω καί τόν Χριστό. Δηλαδή Τόν θεωρῶ ἀξιόπιστο,
ὅτι αὐτά πού μᾶς λέει εἶναι ἡ ἀλήθεια. Τό εἶπε ἄλλωστε καί ὁ Ἴδιος: «ἐγώ
εἰμι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰω. 14,6). Ἄρα ὅταν λέει κανείς
ὅτι πιστεύει στόν Χριστό, πιστεύει τά λόγια Του. Τά θεωρεῖ σωστά καί
συνεπῶς τά ἐφαρμόζει. Αὐτοί πού λένε ὅτι πιστεύουν, στήν πράξη δέν τά
ἐφαρμόζουν αὐτά πού εἶπε ὁ Χριστός. Ὁπότε στήν πραγματικότητα δέν
πιστεύουν. Ἁπλῶς ἔχουν μία θεωρητική πίστη ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλά τέτοια
πίστη ἔχει καί ὁ διάβολος. Λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Καί τά δαιμόνια
πιστεύουν καί φρίττουν (Ἰακ. 2,19).
– Αὐτή ἡ πίστη τά σώζει τά δαιμόνια;
Ὄχι. Θά πᾶνε στήν κόλαση, γιατί δέν
κάνουν ὑπακοή στόν Χριστό. Ἔτσι καί ὅλοι αὐτοί πού πιστεύουν ἀλλά δέν
κάνουν ὑπακοή στόν Χριστό, δέν μποροῦν νά σωθοῦν, δέν μποροῦν νά πᾶνε
στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὄχι γιατί δέν θέλει ὁ Χριστός, ἀλλά γιατί οἱ
ἴδιοι δέν τηροῦν αὐτά πού λέει, ὁπότε δέν ἀγαποῦν τόν Χριστό. Γιατί λέει
ὁ Χριστός:
– Ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού Μέ ἀγαπάει;
«Αὐτός πού ἔχει τίς ἐντολές μου καί
τίς τηρεῖ» (Ἰω. 14,21). Δέν εἶπε αὐτός πού Μέ παραδέχεται
συναισθηματικά καί λέει ὅτι ὑπάρχει Θεός… Ἀλλά «αὐτός πού παίρνει τά
λόγια Μου καί τά ἐφαρμόζει στήν ζωή του». Πῶς ὅμως νά τά ἐφαρμόσουμε πού
δέν τά ξέρουμε; Πολλές φορές δέν ξέρουμε τί λέει ὁ Χριστός. Κάποιοι
λ.χ. ἴσως νά μήν ἔχουν ἀκούσει αὐτό πού εἴπαμε ὅτι ὁ Χριστός λέει νά
μισήσουμε καί τόν ἑαυτό μας. Κι ἄν ἀκόμα τό ἔχουμε ἀκούσει, ψάξαμε νά
δοῦμε τί σημαίνει; Γιατί πολλά ἀπό τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι λίγο
κεκαλυμμένα… σκόπιμα, γιά νά φανεῖ καί ἡ δική μας ἡ προαίρεση. Νά δεῖ
δηλαδή ὁ Χριστός μας ἄν ὄντως Τόν θεωροῦμε ἀξιόπιστο καί ἄν ὄντως
θέλουμε νά Τόν ἀγαπήσουμε. Ἕνας πού θέλει νά Τόν ἀγαπήσει, θά ψάξει νά
βρεῖ τί ἐννοοῦσε στήν κάθε περίπτωση ὁ Χριστός.
Τότε πού ζοῦσε ἐδῶ στήν γῆ ὁ
Χριστός, πολλές φορές μιλοῦσε μέ παραβολές, δηλαδή ἔλεγε μιά ὡραία
ἱστορία. Καί μετά ὁ κόσμος ἔφευγε! Δηλαδή οὔτε καταλάβαιναν, οὔτε
ρωτοῦσαν. Εἶπε π.χ. τήν παραβολή τοῦ σπορέως. Μία ὡραία ἱστορία ἀπό τήν
ἀγροτική ζωή πού ἔκαναν. Ποιοί ἐνδιαφερόντουσαν; Οἱ Ἀπόστολοι καί ἴσως
καί κάποιοι ἀκόμα. Πήγαιναν ὅταν τελείωνε τήν παραβολή καί ἔλεγαν:
«Χριστέ μας, φράσον ἡμῖν τήν παραβολήν», ἐξήγησέ μας τί ἐννοοῦσες. Οἱ
πιό πολλοί ὅμως δέν νοιάζονταν. Ἔλεγε μάλιστα ὁ Χριστός ὅτι ἐπίτηδες
μιλοῦσε μέ παραβολές γιατί πολλοί ἀπό αὐτούς πού πήγαιναν νά ἀκούσουν
δέν εἶχαν διάθεση νά μάθουν τήν ἀλήθεια, δέν πίστευαν πραγματικά καί δέν
ἤθελαν νά ἐφαρμόσουν αὐτά πού ἔλεγε. Πήγαιναν γιά δικούς τους λόγους.
Ἀπό περιέργεια, γιά νά κάνουν καλά τούς ἀρρώστους τους… ἀλλά ὄχι γιά νά
πάρουν ὡς ὁδηγό στήν ζωή τους τόν Χριστό. Ἄν ἔλεγε ὁ Χριστός ξεκάθαρα
τήν ἀλήθεια, θά τήν ἀπέρριπταν καί θά εἶχαν μία ἐπιπλέον ἁμαρτία. Ὁπότε
τήν ἔλεγε συγκαλυμμένη καί ὅσοι εἶχαν ἐνδιαφέρον ἐρευνοῦσαν νά μάθουν.
Τό ἴδιο πρέπει νά κάνουμε κι ἐμεῖς.
Πρέπει νά ἐρευνοῦμε τίς Γραφές καί νά τίς ἑρμηνεύουμε. Ὄχι ὅμως μόνοι
μας, ὅπως κάνουν οἱ Προτεστάντες καί λέει ὁ καθένας τήν γνώμη του, γιατί
ἔτσι γίνονται πολλά λάθη καί λέμε πράγματα αὐθαίρετα πού δέν ἰσχύουν
καί οὐσιαστικά ζοῦμε οἱ ὀρθόδοξοι προτεσταντικά.
Ἔτσι καλούμαστε νά ἀποκτήσουμε αὐτά
τά σωστά κριτήρια, νά γνωρίσουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί στή συνέχεια νά
προχωρήσουμε καί στήν ἐφαρμογή του. Γι’ αὐτό ἔχει τεράστια σημασία καί
τό κήρυγμα καί οἱ συνάξεις καί εἶναι ἀναγκαῖο νά συμμετέχουμε γιατί ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει μέσα τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ἡ ἐξομολόγηση, ὅπως
καί ἡ Θεία Κοινωνία. Ὅταν λοιπόν κανείς ἀκούει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ μέ
ταπείνωση καί καλή διάθεση, ἡ Χάρις περνάει στήν ψυχή του καί ἀρχίζει νά
θεραπεύεται. Εἶναι τό φάρμακο.
Στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι ἕνα μεγάλο
νοσοκομεῖο, ἔχουμε φάρμακα, τά ὁποῖα δέν εἶναι ὅπως τά φάρμακα γιά τό
σῶμα. Εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί εἶναι καί ὁ ἔνσαρκος Λόγος, ἡ Θεία
Κοινωνία. Αὐτά εἶναι τά βασικά φάρμακα πού ἔχουμε στήν Ἐκκλησία.
Ταυτόχρονα μέσα ἀπό τήν ἐξομολόγηση παίρνουμε τίς ὁδηγίες, ὥστε νά
μπορέσουμε νά γίνουμε δεκτικοί τῶν φαρμάκων. Θά μᾶς πεῖ ὁ Πνευματικός νά
κάνουμε ἕναν κανόνα, προσευχή, νηστεία κ.λ.π. ἔτσι, ὥστε, ὅταν
μετέχουμε στά μυστήρια καί ὅταν κοινωνοῦμε, νά παίρνουμε ὄντως τόν
Χριστό καί νά μήν λέμε: «κοινώνησα καί δέν κατάλαβα τίποτα». Χρειάζεται
μία προετοιμασία. Τό κήρυγμα ἐπίσης βοηθάει σ’ αὐτό, γιατί ἄν δέν
ἀκούσει κανείς, πῶς θά ἐφαρμόσει; Ἀφοῦ δέν θά ξέρει τί λέει ὁ Χριστός.
Καί ὅταν δέν ξέρεις τί λέει ὁ Χριστός, δέν ἔχεις κριτήριο γιά τίποτα.
Λέει ὁ καθένας «ἐγώ νομίζω…», ὁ ἄλλος νομίζει κάτι ἄλλο καί ἄκρη δέν
βγάζουμε. Στήν Ἐκκλησία ὅμως δέν λέμε ὅ,τι θέλουμε, οὔτε ἐκφράζουμε τήν
γνώμη μας. Λέμε μόνο αὐτό πού λέει ὁ Χριστός, τό ὁποῖο πάντα εἶναι ἕνα
πράγμα. Ὁ Χριστός δέν λέει καί ναί καί ὄχι. Λέει ἤ ναί ἤ ὄχι, ξεκάθαρα
πράγματα.
Ἄς συνεχίσουμε λοιπόν μέ τά
ψυχολογικά πού ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος: αὐτοί οἱ ψυχολόγοι καί οἱ
ψυχίατροι δέν λένε ὅτι ὑπάρχει διάβολος. Τόν διάβολο τόν ἔχουν ἐξορίσει.
Γιά αὐτούς δέν ὑπάρχει διάβολος. Γιά μερικούς ἀπ’ αὐτούς δέν ὑπάρχει
καί ψυχή. Παρόλα αὐτά λέγονται ψυχολόγοι καί ψυχίατροι… Ἀλλά τί λένε;
«Ἔχεις, φοβίες, ἔχεις ἀνασφάλειες, ἔχεις
ἄγχος, ἔχεις ψύχωση, ἔχεις νεύρωση..». Χρησιμοποιοῦν ὅρους πού δέν
ξέρουν καί οἱ ἴδιοι ἀκριβῶς τί εἶναι! Ἐμεῖς τί λέμε; Ὑπάρχει ὁ διάβολος
τῆς ἀκηδίας, ὑπάρχει ὁ διάβολος τῆς λύπης, ὑπάρχει ὁ διάβολος τοῦ θυμοῦ…
Εἶναι αὐτοί πού ἐρεθίζουν τίς αἰτίες μέσα μας. Αἰτία τοῦ θυμοῦ εἶναι τό
πάθος πού ἔχουμε μέσα μας, ἡ κακή συνήθεια. Ἐμεῖς θέλουμε καί
θυμώνουμε. Δέν μᾶς ἀναγκάζει ὁ διάβολος τοῦ θυμοῦ. Ὁ διάβολος τοῦ θυμοῦ
ἁπλῶς μᾶς παρακινεῖ. Ἡ λύπη ἤ ἡ ἀκηδία, εἶναι δαίμονες κι αὐτοί.
Ὑπάρχουν τέτοιοι δαίμονες πού φέρνουν τόν ἄνθρωπο σέ μιά κατάσταση λύπης
καί ἀκηδίας. Προκαλοῦν τόν ἄνθρωπο νά πέσει σ’ αὐτή τήν κατάσταση καί ὁ
ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ἀπρόσεκτος, πέφτει. Ὁπότε ὁ ἄνθρωπος ἀντί νά
χρησιμοποιήσει τήν λύπη γιά νά μετανοήσει, τήν χρησιμοποιεῖ γιά νά πέσει
σέ κατάθλιψη, νά κλειστεῖ στόν ἑαυτό του, στόν ἐγωισμό του καί νά
ἀρρωστήσει ψυχικά – πνευματικά. Κάνει μιά κακή χρήση τῆς δύναμης πού
ἔδωσε ὁ Θεός καί λέγεται λύπη. Ὅπως καί ἐκεῖνος πού θυμώνει γιά μή σωστό
λόγο, κάνει μιά κακή χρήση τῆς δύναμης πού ἔδωσε ὁ Θεός πού λέγεται
θυμός.
Ὁ θυμός, ὅταν χρησιμοποιεῖται γιά
τόν σωστό λόγο, εἶναι πολύ καλό πράγμα. Ποιός εἶναι ὁ σωστός λόγος; Ὅταν
χρησιμοποιεῖται ἐναντίον τοῦ διαβόλου καί ὅταν χρησιμοποιεῖται γιά νά
ὑπερασπιστοῦμε τόν Χριστό μας, ἄν π.χ. βλασφημεῖται τό ὄνομά Του, ἤ ὅταν
χρησιμοποιεῖται γιά νά ὑπερασπιστοῦμε τόν πλησίον μας. Συνήθως δέν
κάνουμε τίποτα ἀπό τά προηγούμενα, παρά θυμώνουμε μόνο ὅταν ἀδικούμαστε
ἐμεῖς. Αὐτό εἶναι ἁμαρτία, ἐνῶ τά ἄλλα δέν εἶναι ἁμαρτία.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος -νά
κάνουμε μιά παρένθεση- ξέρετε γιατί ἐξορίστηκε, ἐνῶ ἦταν Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως; Ποιά ἦταν ἡ ἀφορμή; Γιατί ὑπερασπίστηκε μία χήρα πού
τήν ἀδικοῦσε ἡ Βασίλισσα! Τά ἔβαλε μέ τήν Βασίλισσα! Αὐτό φυσικά δέν
ἦταν ἁμαρτία. Ἡ Βασίλισσα μετά βέβαια πού θύμωσε μαζί του, τόν ἐξόρισε.
Γι’ αὐτό ἀναφέρεται στήν Γραφή ὅτι
ὑπάρχει καί ἀναμάρτητη ὀργή: «ὀργίζεσθε καί μή ἁμαρτάνετε» (Ἐφ. 4,26).
Σχεδόν πάντα συμβαίνει, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει γνώση τοῦ νόμου τοῦ
Θεοῦ, νά χρησιμοποιεῖ κακῶς τίς δυνάμεις πού τοῦ ἔχει δώσει καί ἀντί νά
προάγεται καί νά ἔχει ψυχική ὑγεία, ἀρρωσταίνει καί παθαίνει ὅλα αὐτά τά
ψυχολογικά.
Νά ποῦμε κι ἕνα ἄλλο παράδειγμα.
Πολλές φορές μιλᾶμε γιά ἀγάπη. Μέσα στόν γάμο π.χ. ρωτάει ἡ γυναίκα τόν
ἄνδρα «μ’ ἀγαπᾶς;». Εἶναι λάθος ἐρώτηση. Ἤ ὑπάρχει ἐπίσης ἡ ἑξῆς
ἀντίληψη: «θέλω νά ἀγαπήσω καί νά ἀγαπηθῶ». Νομίζουμε ὅτι, ἄν ἀγαπήσουμε
καί ἀγαπηθοῦμε, θά γίνουμε εὐτυχισμένοι. Ὁ Χριστός δέν εἶπε αὐτό. Ὁ
Χριστός εἶπε μόνο «νά ἀγαπᾶτε». Ὄχι νά ζητᾶμε τήν ἀγάπη τοῦ ἄλλου, τοῦ
συζύγου, τοῦ παιδιοῦ ἤ ὁποιουδήποτε. Ἄν ὁ ἄλλος θέλει νά στή δώσει
καλῶς. Ἄν δέν στήν δώσει, δέν θά πρέπει νά στενοχωρεθεῖς, ὅποιος κι ἄν
εἶναι ὁ ἄλλος. Γιατί ἡ σωστή ἀγάπη εἶναι ἀνιδιοτελής, δηλαδή δέν ζητάει
ἀνταπόδοση. Δέν ζητάει ἴδιον τέλος, τά ἴσα, δηλαδή «σ’ ἀγαπῶ πρέπει νά
μ’ ἀγαπᾶς κι ἐσύ». Ὁ Χριστός μας μᾶς ἀγάπησε καί θυσιάστηκε χωρίς νά Τόν
ἔχουμε ἀγαπήσει. Κι ἐνῶ ἐμεῖς συνεχίζουμε νά μήν Τόν ἀγαπᾶμε, συνεχίζει
νά θυσιάζεται καί νά προσφέρεται σέ κάθε Θεία Λειτουργία. Ἄν καί ὁ
Χριστός εἶχε αὐτό τό φρόνημα «δέν μ’ ἀγαπᾶς, κόβουμε σχέσεις», θά ἔπρεπε
νά μᾶς ἔχει ἀφορίσει καί ἀποκεφαλίσει ὅλους. Ἡ σωστή ἀγάπη εἶναι νά
ἀγαπᾶς χωρίς νά ζητᾶς νά σ’ ἀγαποῦν. Ξέρετε πόσα προβλήματα
δημιουργοῦνται στόν γάμο ἀπό αὐτή τήν ἐπιθυμία νά ζητᾶμε τήν ἀγάπη τοῦ
ἄλλου; Θά ἀναρωτιέται ὅμως κανείς:
– Πῶς θά γίνουμε εὐτυχισμένοι;
Μά ἡ εὐτυχία καί ἡ χαρά δέν
ἐξαρτᾶται ἀπό τόν ἄλλον. Ἔρχεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἄν ἐσύ ἀγαπήσεις
τόν Χριστό σωστά, εἴτε εἶσαι ἔγγαμος, εἴτε εἶσαι ἄγαμος, θά ἔχεις τήν
χαρά ἀνεξάρτητα ἀπό τό ἄν ὁ ἄλλος σ’ ἀγαπάει. Βλέπετε πόσο λάθος
τοποθετούμαστε καί βασανιζόμαστε!
– Τελικά ξέρετε ἀπό τί βασανιζόμαστε;
Ἀπό τίς ἐπιθυμίες μας, «θέλω…. θέλω…. θέλω…».
– Ὁ Χριστός εἶπε νά θέλουμε;
Δέν εἶπε νά θέλουμε. Ὁ Χριστός εἶπε
νά ζητᾶμε νά γίνει τό θέλημά Του στή ζωή μας. Ἐμεῖς ζητᾶμε νά γίνει τό
δικό μας θέλημα. Ἔχουμε φτιάξει δικές μας ἐπιθυμίες καί, ὅταν δέν
ἐκπληρώνονται, ἀρρωσταίνουμε καί γεμίζουμε ψυχολογικά. «Θέλω νά μ’
ἀγαπᾶνε, θέλω νά μέ ὑπολογίζουν, θέλω ἔστω νά μέ ἀφήσουν στήν ἡσυχία
μου». Γιατί νά τό θέλεις ἀκόμα κι αὐτό; Τίποτα νά μήν θέλεις. Ὁ Χριστός
εἶπε νά ζητᾶς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τό δικό σου θέλημα. Ἄν θέλει ὁ
Θεός νά μήν ἔχεις ἡσυχία, νά μήν ἔχεις ἡσυχία! Πόσοι Ἅγιοι πέρασαν μέσα
στίς ταλαιπωρίες μιά ζωή ὁλόκληρη; Καί στό τέλος ἔδωσαν καί τήν ζωή
τους. Ἐμεῖς εἴμαστε καλύτεροι ἀπό αὐτούς καί πρέπει νά περάσουμε
καλύτερα; Λένε ὄμως: «Αὐτοί ἦταν ἅγιοι, ἐμεῖς δέν εἴμαστε». Κι αὐτοί σᾶς
λέω δέν ἦταν Ἅγιοι. Ἔγιναν Ἅγιοι, γιατί ἀγωνίστηκαν καί ἔκαναν αὐτά πού
λέει ὁ Χριστός. Κανένας δέν γεννήθηκε ἅγιος. Κι αὐτοί ἀκόμα πού
γεννήθηκαν ἀπό ἅγιους γονεῖς, μετά ἀξιοποίησαν τήν ἁγιοσύνη αὐτή πού
πῆραν ἀπό ἐκείνους καί ἁγίασαν καί οἱ ἴδιοι.
Φεύγουν λοιπόν τά ψυχολογικά, ὅταν ὁ
ἄνθρωπος ἀγαπήσει τόν Χριστό. Αὐτό εἶναι πολύ βασικό νά τό καταλάβουμε.
Ἀγαπάω τόν Θεό σημαίνει κάνω τό θέλημά Του. Πολύ συγκεκριμένα πράγματα.
Τηρῶ τίς ἐντολές Του. Δέν μπορεῖς λ.χ. νά πορνεύεις, νά μοιχεύεις, ἔστω
μέ τά μάτια, ἔστω μέ τήν φαντασία καί μετά νά λές: γιατί ἔχω κατάθλιψη;
Φυσικό εἶναι, ἀφοῦ λείπει ὁ Χριστός. Ἐμεῖς θέλουμε νά εἶναι καλά ἡ ψυχή
μας καί νά ἁμαρτάνουμε καί ὁ Θεός νά εὐλογεῖ καί τήν ἁμαρτία μας, ἔτσι
ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος. Σ’ αὐτό τό σημεῖο ἔχουμε φτάσει σήμερα. Δηλαδή
σχιζοφρένεια! Ὁ Θεός νά εὐλογεῖ τήν ἀκαθαρσία… Ἔ, δέν γίνεται αὐτό.
Γιατί δέν μᾶς συμφέρει. Γιατί ἡ ἀκαθαρσία καί ἡ ἁμαρτία εἶναι θάνατος.
Καί ὁ Θεός εἶναι ἡ ζωή, δέν εἶναι ὁ θάνατος.
Προσέξτε τώρα τί ἔλεγε ὁ Ἅγιος
Πορφύριος: «ἡ μετάνοια εἶναι πολύ λεπτό πράγμα καί ἡ μετάνοια ἡ ἀληθινή
θά φέρει τόν ἁγιασμό. Δέν εὐθύνεται μονάχα ὁ ἄνθρωπος γιά τά παραπτώματά
του». Εἶναι αὐτό πού λέγαμε ὅτι ὑπάρχουν τραύματα ἀπό τήν πολύ μικρή
μας ἡλικία, τά ὁποῖα μᾶς ἐπηρεάζουν καί χρειάζονται θεραπεία. «Τά λάθη,
οἱ ἁμαρτίες καί τά πάθη δέν εἶναι μόνο προσωπικά βιώματα τοῦ
ἐξομολογουμένου. Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει πάρει μέσα του καί τά βιώματα τῶν
γονέων του καί εἰδικά τῆς μητέρας. Δηλαδή τό πῶς ζοῦσε ἡ μητέρα ὅταν τό
κυοφοροῦσε». Κοιτάξτε τί τεράστια σημασία ἔχει ἡ ζωή τῆς μητέρας καί
μάλιστα στήν περίοδο τῆς κυοφορίας. Ὅ,τι ζεῖ ἡ μητέρα τότε, τό μεταδίδει
καί στό παιδί, τό ζεῖ καί τό παιδί. Καταθλίβεται ἡ μητέρα, καταθλίβεται
καί τό ἔμβρυο. Χαίρεται ἡ μητέρα, χαίρεται καί τό ἔμβρυο. Ἁγιάζεται ἡ
μητέρα, ἁγιάζεται καί τό ἔμβρυο.
«Ἄν στενοχωριόταν, ἄν κουραζόταν τό
νευρικό της σύστημα, ἄν εἶχε χαρά, ἄν εἶχε θλίψη, ἄν εἶχε μελαγχολία»,
ὅλα αὐτά πέρασαν καί στό παιδί. «Ἔ, ὅλο τό νευρικό σύστημα τό δικό της
ἐπηρέασε τό νευρικό σύστημα τοῦ ἐμβρύου της. Ὁπότε,
ὅταν γεννηθεῖ τό παιδί καί μεγαλώσει, παίρνει μέσα του καί τά βιώματα
τῆς μητέρας του, δηλαδή ἄλλου ἀνθρώπου. Δημιουργεῖται μία κατάσταση στήν
ψυχή του ἀνθρώπου ἐξαιτίας τῶν γονέων του, πού τήν παίρνει μαζί του σ΄
ὅλη του τήν ζωή, ἀφήνει ἴχνη μέσα του καί πολλά πράγματα πού συμβαίνουν
στήν ζωή του εἶναι ἀπόρροια τῆς καταστάσεως αὐτῆς. Τά φερσίματά του
ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τήν κατάσταση τῶν γονέων του. Μεγαλώνει,
μορφώνεται», μερικές φορές παραμορφώνεται.. «ἀλλά δέν διορθώνεται. Ἐδῶ
βρίσκεται μεγάλο μέρος ἀπό τήν εὐθύνη γιά τήν πνευματική κατάσταση τοῦ
ἀνθρώπου».
Γι’ αὐτό δέν εἶναι ἁπλό πράγμα αὐτό
πού λένε συνέχεια «παντρέψου». Ξέρεις γιά ποιόν λόγο θά κάνεις γάμο;
Ξέρεις ποιός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ γάμου; Ξέρεις πῶς θά μεγαλώσεις τό παιδί
σου ἤ θά ἑτοιμάσεις ἀκόμα ἕναν ἄνθρωπο γιά τήν κόλαση; Λέει ὁ Ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: ἄν οἱ γονεῖς δέν ὁδηγήσουν τά παιδιά τους στόν
Παράδεισο, κινδυνεύουν καί οἱ ἴδιοι νά κολαστοῦν ἐξαιτίας τῶν παιδιῶν.
Γιατί βλέπετε τί λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος; Ὅ,τι ζεῖ ἡ μητέρα εἰδικά κατά
τήν περίοδο τῆς κυοφορίας περνάει καί στό παιδί. Καί μπορεῖ νά
ταλαιπωρεῖται τό παιδί στήν ζωή του μετά ἐξαιτίας τῆς μητέρας. Εἶναι
τεράστια ἡ εὐθύνη τῆς μητέρας, ἀλλά καί τοῦ πατέρα.
«Ὑπάρχει ὅμως ἕνα μυστικό». Πῶς θά
τά ἀντιμετωπίσουμε ὅλα αὐτά; «Ὑπάρχει κάποιος τρόπος ν΄ ἀπαλλαγεῖ ὁ
ἄνθρωπος ἀπ΄ αὐτό τό κακό», δηλαδή ἀπό τά ἄσχημα βιώματα πού ἔχουν
περάσει μέσα του, ἀπό τούς προγόνους του καί ἰδιαίτερα ἀπό τήν μητέρα
του. «Ὁ τρόπος αὐτός εἶναι ἡ γενική ἐξομολόγηση, ἡ ὁποία γίνεται μέ τήν
χάρη τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ, δηλαδή, νά σοῦ πεῖ ὀ Πνευματικός: –Πῶς
θά ἤθελα νά ἤμασταν σ΄ ἕνα ἥσυχο μέρος, νά μήν εἶχα ἀσχολίες καί νά μοῦ
ἔλεγες τήν ζωή σου ἀπ΄ τήν ἀρχή, ἀπό τότε πού αἰσθάνθηκες τόν ἑαυτό
σου, ὅλα τά γεγονότα πού θυμᾶσαι καί ποιά ἦταν ἡ ἀντιμετώπισή τους ἀπό
σένα, ὄχι μόνο τά δυσάρεστα ἀλλά καί τά εὐχάριστα, ὄχι μόνο τίς ἀμαρτίες
ἀλλά καί τά καλά. Καί τίς ἐπιτυχίες καί τίς ἀποτυχίες. Ὅλα. Ὅλα ὅσα
ἀπαρτίζουν τήν ζωή σου. Πολλές φορές ἔχω μεταχειριστεῖ αὐτή τήν γενική
ἐξομολόγηση καί εἶδα θαύματα πάνω σ΄ αὐτό».
«Τήν ὥρα πού τά λές στόν ἐξομολόγο,
ἔρχεται ἠ θεία χάρις καί σέ ἀπαλλάσσει ἀπ΄ ὅλα τά ἄσχημα βιώματα καί
τίς πληγές καί τά ψυχικά τραύματα καί τίς ἐνοχές, διότι, τήν ὥρα πού τά
λές, ὁ ἐξομολόγος εὔχεται θερμά στόν Κύριο γιά τήν ἀπαλλαγή σου». Καί
λέει μιά ἱστορία: «Εἶχε ἔλθει σ΄ ἐμένα πρό καιροῦ μιά κυρία, πού ἔκανε
αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν ἐξομολόγηση καί βρῆκε μεγάλη ὠφέλεια». Εἶχε
ψυχολογικά. «Βελτιώθηκε ἡ ψυχολογική της κατάσταση, διότι τήνε βασάνιζε
κάτι. Ἔστειλε, λοιπόν, αὐτή μιά φίλη της καί πήγαμε ἔξω στό βράχο, στά
Καλλίσια», ἐκεῖ πού ἀσκήτευε, ἔξω ἀπό τήν Ἀθήνα. «Καθίσαμε καί ἄρχισε κι
ἐκείνη νά μοῦ μιλάει. Τῆς λέω: – Νά μοῦ πεῖς ὅ,τι αἰσθάνεσαι. Ἄν σέ
ρωτήσω ἐγώ γιά κάτι, νά μοῦ πεῖς. Ἄν δέν σέ ρωτήσω, νά συνεχίσεις νά τά
λέεις, ὅπως τά αἰσθάνεσαι».
«Ὅλ’ αὐτά πού μοῦ ἔλεγε, τά
παρακολουθοῦσα ὄχι ἁπλῶς μέ προσοχή, ἀλλά «ἔβλεπα» μέσα στόν ψυχικό της
κόσμο τήν ἐπίδραση τῆς προσευχῆς. Τήν παρακολουθοῦσα μέσα στήν ψυχή της
κι «ἔβλεπα» ὅτι πήγαινε χάρις μέσα της, ὅπως τήνε κοίταζα ἐγώ. Διότι
στόν Πνευματικό ὑπάρχει χάρις καί στόν παπά ὑπάρχει χάρις». Ὑπάρχει
δηλαδή ὁ Θεός. Ἡ θεία Χάρις εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Τό
καταλαβαίνετε; Δηλαδή, ἐνῶ ἐξομολογεῖται ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἱερέας
προσεύχεται γι’ αὐτόν. Συγχρόνως ἔρχεται ἡ χάρις καί τόν ἐλευθερώνει ἀπ΄
τά ψυχικά τραύματα, πού γιά χρόνια τόν βασανίζουν, χωρίς νά γνωρίζει
τήν αἰτία τους. Ὦ, αὐτά τά πιστεύω πολύ»!
«Στόν ἐξομολόγο μπορεῖς νά μιλήσεις
ὅπως αἰσθάνεσαι, ἀλλά δέν εἶναι αὐτό τόσο σημαντικό, ὅσο εἶναι τό ὅτι
κοιτάζει μέσα στήν ψυχή σου προσευχόμενος ὁ παπάς καί βλέπει πῶς εἶσαι
καί σοῦ μεταδίδει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ». Εἶναι δηλαδή μιά θεραπευτική
ἐπέμβαση ἡ ἐξομολόγηση, μιά θεραπευτική διαδικασία. Πῶς πᾶς στό
χειρουργεῖο καί ὁ γιατρός σοῦ ἀφαιρεῖ τά σάπια; Ράβει, κόβει κ.λ.π. καί
βγαίνεις καθαρός; Ἔτσι εἶναι καί στήν ἐξομολόγηση.
«Ἔχει ἀποδειχθεῖ ὅτι αὐτό τό
κοίταγμα εἶναι πνευματικές «ἀκτίνες» πού σέ ξαλαφρώνουν καί σέ
θεραπεύουν, μή νομίσετε ὅτι εἶναι ἀκτίνες φυσικές. Εἶναι ἀλήθεια αὐτά τά
πράγματα. Καί μέ τόν Χριστό τί ἔγινε; Ἔπιασε τό χέρι τῆς αἱμορροούσης
καί εἶπε: «ἐγώ γάρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ». Κατάλαβα ὅτι
ἔφυγε-βγῆκε δύναμη ἀπό Μένα, ἐνῶ Τόν συνέθλιβαν. Τόν στρίμωχνε ὁ κόσμος,
ἀλλά δέν ἔπαιρναν δύναμη! Ἐκείνη μόνο λίγο ἀκούμπησε τήν ἄκρη ἀπό τό
ροῦχο Του, ἦταν αἱμορροοῦσα, θεωρεῖτο ἀκάθαρτη, πῆγε ἀπό πίσω, γιατί
ντρεπόταν καί δέν ἐπιτρεπόταν νά ἀκουμπήσει καί ἐπειδή πῆγε μέ πίστη, ὁ
Κύριος ἔνιωσε νά φεύγει ἀπό Αὐτόν δύναμη. Δέν ἀκολουθοῦσε ὅπως τό
πλῆθος… ἀπό περιέργεια. «Θά πεῖς: «Ναί, μά ἦταν Θεός». Ὁ Χριστός βέβαια
ἦταν Θεός, ἀλλά μήπως καί οἱ Ἀπόστολοι δέν κάνανε τό ἴδιο;». Γινόταν καί
μέ τούς Ἀποστόλους αὐτό καί μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ θαυματουργοῦσαν καί οἱ
Ἀπόστολοι. Ἀκόμα καί ὁ ἴσκιος τους… Λέει στίς Πράξεις ὅτι ἔπαιρναν τό
παιδάκι καί τό ἔβαζαν ἐκεῖ πού θά περνοῦσε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καί θά
ἔπεφτε ἡ σκιά του καί θεραπεύονταν. Φαντάζεστε πόση χάρη εἶχαν οἱ
Ἀπόστολοι; Καί οἱ διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων εἶναι οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ
ἱερεῖς, Καί εἶναι κρίμα πού σήμερα δέν ἐξομολογοῦνται οἱ ἄνθρωποι καί
ἀντί αὐτοῦ πηγαίνουν στόν ψυχίατρο καί στόν ψυχαναλυτή καί δέν
θεραπεύονται, ἁπλῶς ἀνακινοῦν τόν βοῦρκο.
«Ὅλοι οἱ πνευματικοί, οἱ
ἐξομολόγοι, ἔχουν αὐτήν τήν χάρη κι ὅταν εὔχονται, τήν ἐκπέμπουν ὡς
ἀγωγοί. Γιά παράδειγμα, θέλουμε ν΄ ἀνάψουμε ἐδῶ πέρα μιά θερμάστρα καί
βάζουμε ἕνα καλώδιο, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κάνει ἐπαφή, διότι τό καλώδιο
δέν εἶναι στήν πρίζα. Ἄν, ὅμως, τό καλώδιο μπεῖ στήν πρίζα, μόλις κάνει
τήν ἐπαφή, ἔρχεται τό ρεῦμα μέσω αὐτοῦ τοῦ ἀγωγοῦ. Εἶναι πνευματικά
πράγματα τῆς θρησκείας μας αὐτά. Μπορεῖ νά λέμε γιά καλώδιο, ἀλλά στήν
πραγματικότητα αὐτή εἶναι ῾ἡ θεία ψυχανάλυση ̓». Δηλαδή παίρνεις χάρη,
γιατί κάνεις ἕνωση διά τοῦ Πνευματικοῦ μέ τόν Θεό. Εἶναι σάν νά μπαίνεις
στήν πρίζα καί νά παίρνεις ἐνέργεια.
Ἔλεγε πάλι ὁ Ἅγιος: «Ἄς μήν
γυρίζουμε πίσω στίς ἁμαρτίες πού ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ. Ἡ ἀνάμνηση τῶν
ἁμαρτιῶν κάνει κακό. Ζητήσατε συγγνώμη; Τελείωσε. Ὁ Θεός ὅλα τά συγχωρεῖ
μέ τήν ἐξομολόγηση». Δέν πρέπει νά γυρίζομε πίσω καί νά κλεινόμαστε σέ
ἀπελπισία. Νά εἴμαστε δοῦλοι ταπεινοί μπροστά στόν Θεό. Νά αἰσθανόμαστε
χαρά καί εὐγνωμοσύνη γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Δέν εἶναι ὑγιές νά
λυπᾶται κανείς ὑπερβολικά γιά τίς ἁμαρτίες του καί νά ἐπαναστατεῖ
ἐναντίον τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ του φθάνοντας μέχρι τήν ἀπελπισία». Αὐτό
κρύβει μέσα ἐγωισμό. «Πῶς τό ἔκανα αὐτό; Πῶς τό ἔπαθα αὐτό;..». Θά
ἔπρεπε νά σκεφτεῖς: Τέτοιος πού εἶμαι, τέτοια κάνω καί χειρότερα θά
ἔκανα ἄν δέν μέ φύλαγε ὁ Θεός. Νά ἀποδεχθεῖς αὐτό πού ἔκανες καί νά
προχωρήσεις.
Αὐτό πρέπει νά τό κάνουμε καί στούς
ἄλλους, π.χ. ὁ σύζυγος στήν σύζυγο. Ἔκανε ἕνα λάθος ἡ σύζυγος.
Μετάνοιωσε, τελείωσε. Μήν τό χτυπᾶς συνέχεια, ἀφοῦ εἶπε συγγνώμη καί
ἐξομολογήθηκε. Εἶναι σάν νά σκαλίζεις τίς πληγές του ἀλλά καί τίς δικές
σου πληγές, γιατί οἱ σύζυγοι εἶναι ἕνα, κι ὅταν πληγώνεις τόν ἄλλον,
πληγώνεις τόν ἑαυτό σου. Ἄρα, ἐφόσον ἐξομολογήθηκες, οὔτε νά γυρνᾶς πίσω
στίς δικές σου ἁμαρτίες, οὔτε στίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Κάποιες γυναῖκες
ἄν τούς δώσει μιά ἀφορμή ὁ ἄνδρας τους, ἀρχίζει τό βίντεο ἀπό τήν πρώτη
μέρα τῆς γνωριμίας, πρίν 35 χρόνια καί θυμοῦνται τά πάντα…
«Ἡ ἀπελπισία καί ἡ ἀπογοήτευση
εἶναι τό χειρότερο πράγμα» καί αὐτά ξεκινοῦν ἀπό τήν ὑπερηφάνεια. «Εἶναι
παγίδα τοῦ σατανᾶ γιά νά κάνει τόν ἄνθρωπο νά χάσει τήν προθυμία του
στά πνευματικά καί νά τόν φέρει σέ ἀπελπισία, σέ ἀδράνεια καί ἀκηδία».
Εἶναι τέχνη τοῦ διαβόλου νά μᾶς ἀπελπίζει μέσω τῆς ἁμαρτίας. Ἐντάξει
κάναμε τήν ἁμαρτία ἀλλά ἐξομολογηθήκαμε, μετανοήσαμε, τελείωσε. Τό
παρελθόν, ἔλεγε μία φωτισμένη Γερόντισσα, εἶναι ἕνα πτῶμα. Μέ πτώματα
δέν πρέπει νά ἀσχολούμαστε. Ἄστο τό παρελθόν. Γιατί, ὅποιος ἀσχολεῖται
μέ τά πτώματα, βρωμάει καί κολλάει καί ἀρρώστιες. Οὔτε μέ τό μέλλον
πρέπει νά ἀσχολούμαστε. Τό μέλλον εἶναι στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Μόνο μέ αὐτό
πού ἔχουμε αὐτή τήν στιγμή, τό τώρα.
Εἶναι μιά μεγάλη παγίδα αὐτή τοῦ
διαβόλου. Μᾶς βάζει νά ἀσχολούμαστε εἴτε μέ τό παρελθόν, εἴτε μέ τό
μέλλον καί χάνουμε αὐτό πού ἔχουμε μπροστά μας. Ἔτσι περνοῦν τά χρόνια
μας ἄκαρπα γιατί δέν ἀξιοποιοῦμε τήν κάθε στιγμή. Τώρα εἴμαστε ἐδῶ καί
μπορεῖ ὁ διάβολος νά μᾶς βάλει νά σκεφτόμαστε ἄλλα πράγματα, τί θά γίνει
μετά. Λέει κάπου ὁ Ἀπόστολος: «Ἐξαγοραζόμενοι τόν καιρόν» (Ἐφ. 5,15).
Αὐτό σημαίνει νά ἐξαγοράζουμε τήν κάθε εὐκαιρία. Καιρός στήν ἀρχαία
γλώσσα, σημαίνει καί εὐκαιρία. Κάθε στιγμή εἶναι καί μιά εὐκαιρία.
Ἔρχεται κάποιος καί σέ βρίζει. Εἶναι μιά εὐκαρία. Τί εὐκαιρία; Νά
συγχωρεθεῖς ἀπό τόν Θεό γιά τίς δικές σου ἁμαρτίες. Ὅταν τόν
συγχωρήσεις, κάνεις ὑπομονή, εὐχηθεῖς γιά αὐτόν νά τοῦ δώσει ὁ Θεός
μετάνοια, δέν μιλήσεις, δέν τόν ἀντιπαθήσεις, δέν τόν μισήσεις, δέν
ἐπιχειρήσεις νά τόν ἐκδικηθεῖς, ἀντίθετα τόν συμπονέσεις, τότε ἔπιασες
τήν εὐκαιρία, ἐξαγόρασες τόν καιρό. Ἀλλά ὅταν ζεῖς, ὅπως εἴπαμε
προηγουμένως, στό παρελθόν ἤ στό μέλλον, τότε θά τήν χάσεις τήν εὐκαιρία
πού θά παρουσιαστεῖ καί θά λειτουργήσεις παρορμητικά, δηλαδή θά
μισήσεις αὐτόν πού σέ ἔβρισε. Θά τόν ἀντιπαθήσεις, γιατί δέν ἔχεις τόν
νοῦ σου στόν Χριστό.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ὅταν πέσουμε
σέ μιά ἁμαρτία, ὁ διάβολος προσπαθεῖ νά μᾶς ρίξει στήν ἀπελπισία. Τάχα
ὅτι ὅλο τά ἴδια κάνουμε, μάταια ἡ προσπάθεια καί τά κηρύγματα πού
ἀκούσαμε κ.λ.π. Θέλει νά σταματήσουμε νά προσπαθοῦμε καί νά πηγαίνουμε
στόν Χριστό. Ἡ μεγαλύτερη παγίδα τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ ἀπελπισία. Μπορεῖ
ἀκόμα νά μᾶς πεῖ κάτι ὁ Πνευματικός μας καί νά μᾶς φανεῖ βαρύ. Ὄχι, ὁ
Πνευματικός ἔχει τό δικαίωμα νά μᾶς πεῖ ὅ,τι θέλει. Θά μᾶς κάνει κάποια
παρατήρηση γιά νά μᾶς βοηθήσει. Ἄν τά βάλουμε μέ τόν Πνευματικό ἤ
φύγουμε κιόλας, ὑποκύπτουμε στόν διάβολο. Ἴσα-ἴσα ὁ Πνευματικός, πού σέ
ἀγαπάει, θά σοῦ κάνει καί μία παρατήρηση, ὅπως ὁ γιατρός θά σοῦ κάνει
καυτηριασμό ἄν χρειαστεῖ γιά νά ἀφαιρέσει τόν καρκίνο. Ἄν σοῦ πεῖ δέν
ἔχεις τίποτα καί σέ διώξει, δέν εἶναι γιατρός, εἶναι τσαρλατάνος.
Ἡ κατάθλιψη, στήν ὁποία προσπαθεῖ
νά μᾶς ρίξει ὁ διάβολος, οὐσιαστικά εἶναι μιά ἀπελπισία, μιά ἀδράνεια.
Παραιτεῖται ὁ ἄνθρωπος ἀπό ὅλα. Εἶναι δαιμονική κατάσταση ἡ ὁποία δέν
φεύγει μέ τά φάρμακα, ἀλλά ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, φεύγει μέ τήν
ταπείνωση καί τήν ἀγάπη στόν Θεό. «Ὁ ἄνθρωπος τότε δέν μπορεῖ νά κάνει
τίποτα. Ἀχρηστεύεται. Λέει: «εἶμαι ἁμαρτωλός, ἄθλιος, εἶμαι τοῦτο, εἶμαι
κεῖνο… Ἔπρεπε τότε, δέν ἔκανα τότε, τώρα τίποτα… Πᾶνε τά χρόνια μου
χαμένα, δέν εἶμαι ἄξιος». Τοῦ δημιουργεῖται ἕνα αἴσθημα κατωτερότητος,
ἕνας ἄκαρπος αὐτοεξευτελισμός», γιατί ὑπάρχει καί καρποφόρος
αὐτοεξευτελισμός, ὅταν ταπεινώνεσαι ἀλλά δέν ἀπελπίζεσαι. Ὅπως εἶπε ὁ
Κύριος στόν Ἅγιο Σιλουανό: «Κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη καί μήν
ἀπελπίζεσαι». Ὄντως γιά τήν κόλαση εἴμαστε μέ αὐτά πού ἔχουμε κάνει ἀλλά
δέν ἀπελπιζόμαστε. Ὁ Κύριος καί ἀπό τήν κόλαση μπορεῖ νά μᾶς σώσει,
διότι εἶναι οἰκτίρμων, ἐλεήμων, μακρόθυμος, πολυέλεος καί φιλάνθρωπος.
Καί σ’ Αὐτόν καταφεύγουμε, δέν καταφεύγουμε στόν ἑαυτό μας. Οὔτε ἔχουμε
πίστη στά ἔργα μας. Δέν θά σωθοῦμε ἀπό τίς καλές μας πράξεις ἀλλά ἀπό τό
ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό θέλει ὁ διάβολος νά μᾶς στερήσει, γι’ αὐτό μᾶς
λέει «παράτα τα, δέν ὑπάρχει ἔλεος γιά σένα». Ὑπάρχει ἔλεος καί στίς
χειρότερες ἁμαρτίες νά πέσουμε, γιατί ὅταν κατευθυνθοῦμε στόν Θεό, μᾶς
τά σβήνει ὅλα.
«Ξέρετε τί βαρύ πράγμα εἶναι
αὐτό;», πού λένε μερικοί γιά μένα δέν ὑπάρχει σωτηρία, «εἶναι
ψευτοταπείνωση», δέν εἶναι ἀληθινή ταπείνωση. Ἡ ἀληθινή ταπείνωση σοῦ
λέει «προσπάθησε πάλι». Ἔχει ὁ Θεός. Καί γιά τόν Ἰούδα εἶχε, ἀλλά ὁ
Ἰούδας δέν πῆγε στόν Χριστό. Πῆγε καί κρεμάστηκε.
«Ὅλ’ αὐτά», ὅτι δέν ὑπάρχει γιά
μένα σωτηρία κλπ, «εἶναι σημάδια ἀπελπισμένου ἀνθρώπου, πού τόν ἔχει
κυριεύσει ὁ σατανᾶς. Ὁ ἄνθρωπος φθάνει στό σημεῖο νά μήν θέλει οὔτε νά
μεταλάβει, νομίζει ὅτι εἶναι ἀνάξιος γιά τά πάντα. Προσπαθεῖ νά
ἐξουθενώσει τήν δράση του, τόν ἑαυτό του, γίνεται ἄχρηστος. Αὐτή εἶναι ἡ
παγίδα πού στήνει ὁ σατανᾶς, γιά νά χάσει ὁ ἄνθρωπος τήν ἐλπίδα του
στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Αὐτά εἶναι φοβερά, ἀντίθετα πρός τό Πνεῦμα τοῦ
Θεοῦ».
«Κι ἐγώ σκέπτομαι ὅτι ἁμαρτάνω. Δέν
βαδίζω καλά. Ὅ,τι ὅμως μέ στενοχωρεῖ, τό κάνω προσευχή, δέν τό κλείνω
μέσα μου, πάω στόν Πνευματικό, τό ἐξομολογοῦμαι, τελείωσε!». Αὐτό εἶναι!
Εἶναι πολύ ἁπλά τά πράγματα. Ὅ,τι στενοχώρια ἔχουμε, τό κάνουμε
προσευχή. Τό λέμε καί στόν Πνευματικό καί προχωρᾶμε. Ὅσο κάθεται κανείς
καί βράζει μέ τό ζουμί του, ὅπως λέμε, τόσο τόν ἀπελπίζει ὁ σατανᾶς. «Νά
μήν γυρίζομε πίσω καί νά λέμε τί δέν κάναμε. Σημασία ἔχει τί θά κάνομε
τώρα, ἀπ’ αὐτή τήν στιγμή κι ἔπειτα. Ὅπως λέγει ὀ Ἀπόστολος Παῦλος: «τά
μέν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δέ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος» (Φιλ.
3,14)». Ξεχνᾶμε τά πίσω καί προχωρᾶμε.
Στόν Ἀπόστολο Παῦλο πήγαινε τό
πνεῦμα τῆς δειλίας νά τόν ἐκκόψει ἀπό τήν προσπάθειά του πρός τόν
Χριστό, ἀλλά ἔλαβε τό θάρρος καί εἶπε: «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί
Χριστός» (Γαλ. 2,20) καί τό ἄλλο «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ
Χριστοῦ;» (Ρωμ. 8,35). Ὑπάρχει κάτι πού θά μᾶς χωρίσει ἀπό τόν Χριστό;
Τίποτα. Ὅ,τι καί νά κάνουμε, δέν μποροῦμε νά κάνουμε τόν Χριστό νά μή
μᾶς ἀγαπάει. Πάντα θά μᾶς ἀγαπάει ὁ Χριστός. Ἀκόμα κι ἄν κάνουμε τίς
χειρότερες ἁμαρτίες, πάλι θά μᾶς ἀγαπάει. Οὔτε «θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ
διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα», τίποτα δέν μᾶς χωρίζει
ἀπό τόν Χριστό. «Καθώς γέγραπται ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τήν
ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς» (Ρωμ. 8,36).
Καί ὁ Ἅγιος Δαβίδ ὁ Προφήτης καί
Βασιλέας ἔλεγε: «οὐκ ἀποθανοῦμαι, ἀλλά ζήσομαι καί διηγήσομαι τά ἔργα
Κυρίου» (Ψαλμ. 117,17). Δέν θά πεθάνουμε, θά ζήσουμε καί θά δοξάσουμε
τόν Θεό καί τά ἔργα Του. Νά ἐντρυφᾶτε στίς Γραφές. Θυμηθεῖτε ἐκεῖνο τό
ὡραῖο: «ἐγώ τούς ἐμέ φιλοῦντας ἀγαπῶ, οἱ δέ ἐμέ ζητοῦντες εὑρήσουσι
χάριν» (Παρ. 8,17). Αὐτούς πού Μέ ἀγαποῦν τούς ἀγαπῶ καί αὐτοί πού Μέ
ζητοῦν θά βροῦν χάρη. Εἶσαι ὁ χειρότερος ἁμαρτωλός; Θά βρεῖς χάρη,
πήγαινε στόν Θεό!
Ἄς μείνουμε σ’ αὐτά. Ὡς γενικό
συμπέρασμα, εἴπαμε, πρῶτον ὅτι τά ψυχικά τραύματα -καί ὄχι μόνο οἱ
ἐνοχές- θεραπεύονται μέ τήν ἐξομολόγηση καί τήν μετάνοια καί δεύτερον,
μᾶς εἶπε ὁ Ἅγιος, νά μήν γυρνᾶμε πίσω. Ἐφόσον μετανοήσαμε καί
ἐξομολογηθήκαμε, τό ἀφήνουμε τό παρελθόν. Γινόμαστε καινούριοι ἄνθρωποι
μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Ἀπό
ὅτι μπορῶ νά καταλάβω, τά ψυχολογικά πού ἔχει ἕνας ἄνθρωπος προέρχονται
ἀπό τίς ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες δέν ἔχουν ἐξομολογηθεῖ, εἴτε γιατί δέν πάει
κἄν στόν ἐξομολόγο, εἴτε γιατί πάει ἀλλά διστάζει νά τά πεῖ. Ἔτσι οἱ
ἄνθρωποι καταφεύγουν, ὅπως εἴπατε, σέ ψυχολόγους, ψυχίατρους,
χαρτορίχτρες, μέντιουμ κλπ καί προσπαθοῦν νά βροῦν λύση. Ἴσως προσωρινά
νά βρίσκουν.
Ἀπ. : Εἶναι ψευτολύση.
Ἐρ. : Ναί γιατί μετά ἀπό κάποιο διάστημα χειροτερεύουν. Μήπως…
Ἀπ. :
Τί σημαίνει αὐτό πού λένε: «πῆγα στήν Ἐκκλησία, δέν ἔκανα τίποτα, ὁπότε
μετά πῆγα καί στό μέντιουμ καί στόν ψυχίατρο καί στόν ψυχολόγο καί στόν
ἀστρολόγο καί στήν ξεματιάστρα» καί χίλια δυό τέτοια; Τά ὁποῖα εἶναι
ὅλα ‘ποδάρια τοῦ διαβόλου’, νά τό ποῦμε ἁπλά. Ἐκτός ἀπό τήν Ἐκκλησία,
ὅλα τά ἄλλα πού ἐπαγγέλονται θεραπεία, μέ ἐξαίρεση τήν ἐπιστημονική
ἰατρική, ἔχουν μέσα λίγο ἤ πολύ τόν διάβολο. Ἀκόμα καί οἱ λεγόμενες
ἐναλλακτικές ἰατρικές: ὁμοιοπαθητική, βελονισμός, ρέικι, πού λένε γιά
θεραπεία καί σέ ψυχικές ἀρρώστιες, ὄχι μόνο σέ σωματικές, γι’ αὐτό τά
ἀναφέρω.
Οἱ ἄνθρωποι δέν κάνουν αὐτά πού
ζητάει ὁ Χριστός, γιατί ὁ Χριστός ζητάει νά ἀλλάξουν τήν ζωή τους καί
δέν θέλουν νά ἀλλάξουν τήν ζωή τους, γιατί ἀγαποῦν τά πάθη τους, ἀγαποῦν
τήν ἁμαρτία καί γι’ αὐτό δέν ὠφελοῦνται. Μέ τό νά πᾶς μιά φορά στόν
Πνευματικό καί νά πεῖς τίς ἁμαρτίες σου, ὅπως θά τίς πεῖς, χωρίς
μετάνοια καί χωρίς ἀλλαγή ζωῆς, φυσικά δέν ὠφελεῖσαι καί δέν θά βρεῖς
τήν λύση τοῦ προβλήματος. Ἡ λύση τοῦ προβλήματος δέν εἶναι ἁπλῶς νά
τακτοποιηθεῖ τό συγκεκριμένο πρόβλημα. Ἡ λύση τοῦ προβλήματος εἶναι νά
βρεῖς τόν Χριστό καί νά ἑνωθεῖς μέ τόν Χριστό. Πρέπει νά πάρεις τόν
Χριστό μέσα σου, ἀλλά γιά νά Τόν πάρεις, θά πρέπει νά Τόν ἀγαπήσεις καί
γιά νά Τόν ἀγαπήσεις θά πρέπει
νά μπεῖς στήν διαδικασία νά ἀλλάξεις ζωή καί νά πάρεις ἀπόφαση νά
ἐφαρμόσεις ὄχι αὐτά πού λέει ὁ κόσμος, οἱ ἀστρολόγοι, οἱ κουτσομπολόγοι,
ἡ κοινωνία κ.λ.π. ἀλλά αὐτά πού λέει ὁ Χριστός. Αὐτό κοστίζει καί θέλει
καί χρόνο. Γιατί εἴπαμε πρέπει πρῶτα νά γνωρίσεις τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί
μετά νά μπεῖς στήν διαδικασία νά τόν ἐφαρμόσεις.
Γι’ αὐτό λοιπόν δέν θεραπεύονται
καί δέν ὠφελοῦνται αὐτοί πού πᾶνε στήν Ἐκκλησία λόγω ἑνός προβλήματος.
Λέει, γιά παράδειγμα, ἡ Ἐκκλησία ἕναν θεραπευτικό κανόνα: τρεῖς Κυριακές
ἄν δέν πᾶς στήν Ἐκκλησία χωρίς λόγο, ἀφορίζεσαι. Ξέρετε τί σημαίνει
αὐτό; Δέν ἐννοεῖ νά πατήσεις τό πόδι σου στήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἐννοεῖ νά
κοινωνήσεις, καί μάλιστα νά κοινωνήσεις ἀξίως, ὄχι ἀναξίως. Δηλαδή νά
ἔχεις ἐξομολογηθεῖ, νά ἔχεις μετάνοια, νά ἔχεις τήν εὐλογία τοῦ
Πνευματικοῦ σου, νά ἔχεις νηστέψει, νά ἔχεις κάνει τόν κανόνα σου καί
τότε νά κοινωνήσεις. Κι ἕνας ἄλλος Κανόνας τῆς Ἐκκλησίας λέει: αὐτοί πού
ἐνῶ πᾶνε στήν Ἐκκλησία, δέν κοινωνοῦν θά πρέπει νά δώσουν λόγο στόν
ἱερέα γιατί δέν κοινώνησαν. Σήμερα ἔχουμε τόσο πολύ διαστραφεῖ πού θά
πρέπει νά δώσουν λόγο ὅσοι κοινωνοῦν! Οἱ πρῶτοι χριστιανοί κοινωνοῦσαν
κάθε μέρα, τό ὁποῖο εἶναι καί τό φυσιολογικό. Τώρα ὅμως θεωροῦμε
φυσιολογικό νά κοινωνᾶμε δυό-τρεῖς φορές τόν χρόνο… τό ὁποῖο πάλι εἶναι
ἀνώφελο, γιατί δέν γίνεται σωστά. Ἑπομένως, πρέπει κάπως νά τά
ἀντιστρέψουμε ὅλα αὐτά πού ἔχουν περάσει σάν στερεότυπα μέσα μας καί νά
βροῦμε τί λέει ὁ Χριστός.
Οἱ γονεῖς, γιά παράδειγμα, πού
ἔχουν ἕνα παιδί μέ πρόβλημα καί λένε «δέν γίνεται τίποτα, ἄς δοκιμάσουμε
καί τήν Ἐκκλησία..», χωρίς νά ἐξομολογοῦνται, χωρίς νά κοινωνοῦν, χωρίς
νά ζοῦν κατά Χριστόν ζωή… ἔ, πῶς νά τούς βοηθήσει ὁ Χριστός; Ἤ ἔστω ἄν
δέν τό ἔκαναν μέχρι τώρα, νά ἀρχίσουν τώρα νά τό κάνουν. Ἀλλά οὐσιαστικά
αὐτό πού θέλουν εἶναι νά πᾶνε στήν Ἐκκλησία γιά νά τούς κάνει καλά τό
παιδί τους καί νά συνεχίσουν τήν ζωή τους, ὅπως καί πρίν. Καί μετά ἀφοῦ
δέν τούς τά κάνει ὁ Χριστός, δοκιμάζουν καί μέ τόν διάβολο. Ἐκεῖ πᾶνε
μετά γιά νά βροῦνε λύση. Αὐτοί εἶναι ἀξιολύπητοι οἱ ἄνθρωποι καί δέν
ξέρουν τί τούς γίνεται. Δέν τούς ἀπασχολεῖ νά βροῦν τόν Χριστό ἀλλά νά
περάσουν καλά σ’ αὐτή τήν ζωή καί θέλουν τόν Χριστό σάν ἕναν ὑπηρέτη σ’
αὐτή τους τήν ἐπιθυμία. Νά μήν ἔχουν ἀρρώστιες, νά βροῦν τά κορίτσια
τους καλό γαμπρό, νά ἔχουν δουλειά κ.λ.π. Ἄν τό παιδί τους πορνεύει ἤ
δέν ἐξομολογεῖται, αὐτό δέν τούς πειράζει. Τό πρόβλημα εἶναι νά βροῦν
γαμπρό μέ πολλά χρήματα καί καλή δουλειά καί θέλουν ἡ Ἐκκλησία καί ὁ
Χριστός νά ὑπηρετήσουν αὐτό τό θέλημα. Ὁ Χριστός δέν ἦρθε γιά αὐτό. Ὁ
Χριστός ἦρθε γιά νά μᾶς σώσει.
Τί θά πεῖ σώζομαι; Θά πεῖ
διασώζομαι. Διασώζω τόν ἑαυτό μου, δηλαδή τόν φυλάω γιά τήν αἰωνιότητα,
γιά πάντα. Αὐτό σημαίνει σωτηρία: νά ὑπάρχω γιά πάντα. Ὄχι νά ὑπάρχω γιά
πενήντα χρόνια καί μετά νά πάω στόν τάφο καί στήν κόλαση. Νά εἶμαι
αἰωνίως καλά, μέ τόν Χριστό δηλαδή. Αὐτό σημαίνει σώζομαι. Μπορεῖς νά
σωθεῖς χωρίς τόν Χριστό; Ὄχι, δέν γίνεται, γιατί αὐτός πού ὑπάρχει γιά
πάντα εἶναι μόνο ὁ Χριστός. Ἐμεῖς εἴμαστε κτίσματα, εἴμαστε
δημιουργήματα, ἔχουμε ἀρχή. Καί κάθε πράγμα πού ἔχει ἀρχή, ἔχει
ὁπωσδήποτε καί τέλος. Ἐκεῖνος πού δέν ἔχει τέλος εἶναι ὁ Χριστός. Ὁπότε
γιά νά σωθοῦμε ἐμεῖς πού ἔχουμε ἀρχή καί δέν πρέπει νά ἔχουμε τέλος, θά
πρέπει νά ἑνωθοῦμε μ’ Αὐτόν πού δέν ἔχει τέλος, δηλαδή μέ τόν Χριστό.
Ἀλλά γιά νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Χριστό χρειάζεται νά κάνουμε αὐτά πού λέει.
Ἄν δέν κάνουμε αὐτά πού λέει,
δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε. Ἑπομένως ὁ Χριστός δέν ἦρθε γιά νά μᾶς λύσει τά
βιοτικά προβλήματα, τήν κρίση, τήν δουλειά, τό φαγητό μας… Αὐτό εἶναι
τό μόνο εὔκολο γιά τόν Χριστό. Ἀλλά δέν θέλει αὐτό ὁ Χριστός, γιατί, ἄν
μᾶς τά δώσει ὅλα αὐτά εὔκολα, μετά θά κοιμηθοῦμε τελείως πνευματικά, δέν
θά κάνουμε τίποτα καί θά πᾶμε στήν κόλαση καλοπερνώντας.. Ὁ Χριστός
προσπαθεῖ νά μᾶς διασώσει στήν αἰωνιότητα, νά μᾶς διαφυλάξει δηλαδή γιά
πάντα. Νά εἴμαστε γιά πάντα εὐτυχισμένοι. Αὐτό ὅμως δέν μπορεῖ νά γίνει
παρά μόνο ὅταν ἑνωθοῦμε μ’ Αὐτόν. Γι’ αὐτό μᾶς φέρνει κάποιες δυσκολίες
καί κάποια προβλήματα ἔτσι ὥστε νά μᾶς ἐπαναφέρει καί νά μᾶς ὁδηγήσει
στήν μετάνοια, στήν ἀλλαγή μυαλοῦ, στήν ἀλλαγή νοῦ, στήν ἀλλαγή τρόπου σκέψης καί θέασης τῶν πραγμάτων, στήν ἀλλαγή ζωῆς. Αὐτή εἶναι ἡ μετάνοια.
Ἑπομένως δέν πρέπει νά ψάχνουμε νά
λύσουμε τά συγκεκριμένα προβλήματα ἀλλά νά ψαχτοῦμε οἱ ἴδιοι, ἄν εἴμαστε
σωστοί ἀπέναντι στόν Χριστό κι ἄν ἔχουμε τόν Χριστό μέσα μας. Ἄν δέν
Τόν ἔχουμε, κινδυνεύει ἡ σωτηρία μας καί ἡ αἰώνια ζωή. Γι’ αὐτό ὁ
Παράδεισος καί ἡ κόλαση εἶναι ὁ Χριστός. – Θά πεῖ κανείς ἡ κόλαση εἶναι ὁ
Χριστός; – Ναί! Πῶς ὅμως; Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία λέει – τό λέει καί ὁ
κόσμος – ὅτι «ὅλοι θά πᾶμε στό ἴδιο μέρος». Ἀλλά ποιά θά εἶναι ἡ
διαφορά; Ὅτι οἱ καλοί πού ἔχουν ἀγαπήσει τόν Χριστό, θά βλέπουν τόν
Χριστό – γιατί ἐκεῖ πού θά πᾶμε θά εἶναι καί ὁ Χριστός – ὡς Φῶς. Ἐνῶ οἱ
ἀμετανόητοι πού δέν ἔχουν ἀγαπήσει τόν Χριστό, θά Τόν βλέπουν ὡς φωτιά
καί αὐτό θά εἶναι ἡ κόλαση. Δηλαδή ἡ θέα τοῦ Χριστοῦ γιά αὐτούς θά εἶναι
ἡ κόλαση. Πάρε ἕναν ἄθεο καί βάλ’ τον σέ μιά ἀγρυπνία, νά βρίσκεται γιά
ἕξι ὧρες στήν Ἐκκλησία μέ τόν ψάλτη, τόν παπά, τό θυμίαμα… θά τρελαθεῖ!
Στά πέντε λεπτά θά φύγει, δέν θά ἀντέχει. Σκεφτεῖτε λοιπόν αὐτόν τόν
ἄνθρωπο νά τόν βάλεις στόν Παράδεισο, πού θά εἶναι διαρκής ἀγρυπνία, μέ
ψαλμωδία καί δοξολογία στόν Θεό. Δέν θά εἶναι κόλαση γιά αὐτόν; Θά
βλέπει τόν Χριστό καί θά καίγεται.
Ὁπότε λένε οἱ Πατέρες ὅλοι θά δοῦμε
τόν Θεό ἀλλά ἡ διαφορά ἔγκειται στό πῶς θά Τόν δοῦμε! Οἱ μέν ὡς φῶς, οἱ
δέ ὡς φωτιά. Ὄχι σκοτάδι, φωτιά, θά καίγονται!
Ποιός εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας;
Νά μᾶς ἑτοιμάσει νά Τόν δοῦμε ὡς φῶς καί ὄχι ὡς φωτιά. Δέν στέλνει ἡ
Ἐκκλησία στόν Παράδεισο ἤ στήν κόλαση, οὔτε ἀφορίζει, οὔτε κολάζει. Ἡ
Ἐκκλησία εἶναι θεραπευτήριο, ὥστε ἐκεῖνος πού μπαίνει καί ἀκολουθεῖ ὅ,τι
λέει, εἶναι ἕτοιμος στήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ νά Τόν δεῖ ὡς Φῶς
γλυκύτατο καί ὄχι ὡς φωτιά πού κατακαίει.
Μᾶς λένε οἱ ἅγιοι ὅτι στήν Δευτέρα
Παρουσία ἡ ἐνέργεια τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι πῦρ, θά διαχωριστεῖ.
Γνωρίζουμε πώς ἡ φωτιά ἔχει δύο ἰδιότητες: ἀφενός μέν φωτίζει, ἀφετέρου
θερμαίνει καί καίει. Τότε λοιπόν θά διαχωριστοῦν αὐτές οἱ δύο ἰδιότητες
καί γιά τούς καλούς θά εἶναι φῶς, ἐνῶ γιά τούς κακούς θά εἶναι φωτιά.
Ὁπότε, ἄν ζοῦμε ὅπως λέει ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία μας, τό ἀποτέλεσμα
εἶναι νά βλέπουμε ἀπό αὐτή τή ζωή τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἔστω λίγο πρέπει
νά τό βλέπουμε, γιατί ἄν δέν Τόν δοῦμε ἀπό ἐδῶ ὡς φῶς, οὔτε στήν ἄλλη
ζωή θά Τόν δοῦμε ὡς φῶς. Εἴπαμε τό παράδειγμα μέ τόν ἄθεο, ὁ ὁποῖος
ἐπειδή δέν ἔχει ἀγαπήσει τόν Χριστό, δέν ἀντέχει. Ἀντίθετα ὁ ἄνθρωπος
τοῦ Θεοῦ τελειώνοντας τήν μία ἀγρυπνία εὐχαρίστως θά ἄρχιζε κι ἄλλη. Καί
ὅλη του ἡ ζωή εἶναι μιά ἀγρυπνία καί μιά δοξολογία τοῦ Θεοῦ.
Ἄρα τό πρόβλημά μας εἶναι ὅτι δέν
ἔχουμε βάλει στό κέντρο τῆς ζωῆς μας τόν Χριστό. Ἔχουμε τόν ἑαυτό μας
καί τά πάθη μας. Πᾶμε καί καμιά Ἐκκλησία… Ζοῦμε δηλαδή πολύ χλιαρά,
ὁπότε γι’ αὐτό δέν φτάνουμε καί στήν θεραπεία. Βλέπουμε καί τούς παπάδες
καί τήν Ἐκκλησία σάν ἕνα τρόπο καί ἕνα μέσο γιά νά περάσουμε καλά σ’
αὐτή τήν ζωή. Ὁ Χριστός δέν ἦρθε γιά αὐτό. Δέν ἦρθε γιά νά φτιάξει ἕνα
καλό κοινωνικό σύστημα, νά ἔχουν οἱ ἄνθρωποι μιά μέση οἰκονομική
κατάσταση, ὑγεία, μέ ἕνα καλό σύστημα διοίκησης… Ὁ Χριστός ἦρθε γιά νά
μᾶς δώσει τήν αἰώνια ζωή, πού εἶναι Αὐτός ὁ ἴδιος, νά μᾶς δώσει τόν
ἑαυτό Του. Ὅσο ἐμεῖς εἴμαστε κολλημένοι ἐδῶ, δέν πιστεύουμε στόν Θεό.
Τόν ἑαυτό μας ἔχουμε κέντρο καί ζητᾶμε μιά προσωρινή καλοπέραση, τό
ὁποῖο εἶναι μία μεγάλη ἀνοησία, γιατί καί αὐτή τήν καλοπέραση δέν τήν
πετυχαίνουμε. Ἡ ψυχή μας τό μαρτυρεῖ αὐτό. Ὅπως ὁμολόγησε ἡ κόρη τοῦ
Ὠνάση, ἡ ὁποία εἶχε τά πάντα, πώς οὔτε μιά μέρα τῆς ζωῆς της δέν εἶχε
εὐτυχία. Οὔτε μιά μέρα! Καί εἶχε τά πάντα! Ἀπό αὐτό καταλαβαίνουμε ὅτι
καί ὅλα αὐτά πού ζητᾶμε νά μᾶς τά ἔδινε ὁ Χριστός, πάλι δέν θά ἤμασταν
ἱκανοποιημένοι.
Λένε, γιά παράδειγμα: «πάνω ἀπ’ ὅλα
ἡ ὑγεία». Ποιός τό εἶπε ὅτι πάνω ἀπό ὅλα εἶναι ἡ ὑγεία; Καί μή μοῦ
πεῖτε ὅτι ἐννοοῦν τήν ψυχική ὑγεία! Τήν σωματική ὑγεία ἐννοοῦν. Ὁ
Χριστός δέν λέει αὐτό τό πράγμα. Λέει πάνω ἀπ’ ὅλα Ἐγώ. «Ἐγώ εἶμαι τό Α
καί τό Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος» (Ἀποκ. 22,13). Δηλαδή «καθετί πρέπει νά
ξεκινάει ἀπό Ἐμένα καί νά ἔχει σκοπό Ἐμένα». Αὐτό δέν εἶναι ἐγωιστικό,
εἶναι καί βλασφημία νά τό ποῦμε. Τό λέει ὁ Χριστός, γιατί αὐτό εἶναι ἡ
δική μας σωτηρία, ἡ θεραπεία. Αὐτό μᾶς ἑνώνει μαζί Του.
Ἐρ. : …………….
Ἀπ. :
Ὁ Χριστός γι’ αὐτό ἦρθε στήν γῆ «ἵνα λύσῃ τά ἔργα τοῦ διαβόλου» (Ἰω.
3,8). Καί αὐτό πού εἶπατε ὅτι κάπου πρέπει νά πιστεύουμε… Δέν μᾶς
θεραπεύει αὐτό. Πολλοί πιστεύουν σέ μιά ἀνώτερη δύναμη.
Ἐρ. : …………….
Ἀπ. :
Τό ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Πολλοί ἀπό αὐτούς πού ἔχουν τά
ψυχολογικά πᾶνε στούς ψυχιάτρους καί τούς λένε: ἔχεις ἄγχος, κατάθλιψη
κ.λ.π. Δέν τούς λένε ὅτι ἔχεις δαιμονική ἐπήρεια. Κοιτάξτε ὅμως πῶς μᾶς
θεραπεύει ἡ ἐξομολόγηση. Ἡ ἐξομολόγηση μᾶς θεραπεύει διότι ὁ ἄνθρωπος
ἐξομολογούμενος καί παραδεχόμενος τίς ἁμαρτίες του κόβει, ἔλεγε ὁ Ἅγιος
Παΐσιος, τά δικαιώματα τοῦ διαβόλου. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνεξομολόγητες
ἁμαρτίες εἶναι ἐπιρρεπής στίς δαιμονικές ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες
ἀρρωσταίνουν τόν ἄνθρωπο ψυχικά. Γι’ αὐτό, ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση τῆς
κατάθλιψης εἶναι μιά καλή γενική ἐξομολόγηση καί βέβαια μετά ὁ ἄνθρωπος
πρέπει νά προσέχει. Ὄχι νά ξανακάνει πάλι τά ἴδια. Νά ἀρχίσει νά
προσεύχεται ἀδιάλειπτα, νά ἔχει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά ἀποκρούει τίς
καινούριες ἀφορμές γιά ἁμαρτία. Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, πίσω ἀπό τά
ψυχικά νοσήματα κρύβονται δαιμόνια καί τά δαιμόνια φυσικά δέν βγαίνουν
μέ τήν ψυχανάλυση. Ἁπλῶς χορεύουν ἐκεῖ πέρα… Τά δαιμόνια φεύγουν μέ τήν
Χάρη τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἐξομολόγηση, πού λύνονται τά δικαιώματα τοῦ
διαβόλου καί ὁ ἄνθρωπος τότε ἐλευθερώνεται καί μπορεῖ νά χτίσει τό καλό.
Ἄν δέν μετανοήσει καί δέν ἐξομολογηθεῖ, δέν τόν ἀφήνει ὁ διάβολος. Ἄν
μάλιστα τοῦ ἔχει δώσει πολλά δικαιώματα, τόν ἔχει δεμένο καί δέν τόν
ἀφήνει μέ τίποτα. Ἀπό τήν στιγμή ὅμως πού ἐξομολογεῖσαι, μετανοεῖς καί
κάνεις αὐτά πού λέει ἡ Ἐκκλησία, θά πάρεις μετά τίς δυνάμεις πού
χρειάζονται, ὥστε νά τόν διώξεις. Ὅσο δέν τό κάνεις αὐτό, εἶσαι σάν ἕναν
μισοπεθαμένο, ὁ ὁποῖος ἔχει νά φάει μέρες ἤ βδομάδες καί καλεῖται, ἄς
ποῦμε, νά τρέξει κατοστάρι στό στάδιο, μπορεῖ; Δέν μπορεῖ. Ὅσες ὁρμόνες
καί νά τοῦ βάλεις, πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά φάει νά δυναμώσει. Ἔτσι καί
ψυχικά-πνευματικά πρέπει ὁ ἄνθρωπος ἀφενός μέν νά ἀποβάλλει τόν διάβολο
καί τά δικαιώματά του καί ἀφετέρου νά ‘χορτάσει’ τήν Χάρη. Νά πάρει μέσα
του τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί νά δυναμώσει ἡ ψυχή του.
Σήμερα δέν «τρῶμε» τήν Χάρη. Οἱ
ἄνθρωποι δέν ἀκοῦν λόγο Θεοῦ, δέν παίρνουν Θεία Κοινωνία, δέν
προσεύχονται, εἶναι νηστικοί. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά ἔχουν βάλει μέσα
τους ἕνα σωρό ρυπογόνα δηλητήρια, ἀπόβλητα καί βρωμιές καί ἐξαιτίας ὅλων
αὐτῶν ἔχουν ἀρρωστήσει. Ὁ Χριστός μας εἶπε: «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται
ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπί παντί ῥήματι
ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ» (Ματθ. 4,4). Ὁ ἄνθρωπος δέν ζεῖ μόνο μέ
ψωμί. Σήμερα ὅλα τά παιδιά εἶναι παχύσαρκα… ἀλλά Χάρη Θεοῦ δέν τρῶμε.
Ὅλοι μέ ψυχολογικά… καί τά μωρά σέ λίγο θά τά πηγαίνουν στόν
παιδοψυχίατρο γιά νά ἀντιμετωπίσουν τά ψυχολογικά τους, γιατί δέν
παίρνουν τόν Θεό μέσα τους καί ἡ ψυχή τους εἶναι νηστική. Κι ἄν εἶναι
νηστική καί τούς δίνεις κι ἕνα σωρό βρώμικα πράγματα, ὅπως τηλεόραση καί
χίλια δυό ἄλλα, φυσικά ἀρρωσταίνει. Ὅπως ἕνας ἄνθρωπος πού δέν τρώει
σωματικά, στήν ἀρχή θά ἁρπάξει ἕνα κοινό κρυολόγημα, μετά θά πάθει
πνευμονία, μετά φυματίωση καί μετά ἔρχεται ὁ θάνατος. Τό ἴδιο συμβαίνει
καί μέ τήν ψυχή. Ἡ ψυχή χρειάζεται φαγητό ἀλλά ἐπειδή εἶναι πνεῦμα, τό
φαγητό τῆς ψυχῆς εἶναι πνευματικό, εἶναι ἡ Χάρις, εἶναι ὁ Θεός.
Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, θά ἔρθει
καιρός πού θά τό καταλάβουν αὐτό οἱ ἄνθρωποι καί θά σέ ἀναγκάζουν νά
προσεύχεσαι. Θά ἔχεις πρόστιμο, ἄν δέν προσεύχεσαι! Μακάρι νά ἔρθει
αὐτό, μήπως καί βάλουμε μυαλό… Δέν εἶναι ὡραῖο βέβαια νά σέ ὑποχρεώνει
τό κράτος νά προσεύχεσαι, ἀλλά σκεφτεῖτε σέ τί ἀδιέξοδο θά φτάσουμε…
Γιατί νομίζετε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος
ἅρπαξε τόν Χριστιανισμό καί τόν ἔβαλε μέσα στό κράτος; Ἦταν πολύ
ἔξυπνος ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος. Κοσμικός ἄρχοντας ἦταν, Αὐτοκράτορας καί
παρόλο πού ἦταν ἀβάπτιστος, κατάλαβε ὅτι ὁ Χριστιανισμός παράγει σωστούς
πολίτες. Ὄχι μέ τήν ἔννοια πού λένε οἱ Ἀμερικάνοι «politically
correct» γιατί αὐτοί ἐννοοῦν σωστούς ἐκείνους πού παραδέχονται τήν
ὁμοφυλοφιλία καί τέτοια διεστραμμένα πράγματα. Ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι
χριστιανός καί ζεῖ τόν Θεό καί ἔχει ἀδιάλειπτη προσευχή, θά κάνει καί
ὑπακοή στόν νόμο τοῦ κράτους, θά εἶναι καί σωστός πολίτης, θά προάγει
καί ὅλο τό κράτος. Ὁπότε λέει ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος αὐτό δέν θέλω;
Σταμάτησε λοιπόν τούς διωγμούς καί ἄφησε ἐλεύθερους τούς χριστιανούς. Σέ
πρώτη φάση ἐξασφάλισε τήν ἀνεξιθρησκεία καί κατόπιν ὁ Μέγας Θεοδόσιος
ἔκανε καί ἐπίσημη θρησκεία τόν Χριστιανισμό. Ἦταν πολύ ἔξυπνοι
Αὐτοκράτορες, γιατί ὁ Χριστιανισμός παράγει σωστές προσωπικότητες. Ἡ
Ἐκκλησία θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα πού εἶναι διεφθαρμένη καί
σκοτισμένη.
Ὅλοι γεννιόμαστε σκοτισμένοι,
γεννιόμαστε μέ τήν κληρονομιά τοῦ Ἀδάμ, μέ τίς συνέπειες τοῦ
προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Ἡ ἐνέργεια πού ἔχουμε μέσα μας, πού λέγεται
νοερά ἐνέργεια, δέν δουλεύει γιά τόν Θεό, ὅπως θά ἔπρεπε. Δουλεύει στήν
λογική καί ὑποτάσσεται στό περιβάλλον καί ὁ ἄνθρωπος ἀντί νά λατρεύει
τόν Θεό, λατρεύει τά κτίσματα, τά χρήματα, τίς ἡδονές, τήν δόξα καί τήν
γνώμη τοῦ κόσμου. Αὐτά καθορίζουν τήν ζωή μας. Ὅλα αὐτά ὅμως εἶναι
ὑποδούλωση καί ὁ Χριστός ἦρθε νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό αὐτή τήν
ὑποδούλωση. Ἐπιστρέφοντας πρός Αὐτόν, νά πάψουμε νά μᾶς ἐνδιαφέρουν τά
τοῦ κόσμου καί νά ἑνωθοῦμε μαζί Του, τό ὁποῖο εἶναι καί ἡ πραγματική
χαρά καί μακαριότητα. Αὐτή ἡ θεραπεία γίνεται στήν Ἐκκλησία.
Ἐρ. : Ἄν δέν δεχτοῦμε ὅτι μόνο ὁ Χριστός μπορεῖ νά νικήσει τόν διάβολο…
Ἀπ. :
Θά ταλαιπωρούμαστε… Φυσικά μόνο ὁ Χριστός τό κάνει καί ἡ Χάρις τοῦ
Χριστοῦ. Τίποτα ἄλλο. Ἀλλά ὁ Χριστός -προσέξτε- μᾶς ἔδωσε τήν Ἐκκλησία.
Γιατί λέει κανείς «ἐντάξει ὁ Χριστός, τί θά κάνω;». Θά βρεῖς ἔναν ὁδηγό,
ἕναν Πνευματικό ὁδηγό πού θά σοῦ πεῖ τί θά κάνεις. Θά βρεῖς ἕναν
ἄνθρωπο, θά τοῦ λές τά πάντα καί θά σοῦ λέει τί θά κάνεις. Αὐτό εἶναι ἡ
φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου