Συνεχίζουμε τή σειρά αὐτῶν τῶν πολύ πνευματικῶν θεμάτων ἀπό τό βιβλίο πού ἔχει γράψει ὁ Ἅγιος Δημήτριος τοῦ Ροστώβ καί λέγεται «Πνευματικό Ἀλφάβητο»[1] καί μᾶς βάζει στή θεμελιώδη πνευματική πορεία, μᾶς δίνει μᾶλλον τίς ὁδηγίες γιά μία καλή πνευματική ἀρχή, μᾶς βάζει τά θεμέλια τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό λέγεται καί Ἀλφάβητο. Μᾶς δίνει δηλαδή τίς βάσεις πάνω στίς ὁποῖες πρέπει νά χτίσουμε τήν πνευματική ζωή, δηλαδή τή σωτηρία μας. Μᾶς μίλησε στήν ἀρχή γιά τούς λογισμούς. Τό πρῶτο κεφάλαιο ἦταν ὁ πόλεμος τῶν λογισμῶν. Μετά μᾶς μίλησε ὁ Ἅγιος γιά τόν φωτισμό, τόν θεῖο φωτισμό, καί τό τρίτο μάθημα ἦταν γιά τή συνείδηση καί γιά τή διάκριση πού πρέπει νά ἔχουμε. Γιατί κανείς μπορεῖ ν’ ἀγωνίζεται, ἀλλά, ἄν δέν ἔχει διάκριση, θά κοπιάζει χωρίς ὠφέλεια. Ὅπως ἕνας πού χτυπάει ἕνα σίδερο, ἀλλά δέν ἔχει σχεδιάσει τί θέλει νά φτιάξει. Δέν θά βγεῖ κάτι καλό.
Τό τέταρτο μάθημα πού ἔχει ὁ Ἅγιος εἶναι περί νηστείας καί ἐγκρατείας. Εἶναι βέβαια ἐπίκαιρο αὐτό, γιατί καί τώρα, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νηστεύουμε ἑτοιμαζόμενοι γιά τή μεγάλη γιορτή τῶν Χριστουγέννων, τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου. Ἡ νηστεία, ὅπως μᾶς λένε οἱ ἅγιες γραφές, εἶναι συνηλικιώτης τῆς ἀνθρωπότητας. Τί θά πεῖ αὐτό; Ὅτι ἔχει ἴδια ἡλικία μέ τήν ἡλικία πού ἔχει ἡ ἀνθρωπότητα. Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος δηλαδή, πού ἦταν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα πῆραν ὡς ἐντολή νά νηστεύουνε. Αὐτή ἦταν ἡ πρώτη ἐντολή πού πῆραν ἀπό τόν Θεό, νά τρῶνε ἀπό ὅλα τά δέντρα πού ἦταν ἐκεῖ στόν Παράδεισο ἐκτός ἀπό ἕνα, ἀπό τό δέντρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Ἤτανε, λοιπόν, ἡ πρώτη-πρώτη ἐντολή.
Σήμερα πολλοί ἄνθρωποι, δυστυχῶς, λένε ὅτι «ἐντάξει οἱ ἐντολές.. ἀλλά ἡ νηστεία δέν εἶναι τίποτα» καί μποροῦμε νά τή βάζουμε στήν ἄκρη. Παραθεωροῦν τή νηστεία καί δυστυχῶς πολύ λίγοι ἄνθρωποι νηστεύουν στίς μέρες μας. Κι ἄν κάποιος πεῖ ὅτι νηστεύει, τόν κοιτᾶνε καί παράξενα, καί μάλιστα τοῦ ἐπιτίθενται κιόλας.. τί εἶναι αὐτά πού κάνεις;… τάχατες ἀπό ἐνδιαφέρον.. θά κινδυνέψει ἡ ὑγεία σου.. θά ἀρρωστήσεις.. μήν κάνεις ὑπερβολές…
Κι ὅμως αὐτή ἡ ἐντολή ἦταν ἡ πρώτη πού δόθηκε στόν ἄνθρωπο καί μάλιστα ἐνῶ ἤτανε μέσα στόν Παράδεισο. Ὄχι ἀφοῦ βγήκαμε ἀπό τόν Παράδεισο, ἀλλά ἐνῶ ἤμασταν μέσα στόν Παράδεισο, μᾶς ἔδωσε τήν ἐντολή νά νηστεύουμε, δηλαδή νά ἐγκρατευόμαστε ἀπό κάποιες τροφές. Καί συγκεκριμένα στόν Παράδεισο, ὅπως εἴπαμε, ἀπό ἐκεῖνο τό δέντρο, ἀπό τούς καρπούς ἐκείνου τοῦ δέντρου, τό δέντρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ.
Βλέπουμε ἐπίσης μετά, τούς Ἁγίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης νά νηστεύουν, πρίν ἔρθουν σέ κοινωνία μέ τόν Θεό. Ὅπως ἐπίσης ὁ Μωυσῆς, πρίν πάρει τίς ἐντολές ἀπό τόν Θεό στό ὄρος Χωρήβ νήστεψε. Δέν ἔφαγε τίποτα σαράντα μέρες καί σαράντα νύχτες. Καί μάλιστα αὐτό τό ἔκανε δύο φορές. Γιατί, ὅπως γνωρίζετε, τήν πρώτη φορά πού πῆρε τίς θεόγραπτες πλάκες, μετά κατέβηκε κάτω καί τίς ἔσπασε, γιατί ἀγανάκτησε μέ τήν ἀδιαφορία, μᾶλλον μέ τήν ἀγνωμοσύνη τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε τήν ὑπομονή τῶν 40 ἡμερῶν καί ἄρχισε νά εἰδωλολατρεῖ. Μετά ἀνέβηκε καί δεύτερη φορά καί πάλι πῆρε τίς ἐντολές ἀπό τόν Θεό.
Ἔχουμε ἐπίσης νηστεία στούς τρεῖς παῖδες εἰς τήν Βαβυλῶνα, οἱ ὁποῖοι μάλιστα τρῶνε ὄσπρια. Ἐνῶ ἦταν μέσα στό βασιλικό ἀνάκτορο καί μποροῦσαν νά τρῶνε ἀπ’ ὅλα, ἔτρωγαν νηστίσιμες τροφές σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ἦταν σέ χώρα εἰδωλολατρική, ἦταν αἰχμάλωτοι στή Βαβυλῶνα, τηροῦσαν ὅμως τίς ἐντολές τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί ἦταν πολύ πιό ἔξυπνοι ἀπό τούς ἄλλους συμμαθητές τους, οἱ ὁποῖοι ζοῦσαν μαζί τους, πήγαιναν μαζί στή σχολή, ἐκεῖ πού εἶχε ὁ βασιλιάς καί ἔτρωγαν ἀπ’ ὅλα.
Ἡ νηστεία βλέπουμε νά εἶναι καί μέσα στή ζωή τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος νήστεψε, ἐνῶ δέν εἶχε ἀνάγκη θά λέγαμε. Ἦταν τέλειος, ἀναμάρτητος. Ὅμως παρ’ ὄλα αὐτά μᾶς δίδαξε νά νηστεύουμε πρίν μάλιστα βγοῦμε σέ κάποια μεγάλη δράση, ἀρχίσουμε κάποιο ἔργο σπουδαῖο. Ὅπως ὁ Κύριος ἐνόψει τῆς δημόσιας δράσης Του, τῆς ἐκλογῆς τῶν Ἀποστόλων καί τῆς ἔναρξης τοῦ ἔργου Του ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ Του ἔργου, τοῦ κηρύγματός Του, νήστεψε 40 μέρες καί 40 νύχτες. Δέν ἔφαγε τίποτα! Γιά νά τό σκεφτοῦμε λίγο αὐτό… Ἐμεῖς λέμε νά κάνουμε ἕνα τριήμερο στήν ἀρχή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί αὐτό δέν τό κάνουμε σωστό ἐνδεχομένως.. ἐντάξει.. πάλι κάτι θά φᾶμε, κάτι θά πιοῦμε.. Ὁ Κύριος δέν ἔφαγε - δέν ἤπιε τίποτα 40 μέρες. Πόσο σπουδαῖο πράγμα! Τό ἴδιο καί ὁ Μωυσῆς εἴπαμε. Τό ἴδιο καί ὁ Προφήτης Ἠλίας, ἐπίσης στήν Παλαιά Διαθήκη. Καί πολλοί ἄλλοι ἄνθρωποι ἔκαναν αὐτή τήν νηστεία τῶν 40 ἡμερῶν. Καί ἄλλοι ἅγιοι, καί γυναῖκες, βλέπουμε νά νηστεύουν ἐπίσης πολλές ἡμέρες.
«Νηστεύσας», ὁ Κύριος, «ἡμέρας τεσσαράκοντα καί νύκτας τεσσαράκοντα», λέει στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, «ὕστερον ἐπείνασε»[2] κατά παραχώρηση Θεοῦ. Κατά παραχώρηση δική Του δηλαδή ἐπείνασε, γιά νά φανεῖ καί ἡ ἀνθρώπινή Του φύση. Καί τότε τόν ἐπείραξε ὁ διάβολος, κατά παραχώρησή Του, καί Τοῦ εἶπε νά πεῖ, νά δώσει ἐντολή, ὥστε οἱ πέτρες πού ἦταν ἐκεῖ μπροστά στήν ἔρημο, ἐκεῖ στό Σαραντάρειο Ὄρος πού νήστεψε ὁ Κύριος, νά γίνουν ψωμιά. Πάνω ἀπό τήν Ἰεριχώ εἶναι αὐτό τό βουνό καί τό ἐπισκεπτόμαστε ὅσοι πᾶμε στούς Ἁγίους Τόπους. Ἐκεῖ εἶναι καί μοναστήρι τώρα ὀρθόδοξο καί ὑπάρχει καί μία πέτρα πού, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, ὁ Κύριος ἐκεῖ ἐκαθότανε. Βέβαια ὅλο τό βουνό εἶναι ἁγιασμένο, ἐκεῖ πού νήστεψε ὁ Κύριος καί πάλεψε, δηλαδή κατατρόπωσε τόν διάβολο.
Ὁ πρῶτος πειρασμός λοιπόν πού Τοῦ ἔβαλε, ἐνῶ πεινοῦσε ὁ Κύριος, γιά νά φανεῖ καί ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἤτανε ὁ πειρασμός τῆς φιληδονίας. Καί δέν Τοῦ εἶπε «πές αὐτή ἡ πέτρα νά γίνει ψωμί». Γιατί πόσο χρειάζεται γιά νά χορτάσει ἕνας ἄνθρωπος; Καί μάλιστα ὅταν ἔχεις νά φᾶς μέρες, πολύ λίγο χρειάζεται γιά νά χορτάσεις, γιατί τό στομάχι ἔχει μικρύνει. Τοῦ εἶπε «οἱ πέτρες νά γίνουν ψωμιά»[3]. Δηλαδή, Τόν ἔβαλε στόν πειρασμό τῆς γαστριμαργίας, νά φάει πολύ. Δέν χρειαζότανε ὅλες ἤ πολλές πέτρες νά γίνουνε ψωμιά. Καί μία πέτρα ἦταν ἀρκετή. Καί ὁ Κύριος τόν κατατρόπωσε μ’ ἐκεῖνον τόν λόγο τόν περίφημο, ὅτι δέν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος μόνο μέ ψωμί «οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπί παντί ῥήματι», ἀλλά μέ κάθε λόγο πού βγαίνει, «ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ»[4].
Βλέπουμε λοιπόν, πῶς ὑπάρχει ἡ νηστεία καί στή ζωή τοῦ Κυρίου. Καί ὅ,τι ἔκανε ὁ Κύριος, λένε οἱ Ἅγιοι, τό ἔκανε γιά μᾶς, γιά νά μᾶς δώσει πρότυπο ζωῆς. Ἑπομένως, δέν δικαιολογεῖται ὁ χριστιανός νά λέει ὅτι ἡ νηστεία δέν εἶναι τίποτα, ἀφοῦ ὁ ἴδιος μέ τή ζωή Του μᾶς διδάσκει ὅτι πρέπει νά νηστεύουμε.
Ἐπίσης, ἡ ἐγκράτεια εἶναι πάλι μέσα στό θέμα τό σημερινό καί θά δοῦμε πῶς τό ἀναπτύσσει καί ὁ Ἅγιος Δημήτριος. Ἡ νηστεία ἐντάσσεται μέσα στή γενικότερη ἐγκράτεια.
- Ἐγκράτεια τί θά πεῖ;
Θά πεῖ ἡ αὐτοσυγκράτηση πού θά πρέπει νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος καί στό θέμα τῆς κοιλίας, τοῦ φαγητοῦ, νά μή γαστριμαργεῖ, νά μήν τρώει παραπάνω ἀπ’ ὅσο χρειάζεται, ἀλλά καί στό θέμα τῶν ἡδονῶν γενικότερα. Ἡ ἡδονή πού ἔρχεται ἀπό τό φαγητό, ἡ ὁποία τέρπει τόν λάρυγγα καί τό πάθος τό ἀντίστοιχο λέγεται λαιμαργία. Λαιμαργία, δηλαδή αὐτό πού δίνει ἡδονή στό λαιμό. Δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ὑποκύπτει σ’ αὐτό. Πρέπει νά εἶναι ἐγκρατής στίς ἡδονές πού ἔρχονται ἀπό τά φαγητά, στίς ἡδονές τῆς γεύσης. Ἐγκράτεια ὅμως καί στά μάτια. Πρέπει νά συγκρατεῖ τά μάτια του, νά μή βλέπει πονηρά, νά μή βλέπει πράγματα τά ὁποῖα ἐρεθίζουν τή σάρκα. Ἐγκράτεια καί στά αὐτιά. Νά μήν ἀκούει τραγούδια, λόγια, τά ὁποῖα τόν ξεσηκώνουν, τοῦ ξεσηκώνουν τά πάθη. Ἐγκράτεια στήν ἀφή, ἐγκράτεια στόν ὕπνο, ἐγκράτεια στήν ἀνάπαυση γενικότερα. Θά πρέπει νά ἔχουμε σέ ὅλα ἕνα μέτρο, μία αὐτοκυριαρχία, μία αὐτοσυγκράτηση, γιατί ἡ ὑπερβολή σέ ὅλα αὐτά βλάπτει, ὄχι μόνο τήν ψυχή, ἀλλά καί τό σῶμα. Καί οἱ γιατροί μᾶς λένε, ὅτι σήμερα ἐπειδή δέν ἐγκρατευόμαστε στό φαγητό, τρῶμε πολύ, γι’ αὐτό καί ἀρρωσταίνουμε πολύ. Σήμερα οἱ γιατροί λένε, μήν τρῶτε γιά νά ζήσετε. Πρίν ἀπό πενήντα χρόνια, πού οἱ ἄνθρωποι δέν ἤτανε πλούσιοι, ὅπως εἴμαστε σήμερα, ἤτανε πολύ φτωχοί καί δέν τρώγανε σωστά, δέν ὑπήρχανε τότε αὐτές οἱ πολύ δυνατές τροφές πού ἔχουμε τώρα ἄφθονες, πάθαιναν αὐτή τήν ἀρρώστια πού λέγεται φυματίωση καί πέθαιναν. Καί οἱ γιατροί λέγανε τότε, τρῶτε γιά νά ζήσετε! Σήμερα λένε, μήν τρῶτε γιά νά ζήσετε, γιατί τώρα πέσαμε στό ἄλλο ἄκρο.
Ἡ ἐγκράτεια λοιπόν εἶναι μία γενικότερη ἀρετή, μία ἀρετή πού κυριαρχεῖ ἐπάνω στή σάρκα καί στίς ἐπιθυμίες τῆς σάρκας γενικότερα. Καί νηστεία εἶναι ἡ ἐγκράτεια στήν ἡδονή πού φέρνει τό φαγητό, στά πολλά φαγητά, στό πάθος τῆς γαστριμαργίας καί στά φαγητά τά νόστιμα, πού εἶναι τό πάθος τῆς λαιμαργίας.
«Ἐνετείλατο Κύριος τῷ Ἀδάμ· ἀπό παντός ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπό δέ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ· ᾗ δ᾿ ἄν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε»[5]. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή πού δόθηκε στήν ἀνθρωπότητα. Εἶπε ὁ Κύριος, ἀπό ὅλα τά δέντρα τοῦ Παραδείσου θά φᾶτε -ξύλο θά πεῖ δέντρο- ἐκτός ἀπό τό δέντρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, καί ὅποια μέρα θά φᾶτε ἀπ’ αὐτό, θά πεθάνετε.
Κοιτάξτε τώρα καί οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι τί νομοθετοῦν! Ὑπάρχει ἱερός Κανόνας πού ἐπιβάλλει τή νηστεία στούς χριστιανούς ὅλους, καί στούς κληρικούς καί στούς λαϊκούς. Εἶναι Κανόνας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Δηλαδή ἀπό τούς πρώτους Κανόνες, τούς ἀρχαίους Κανόνες πού ἔχουμε στήν Ἐκκλησία. Μετά ἀπό τούς Ἀποστολικούς Κανόνες ἔχουμε τούς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἔχουμε καί Κανόνες Τοπικῶν Συνόδων. Ἔχουμε καί Κανόνες μεμονομένων Ἁγίων, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νηστευτοῦ, τοῦ Ἁγίου Βασιλείου κ.λ.π.
Λοιπόν κοιτάξτε, ἕνας ἀπό τούς Κανόνες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τί λέει. Ὅποιος κληρικός δέν νηστεύει, καί μάλιστα Τετάρτη - Παρασκευή, πού εἶναι ὅλο τόν χρόνο νηστεία καί πρέπει νά κάνουμε ἀλάδωτο, νά μήν τρῶμε οὔτε λάδι, αὐτός, λέει, νά καθαιρεῖται, καί ὅποιος λαϊκός ἐπίσης δέν νηστεύει Τετάρτη καί Παρασκευή καί τίς Σαρακοστές νά ἀφορίζεται. Ἐκτός φυσικά ἐάν ὑπάρχει λόγος ὑγείας, σωματικῆς ὑγείας. Τότε θά πάρεις τήν ἄδεια ἀπό τόν Πνευματικό σου, δέν θά βάλεις μόνος σου Κανόνα, δέν θά ρυθμίσεις μόνος σου τόν ἑαυτό σου τί θά φᾶς. Θά ρωτήσεις τόν Πνευματικό σου. Καί μάλιστα, λένε οἱ Κανόνες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, καί ὅταν σᾶς καταδιώκουν, νά νηστεύετε ὑπέρ ἐκείνων πού σᾶς καταδιώκουν, γιά νά γίνει ὁ Θεός ἵλεως σ’ αὐτούς, νά τούς συγχωρέσει.
Καί πάρα πολλά ἄλλα μᾶς ἔχουνε πεῖ οἱ Ἅγιοι γιά τή νηστεία. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι θά δεῖτε ὅτι στή ζωή τους νήστευαν πάρα πολύ καί κανένας δέν ἁγίασε χωρίς νηστεία, χωρίς ἐγκράτεια σ’ αὐτές τίς ἡδονές πού φέρνει τό φαγητό, εἴτε τό πολύ φαγητό εἴτε τό νόστιμο φαγητό.
Ἄν νηστεύετε, λέει πάλι ἕνας ἅγιος, ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης, προσέξτε καί αὐτό, μήν ὑπερηφανεύεστε. Γιατί μπορεῖ κανείς νά νηστεύει καί νά ἔχει μεγάλη ἰδέα, ὅτι ἐγώ κάνω κάτι πού δέν τό κάνουν οἱ ἄλλοι. Προσέξτε λοιπόν, μήν ὑπερηφανεύεστε. Διαφορετικά, καλύτερα νά τρῶτε κρέας. Γιατί ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι χειρότερη ἁμαρτία ἀπό τήν ἀκρασία. Ἀκρασία εἶναι τό ἀντίθετο τῆς ἐγκράτειας, δέν ἔχω ἐγκράτεια, δέν κρατῶ τόν ἑαυτό μου, δέν συγκρατῶ τόν ἑαυτό μου. Περισσότερο συμφέρει τόν ἄνθρωπο νά τρώει κρέας παρά νά εἶναι ὑπερήφανος καί ἀλαζόνας. Προσοχή λοιπόν καί στό ἕνα καί στό ἄλλο. Γι’ αὐτό βλέπετε καί ὁ Κύριος τί μᾶς λέει; «Ὅταν νηστεύετε, νά μή γίνεστε σκυθρωποί, ὅπως οἱ ὑποκριτές, γιά νά φανεῖτε στούς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύετε»[6]. Νά φαίνεστε ἐξαντλημένοι καί μέ κίτρινο τό χρῶμα τοῦ δέρματός σας κ.λ.π. καί νά σκυθρωπάζετε, νά κατσουφιάζετε. Δέν τό θέλει αὐτό ὁ Θεός. Ἀλλά ἀντίθετα, νά μή δείχνεις ὅτι νηστεύεις. «Νά νηστεύεις στά κρυφά καί ὁ Θεός πού θά βλέπει τόν κόπο σου, θά σοῦ τό ἀνταποδώσει στά φανερά»[7].
Γι’ αὐτό, καί ὅταν κανείς βρεθεῖ σ΄ ἕνα περιβάλλον πού δέν νηστεύουν, ἐνῶ εἶναι περίοδος νηστείας, καλή ὥρα ὅπως τώρα, δέν εἶναι ἀνάγκη νά πεῖ νηστεύω. Μπορεῖ κάλλιστα νά πεῖ, ὑπάρχει δυνατότητα νά μοῦ δώσετε μία σαλάτα; Χωρίς νά πεῖ ὅτι νηστεύω, ἄν δέν τόν ρωτήσουν. Ἄν τόν ρωτήσουν γιατί;.. νηστεύεις;.. Τότε ναί. Πρέπει νά πεῖ νηστεύω τότε. Εἶναι θέμα ὁμολογίας. Ἐφόσον δέν σέ ρωτᾶνε, καλύτερα νά μήν τό πεῖς, γιά νά τό κάνεις, ὅπως λέει ὁ Κύριος, κρυφά. Καί αὐτό πού κάνεις κρυφά, ὁ Θεός θά σοῦ τό ἀνταποδώσει φανερά.
Ἄς πᾶμε στό κείμενο τώρα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ ἀπό τό ὡραῖο βιβλίο, τό «Πνευματικό Ἀλφάβητο». «Δέν θά ἔχεις», λέγει, «ποτέ πνευματική διαύγεια»[8]. Μᾶς ἀρχίζει ὁ Ἅγιος ἀμέσως ἀπό τούς καρπούς τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία ἔχει πάρα πολλούς ὡραίους καρπούς. Ὁ πρῶτος, ἴσως καί σπουδαιότερος, εἶναι ἡ καθαρότητα τοῦ νοός, ἡ διαύγεια. Ἔχεις καθαρό μυαλό ὅταν νηστεύεις. Ἐνῶ ὅταν τρῶς ἀπ’ ὅλες τίς τροφές αὐτές τίς ζωικές πού ἔχουν καί τά ζωικά λύπη, βλέπετε τό μυαλό δέν εἶναι καθαρό, καί συνάμα, ὅταν κανείς τρώει πολύ τροφή τέτοια, καί τά σαρκικά πάθη ἐρεθίζονται, ξεσηκώνεται ὁ ἄνθρωπος.
«Δέν θά ἔχεις ποτέ πνευματική διαύγεια, σωστή κρίση καί θετικά ἀποτελέσματα στόν πόλεμο κατά τῶν παθῶν σου, ἄν δέν ἀγαπήσεις τή νηστεία καί δέν ἀσκηθεῖς σέ γενικότερη ἐγκράτεια ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν σου». Γενικότερα, πρέπει νά συγκρατοῦμε τόν ἑαυτό μας σέ ὅλες τίς ἐπιθυμίες. Νά μήν ἀφηνόμαστε στίς ἐπιθυμίες, στά «θέλω» μας. Γι’ αὐτό καί ὅταν ὁ Κύριος μᾶς κάλεσε νά Τόν ἀκολουθήσουμε, τί μᾶς εἶπε; «Ὅποιος θέλει νά Μέ ἀκολουθήσει, νά ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό του»[9]. Καί ἀρνοῦμαι τόν ἑαυτό μου, σημαίνει ἀρνοῦμαι τίς ἐπιθυμίες μου. Ὡς ἄνθρωπος ἔχω κάποιες ἀνάγκες, πεινάω, διψάω, κουράζομαι.. Ὅλα αὐτά πρέπει νά τά ἱκανοποιήσουμε, ἀλλά μέχρι ἑνός ὁρίου, ὄχι παραπάνω ἀπ’ ὅσο πρέπει. Ὡραῖα, πεινάω; Θά φάω. Ἀλλά πόσο θά φάω; Μέχρι ἐκεῖ πού χρειάζεται. Ὄχι χόρτασα καί τρώω καί παραπάνω ἀπό γαστριμαργία ἤ ἀπό λαιμαργία. Ἀπό ἐκεῖ καί μετά, τό πάθος τό ὁποῖο ἤτανε ἀδιάβλητο… τά ἀδιάβλητα πάθη εἶναι αὐτά πού ἔχουμε μετά τήν πτώση λόγω τῆς φύσεως τῆς ἀνθρώπινης. Ἀδιάβλητο θά πεῖ ἀνένοχο, δέν ἔχει ἁμαρτία. Πεινᾶς. Αὐτό δέν εἶναι ἁμαρτία, νά πεινᾶς. Εἶναι ἀδιάβλητο πάθος. Εἶναι πάθος ὅμως. Στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν θά πεινᾶμε. Μακάρι νά πᾶμε ὅλοι ἐκεῖ… θά δεῖτε, θά καταργηθεῖ ἡ πεῖνα. Δέν θά πεινάει κανείς, οὔτε θά ἔχει ἀνάγκη νά φάει κανείς. Θά καταργηθεῖ καί ἡ κοιλία. Θά ἔχουμε κοιλιά, ἀλλά δέν θά τρῶμε. Θά εἴμαστε ὅπως οἱ ἄγγελοι στόν οὐρανό. Αὐτές ὅλες οἱ ἀνάγκες μπήκανε στόν ἄνθρωπο μετά τήν πτώση. Εἶναι τά ἀδιάβλητα πάθη. Ἤ διψάω. Εἶναι ἁμαρτία πού διψᾶμε; Ὄχι. Ἤ κουραστήκαμε. Εἶναι ἁμαρτία; Ἤ πού πονᾶμε. Ὄχι, αὐτά ὅλα εἶναι ἀνάγκες ἀνθρώπινες, ἀλλά θά πρέπει νά τά ἱκανοποιήσουμε μέχρι ἐκεῖ πού χρειάζεται. Τό παραπάνω, τό ὁποῖο φέρνει μία ἡδονή σαρκική στόν ἄνθρωπο, αὐτό εἶναι ἁμαρτία καί τότε αὐτό πού εἶναι ἀδιάβλητο, ἀνένοχο, γίνεται διαβλητό, γίνεται ἔνοχο μετά, ὅταν φᾶς παραπάνω ἀπ’ ὅσο πρέπει. Λένε μερικοί «ἔκανα ταράτσα τήν κοιλιά μου..» καί μετά μπορεῖ νά κάνουν καί ἐμετό κ.λ.π. Αὐτό εἶναι ἁμαρτία. Ἤ κοιμᾶται ὑπερβολικά. Καί ὁ πολύς ὕπνος, ξέρετε, εἶναι σάν τό πολύ φαγητό καί ὅπως ἀρρωσταίνεις ἀπό τό πολύ φαγητό, ἀρρωσταίνεις καί ἀπό τόν πολύ ὕπνο. Πρέπει πάλι νά βάλεις κάποια ὅρια. Νά βάλεις καί τό ξυπνητήρι σου, νά ξυπνήσεις τήν ὥρα πού πρέπει.
Δέν θά ἔχεις ποτέ πνευματική διαύγεια», λοιπόν οὔτε θά μπορέσεις νά πολεμήσεις τά πάθη σου, ἐάν δέν ἀγαπήσεις τή νηστεία, λέει ὁ Ἅγιος, καί γενικότερα τήν ἐγκράτεια, τό νά βάζεις ὅρια δηλαδή στήν ἱκαναποίηση τῶν φυσικῶν ἀναγκῶν, τῶν ἀνθρώπινων ἀναγκῶν. Καί γενικότερα ἡ ἐγκράτεια σέ ὅλες τίς ἐπιθυμίες. «Ἀλλιῶς θά δαπανήσεις τή ζωή σου μέσα στό σκοτάδι τῆς συγχύσεως καί τῆς ἀλογίας». Ἀλογία ἔ; Τό ἀντίθετο τῆς λογικῆς. Γίνεσαι ἄλογος, παράλογος, θά κάνεις τρελά πράγματα. Θά εἶσαι μέσα στή σύγχυση. Πότε; Ὅταν ἀφεθεῖς στήν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν σου καί πάρεις σάν ὁδηγό στή ζωή σου τή σάρκα σου καί τίς ἐπιθυμίες της. Τότε θά γίνεις τρελός «καί θά πάρεις ὡς ἀμοιβή τή στέρηση τῆς οὐράνιας μακαριότητας»[10]. Δέν θά μπορέσεις νά πᾶς στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
«Φυλάξου ἀπό τήν πολυφαγία καί τό πιοτό»[11]. Ὅταν λέει πιοτό ἐννοεῖ τό ἀλκοόλ, κατά βάση αὐτά τά ποτά πού ὅταν κανείς πιεῖ παραπάνω ἀπ’ ὅσο πρέπει, θολώνει τό μυαλό του, χάνει τή νήψη, παύει νά εἶναι νηφάλιος, συγχύζεται τό μυαλό του καί εἶναι αὐτό πού λέμε μέθη. Μεθάει ὁ ἄνθρωπος καί δέν ξέρει τί κάνει καί πραγματικά γίνεται ἕνα ἐλεεινό θέαμα. Καί ὅταν ξεμεθύσει καί τοῦ ποῦνε οἱ ἄλλοι τό τί ἔκανε, ντρέπεται. Ἀλλά τήν ὥρα πού τά κάνει δέν ντρέπεται. Αὐτό ἔπαθε καί ὁ Νῶε. Τό λέει στήν Παλαιά Διαθήκη. Μέθυσε καί ἔβγαλε τά ροῦχα του καί ἕνα ἀπό τά ἐγγόνια του γελοῦσε καί μετά βέβαια, ὅταν ξεμέθυσε ὁ Νῶε, ἐπετίμησε τόν ἐγγονό του. Ἀλλά βέβαια ἦταν ἕνα θέαμα πολύ ἄσχημο καί μιά συμπεριφορά, καί μία πτώση ὅλο αὐτό. Βλέπετε, πῶς πρέπει πάρα πολύ νά προσέχουμε τήν ὑπερβολή. Ποτέ ὑπερβολή. Καί στό φαγητό ἡ ὑπερβολή ἀπαγορεύεται καί στό ποτό. Καί κατεξοχήν μάλιστα τό ποτό πρέπει νά προσέχουμε, γιατί ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀρχίσει νά μεθάει, χάνει τόν ἔλεγχο τοῦ ἑαυτοῦ του καί αὐτά πού ντρέπεται νά τά κάνει ὅταν εἶναι ξεμέθυστος, τά κάνει πολύ πιό εὔκολα, ὅταν εἶναι μεθυσμένος.
Βλέπουμε καί στήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ, οἱ Ἑβραῖοι, ὅταν ἤτανε κάτω ἀπό τό Ὄρος Χωρήβ καί περίμεναν τόν Μωυσῆ νά κατέβει μέ τίς πλάκες, τό ρίξανε στό φαγητό καί στό ποτό. Καί μετά λέει, ἀφοῦ ἔφαγαν καί ἤπιαν ὑπερβολικά «ἀνέστησαν παίζειν»[12]. Αὐτό τό «παίζανε», δέν εἶναι ὅτι παίζανε σάν τά μωρά, ἀλλά κάνανε ἀνηθικότητες. Πέσανε στή σαρκική ἁμαρτία. Ὅταν κανείς πέσει στή γαστριμαργία, μετά πάει καί στίς ἀταξίες πού εἶναι κάτω ἀπό τή γαστέρα, πού ἔχουνε σχέση μέ τά τρομερά σαρκικά πάθη. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος «φυλάξου ἀπό τήν πολυφαγία καί τό πιοτό. Σ’ αὐτά τά δύο βρίσκεται ἡ ἀρχή κάθε ἁμαρτίας καί πρό παντός τῆς πορνείας»[13]. Ἀρχή κάθε ἁμαρτίας, ξέρετε, εἶναι ἡ πολυφαγία. Κάθε ἁμαρτίας! Καί μάλιστα θανάσιμης ἁμαρτίας. Γι’ αὐτό, ἄν θέλει κανείς νά κόψει τά πάθη του, νά σταματήσει νά ἁμαρτάνει, θά ἀρχίσει ἀπό τή νηστεία. Θά βάλει κανόνα αὐστηρό, μέ τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του δηλαδή. Θά ρωτήσει τόν πνευματικό του πόσο καί πότε θά τρώει. Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό, νά ἔχει ἕνα πρόγραμμα διατροφῆς καθημερινό καί ὁπωσδήποτε νά ἀκολουθεῖ αὐτά πού λέει ἡ Ἐκκλησία. Ἐκτός φυσικά ἐάν ὑπάρχει λόγος ὑγείας, ὁπότε ρυθμίζεται ἀνάλογα. Γιατί, ὅπως μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι, δέν εἴμαστε σωματοκτόνοι, δέν θέλουμε νά σκοτώσουμε τό σῶμα, ἀλλά παθοκτόνοι. Καί δέν πρέπει νά πέφτουμε οὔτε στήν ὑπερβολή οὔτε ὅμως καί στήν ἔλλειψη.
«Ἡ ἀκράτεια γεννᾶ ὅλα τά κακά», ὅταν κανείς δέν συγκρατεῖ τόν ἑαυτό του. Ἀπό ’κεῖ γεννιοῦνται ὅλα. «Ἀπό τήν πολυφαγία καί τή μέθη βαρύνεται ἡ ψυχή, θολώνει ὁ νοῦς, ἐπαναστατεῖ ἡ σάρκα, ἀποθρασύνεται ὁ σατανᾶς καί ἀποξενώνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή θεία ἀγάπη»[14]. Βλέπετε, ὅλες οἱ ἁμαρτίες γίνονται συνήθως μετά ἀπό τά πολύ καλά τραπέζια, τά πολλά φαγητά καί ποτά, τά φαγοπότια πού λέμε. Μετά ἀκολουθοῦνε οἱ σαρκικές ἁμαρτίες. Ξεσαλώνει ὁ διάβολος καί ὁ ἄνθρωπος φεύγει ἀπό τόν Θεό.
«Ἄν θέλεις νά φθάσεις ἀπελευθερωμένος στόν οὐρανό, νά νικᾶς τά ἡδονικά πάθη καί νά κυριαρχεῖς ἐπάνω τους μέ τά πνευματικά ὅπλα πού σοῦ ἔχουν παραδώσει ὁ Κύριος καί ἡ Ἐκκλησία»[15]. Ἔχουμε ὅπλα πνευματικά, ἀλλά ὅπως μοῦ ἔλεγε καί ἕνας μακαριστός ἐπίσκοπος, πρέπει καί νά τά χρησιμοποιοῦμε. Ἔχουμε πανίσχυρα πνευματικά ὅπλα. Ἕνα πανίσχυρο ὅπλο εἶναι ἡ νηστεία. Γιά ὅλα τά πάθη! Καί ἰδιαίτερα γιά τά σαρκικά πάθη.
- Βλέπετε, γιατί δέν μποροῦμε πολλές φορές νά ἐλέγξουμε τά μάτια μας;
Καί τά μάτια μας γίνονται σάν στόμα καί τρῶνε τόν ἄλλον. Δέν μποροῦμε, γιατί δέν ἔχουμε ἐλέγξει πρῶτα τήν κοιλία μας. Ἕνας ἄνθρωπος πού νηστεύει, πολύ πιό εὔκολα ἐλέγχει καί τά μάτια του. Γιατί, ὅπου θέλεις βλέπεις! Λέει, μέ σκανδάλισε. Γιατί σέ σκανδάλισε; Γιατί ἐσύ ἤθελες νά σκανδαλιστεῖς. Ἄς εἶναι ὁ ἄλλος - ἡ ἄλλη ὅπως θέλει ντυμένη ἐπιτέλους.. ἐσύ γιατί νά τόν κοιτάξεις; Τά μάτια ὅπου θέλουμε τά ρίχνουμε. Ἑπομένως.. Βέβαια καί ὁ ἄλλος ἤ ἡ ἄλλη πού δέν ντύνεται σωστά ἔχει ἁμαρτία μεγίστη. Βεβαίως! Ἀλλά ἐσύ, ἐάν δέν θέλεις, δέν θά τήν δεῖς, ὁπότε δέν θά σκανδαλιστεῖς.
- Γιατί δέν μποροῦμε νά συγκρατήσουμε τά μάτια μας τά περίεργα;
Περιεργαζόμαστε τό κακό καί τήν ἁμαρτία, γιατί προηγουμένως δέν ἔχουμε συγκρατήσει τήν κοιλία. Ἀπό ’κεῖ ξεκινᾶνε ὅλα. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κυριαρχήσει στήν κοιλία, μετά εὔκολα κυριαρχεῖ καί στίς αἰσθήσεις τίς ἄλλες καί στά μάτια καί στά αὐτιά κ.λ.π.
Ἄν θέλεις λοιπόν νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό τά πάθη, νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό ὅλα καί νά πετάξεις στόν οὐρανό, θά πρέπει νά νικήσεις αὐτές τίς ἡδονές πού συνδέονται μέ τήν κοιλία καί νά χρησιμοποιήσεις τά πνευματικά ὅπλα. Καί μέγιστο ὅπλο, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ νηστεία. Ἕνα ἄλλο μέγιστο ὅπλο εἶναι ἡ προσευχή.
- Πῶς θά νικήσεις τά πάθη σου καί μάλιστα τήν γαστριμαργία καί τή λαιμαργία, ἄν δέν προσεύχεσαι; Ἄν δέν τό ζητήσεις ἀπό τόν Θεό;
Ἕνα ἄλλο μέγιστο ὅπλο πού ἔχουμε ἐπίσης εἶναι τά ἄγια μυστήρια, ἡ ἱερά ἐξομολόγηση. Θά τό πεῖς στόν πνευματικό, πάτερ, ἔχω ἀδυναμία σ’ αὐτό τό θέμα, κάντε κι ἐσεῖς προσευχή. Καί ἔτσι θά νικήσεις καί θά ἐλευθερωθεῖς. ««Τῷ νικῶντι δώσω αὐτῷ φαγεῖν ἐκ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς, ὁ ἐστίν ἐν τῷ παραδείσῳ τοῦ Θεοῦ»[16]»[17], λέει στήν Ἀποκάλυψη. Σ’ αὐτόν πού θά νικήσει τά πάθη του, θά τοῦ δώσω νά φάει ἀπό τό δέντρο τῆς ζωῆς, νά ἔχει δηλαδή τήν αἰώνια ζωή καί μακαριότητα.
- Ξέρετε ποιό εἶναι τό δέντρο τῆς ζωῆς;
Ὁ Χριστός! Ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος μᾶς προσφέρεται σέ κάθε Θεία Λειτουργία μέ τή Θεία Κοινωνία. Αὐτό εἶναι τό δέντρο τῆς ζωῆς καί αὐτό εἶναι τό δέντρο πού θά μᾶς τρέφει στόν παράδεισο, θά εἶναι ἡ χαρά μας.
«Τό Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις». Αὐτά λέγει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο στίς ἐκκλησίες, σέ ὅλους τούς πιστούς πού ἀπαρτίζουμε τήν Ἐκκλησία. Θά πρέπει νά νικήσουμε, γιά νά πάρουμε αὐτή τήν οὐράνια τροφή, τόν Χριστό. «Κι ἀκόμη», λέει ὁ Κύριος, «ἐργάζεσθε μή τήν βρῶσιν τήν ἀπολυμμένην»[18]. Μή τρῶτε τό φαγητό πού χάνεται, μήν ἐργάζεστε γιά αὐτό. Λένε οἱ ἄνθρωποι σήμερα, δουλεύω γιά νά φάω. Καί λέει ὁ Χριστός: μήν δουλεύετε γιά νά τρῶτε! Μήν ἐργάζεστε γιά αὐτό τό φαγητό τό ὁποῖο χάνεται. Τό τρῶς, μετά ἀπό λίγο καταλήγει στό ἔντερο, ἀποβάλλεται ὡς ἀκαθαρσία ἕνα μέρος αὐτοῦ, τό ἄλλο γίνεται χυμός στό σῶμα. Μήν δουλεύετε γι’ αὐτό τό ὁποῖο χάνεται. Ἀλλά τί νά ζητᾶτε καί γιά τί νά ἐργάζεστε;
«Τήν βρῶσιν τήν μένουσαν εἰς ζωήν αἰώνιον»[19]»[20]. Νά ἐργάζεστε γιά τό φαγητό τό ὁποῖο μένει - παραμένει γιά πάντα καί σᾶς χαρίζει τήν αἰώνια ζωή. Καί ποιό εἶναι αὐτό τό φαγητό, αὐτή ἡ βρῶσις; Αὐτό εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία κατεξοχήν, εἶναι ὁ Χριστός. Εἶναι οἱ ἀρετές, οἱ ὁποῖες μᾶς ἑτοιμάζουν, ὥστε νά δεχθοῦμε ἄξια τόν Χριστό, τή Θεία Κοινωνία. Βλέπετε, ὅταν βγαίνει ὁ ἱερέας τί λέει; «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης». Δέν μπορεῖς νά πᾶς νά κοινωνήσεις, ἄν δέν ἔχεις αὐτά τά τρία. Φόβο Θεοῦ, δηλαδή νά σέβεσαι τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, νά τίς τηρεῖς. Νά ἔχεις ἐξομολογηθεῖ. Πόσοι ἄνθρωποι πᾶνε ἀνεξομολόγητοι καί κοινωνοῦν καί παθαίνουν πολύ μεγάλη ζημιά καί σωματική ζημιά καί ἀρρώστιες, καί θανάτους ἀκόμα. Θά πρέπει νά ἔχεις λοιπόν φόβο Θεοῦ. Νά ἔχεις πίστη. Νά εἶσαι ὀρθόδοξος βαφτισμένος καί νά ζεῖς σωστά, σύμφωνα μέ τήν πίστη σου. Γιατί πολλοί λένε, πιστεύω στόν Χριστό… ἀλλά κατά τά ἄλλα τή ζωή τους δέν τήν ἀλλάζουνε, τήν ἀνηθικότητα δέν τήν σταματᾶνε. Αὐτοί δέν πιστεύουν στήν πράξη. Στήν πράξη ἀρνοῦνται τήν πίστη. Δέν μιλᾶμε γι’ αὐτούς. Αὐτοί δέν κάνει νά κοινωνήσουν. Θά πρέπει λοιπόν νά καλλιεργήσεις τή σωστή ὀρθόδοξη ζωή, ὄχι ἁπλῶς νά λές τό Πιστεύω σωστά. Αὐτή εἶναι ἡ «βρῶσις ἡ μένουσα», οἱ ἀρετές δηλαδή, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Καί μετά λέει καί ἀγάπη. Δέν μπορεῖ νά εἶσαι μαλωμένος, τσακωμένος, νά μή λές καλημέρα καί νά πᾶς νά κοινωνήσεις. Θά πάθεις πολύ μεγάλη ζημιά. Αὐτά ὅλα λοιπόν πρέπει νά προσέξουμε καί νά καλλιεργήσουμε αὐτές τίς ἀρετές, ὅλες τίς ἀρετές. Γι’ αὐτή τή βρώση μίλησε ὁ Κύριος. Μ’ αὐτές τίς ἀρετές τρέφεται ἡ ψυχή. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τροφή γιά τόν ἄνθρωπο. Τώρα πού ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ τρεφόμαστε. Καί τρεφόμαστε καί ὅταν τόν τηροῦμε. Ὄχι ἁπλῶς νά τόν ἀκοῦμε, νά τόν ἐφαρμόζουμε. Γι’ αὐτή τή βρώση λοιπόν μιλάει ὁ Κύριος.
«Ἡ σάρξ», λέει, «οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν»[21]»[22]. Μήν προσκολλᾶσαι στή σάρκα, στό σαρκικό φρόνημα καί πνεῦμα. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι κυνηγᾶνε πῶς θά καταφέρουν νά ἀναπαύσουν τή σάρκα τους. Αὐτό εἶναι τό κύριο μέλημα τῶν περισσότερων ἀνθρώπων σήμερα, πῶς θά περάσω καλά. Καί ὅταν λένε, νά περάσω καλά, ἐννοοῦν ἡ σάρκα νά περάσει καλά καί δυστυχῶς σκοτώνουν τήν ψυχή τάχατες γιά νά διασκεδάσουν. Νά ξεκουραστῶ.. νά διασκεδάσω.. καί τί κάνουνε; Πᾶνε καί στήνονται μπροστά στίς ὀθόνες, στούς κινηματογράφους ἤ στήν τηλεόραση ἤ στό ἴντερνετ, ἤ καί στό κινητό τους ἀκόμα, καί βλέπουν ὅλους αὐτούς τούς Σοδομίτες ἐκεῖ πέρα πού ἁμαρτάνουν, καί νομίζουν ὅτι διασκεδάζουν καί ξεκουράζονται. Καί τί κάνουν; Σκοτώνουν τήν ψυχή τους μέ ὅλα αὐτά πού βλέπουν. Αὐτή ἡ βρῶσις εἶναι θανατηφόρος καί ὄχι εἰς ζωήν αἰώνιον, ἀλλά εἰς κόλαση αἰώνιο. Γιατί τό παθαίνεις αὐτό; Γιατί δέν ἔχεις μάθει νά ἐγκρατεύεσαι, νά συγκρατεῖς τίς ἐπιθυμίες σου. Νομίζεις ὅτι θά ξεκουραστεῖς, ἄν ἀφεθεῖς στίς ἐπιθυμίες σου, στά ἔνστικτά σου. Αὐτή εἶναι ἡ ὀλέθρια θεωρία τοῦ Φρόυντ, πού ἔχει ποτίσει σήμερα τήν ἀνθρωπότητα. Καί σοῦ λέει μήν πᾶς κόντρα στόν ἑαυτό σου, κάνε αὐτά πού σοῦ λέει τό σῶμα σου, ἡ σάρκα σου, γιατί ἀλλιῶς θά ἔχεις ἀντιδράσεις ἀπό μέσα σου. Αὐτά εἶναι τά μεγάλα ψέματα, πού σήμερα τά περνᾶνε ὡς ἐπιστήμη στούς νέους ἀνθρώπους κατεξοχήν, ἀλλά καί σέ ὅλους. Μᾶς ἔχει ποτίσει αὐτό τό σαρκικό πνεῦμα. Ὄχι! Πρέπει νά πᾶς κόντρα στίς ἐπιθυμίες σου, κόντρα σέ ὅλα αὐτά τά σαρκικά θελήματα, νά συγκρατηθεῖς. Γιατί ἄν ἀφεθεῖς σ’ αὐτά, εἶσαι σάν τόν ἱππέα πού ἀφήνει τά χαλινάρια καί ἀφήνει τό ἄλογο νά τρέχει ὅσο θέλει. Ἔ, τί θά γίνει; Θά σέ πετάξει τό ἄλογο! Θά σέ σκοτώσει. Τό ἄλογο εἶναι τό σῶμα. Ἄν τό ἀφήσεις ἀχαλίνωτο, χωρίς ὅρια, θά χάσεις καί τήν ψυχή σου. Καί τό σῶμα σου θά τό χάσεις.
«Ν’ ἀποστρέφεσαι τόν κορεσμό τῆς κοιλιᾶς». Νά μισεῖς αὐτό τό χόρτασμα καί τό ὑπέρ-χόρτασμα. Ὑπάρχουνε τρία μέτρα στό φαγητό: ἐγκράτεια, αὐτάρκεια, κόρος. Τρία. Ἐγκράτεια εἶναι ὅταν σηκώνεσαι ἀπό τό φαγητό μέ λίγη πεῖνα ἀκόμα. Δέν ἔχεις χορτάσει τελείως. Αὐτό εἶναι τό ἄριστο. Τό δεύτερο μέτρο εἶναι ἡ αὐτάρκεια, δηλαδή νά φᾶς τόσο ὅσο σοῦ ἀρκεῖ, νά χορτάσεις. Καί ὁ κόρος εἶναι νά φᾶς παραπάνω. Ἐνῶ ἔχεις χορτάσει, τρῶς κι ἄλλο, πού εἶναι περιττό καί δημιουργεῖ καί ἕνα σωρό ἀρρώστιες καί ψυχικές καί σωματικές. Νά μισήσεις τόν κόρο, αὐτό λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος. Μή θέλεις νά φτάνεις ποτέ στόν κόρο, δηλαδή ἐνῶ ἔχεις χορτάσει, νά τρῶς κι ἄλλο παραπάνω. Αὐτό εἶναι ἁμαρτία. «Γιά νά μή βρεθεῖς δεμένος στά δεσμά τῶν παθῶν»[23]. Μέ τόν κόρο δένεσαι σέ ὅλα τά πάθη μετά.
«Ὑπομένοντας τήν πεῖνα καί τή δίψα τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν, θά χορτάσεις ἀπό τήν οὐράνια τροφή». Ἔχει λίγο πόνο αὐτό, νά πεινᾶς καί νά διψᾶς γιά τόν Χριστό. Ἀλλά αὐτό θά σέ γεμίσει μέ ὅλα «τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀτελεύτητη εὐφροσύνη στή Βασιλεία Του»[24]. Γιατί; Λέει ὁ Ἀπόστολος στήν πρός Ρωμαίους: δέν εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ φαγητό καί ποτό, ἀλλά ἀρετή καί εἰρήνη καί χαρά ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. «Οὐ γάρ ἐστίν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρῶσις καί πόσις, ἀλλά δικαιοσύνη καί εἰρήνη καί χαρά ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ»[25]»[26]. Αὐτά πρέπει νά κυνηγήσουμε. Θά καταργηθεῖ ἡ κοιλιά, πρέπει νά τό πάρουμε εἴδηση. Δέν πρέπει νά ζοῦμε γι’ αὐτά, πρέπει νά ἐλευθερωθοῦμε. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι, βλέπετε, προσπαθοῦσαν νά τρῶνε ὅσο γίνεται ἐλάχιστα, ὅσο γίνεται λιγότερο. Γι’ αὐτό καί ἡ πολιτεία τους λεγόταν «ἀγγελική πολιτεία». Οἱ Ἄγγελοι δέν τρῶνε οὔτε πίνουν. Καί οἱ ἄνθρωποι λοιπόν, πού ἔχουν αὐτή τήν ἀποφασιστικότητα, ξεκινᾶνε αὐτή τή ζωή ἀπό ἐδῶ. Ἐνῶ ἐδῶ δέν μπορεῖς νά καταργήσεις βέβαια τελείως τό φαγητό. Πρέπει λίγο νά τρῶς, λίγο νά κοιμᾶσαι. Ὅσο γίνεται λιγότερο.. Ἀγωνιζόντουσαν οἱ Ἅγιοι, γιά νά μιμηθοῦν τούς Ἀγγέλους καί νά ἀπελευθερωθοῦν ἀπό αὐτές τίς ἡδονές τίς γήινες καί τίς ἀνάγκες καί ἔτσι πολύ πιό εὔκολα νά περάσουν καί τά ἀντίστοιχα τελώνια καί νά πᾶνε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπου ἐκεῖ δέν θά ὐπάρχει βρῶσις καί πόσις.
«Πόσες γήινες ἀπολαύσεις ἔχεις δοκιμάσει!», λέει ὁ Ἅγιος Δημήτριος, «Πόσες ἡδονές! Κι ὅμως, καπνός καί σύννεφο ἦταν ὅλες καί χάθηκαν. Δέν ἔμεινε τίποτα στά χέρια σου καί στήν ψυχή σου». Πράγματι! Τί ἔμεινε; Τρῶς ἕνα καλό φαγητό. Πρός στιγμήν κάτι… μετά ἀπό λίγο τά ἔχεις ξεχάσει ὅλα. Κι ἄν φᾶς καί παραπάνω, νιώθεις καί ἀηδία καί λές, τί ἤθελα καί τό ἔφαγα αὐτό τό πράγμα. Καί τί μένει τελικά; «Ὁ ἔλεγχος τῆς συνειδήσεως, ψυχική πίκρα, βάρος καί τύψεις καί ντροπή ἀπέναντι στόν Κύριο», ὅταν αὐτές οἱ ἡδονές εἶναι παράνομες. «Κι ὅμως, δέν περνᾶ πολύς καιρός κι ἐπιστρέφεις πάλι ἀλόγιστα», χωρίς λογική, «στά ἴδια»[27], ὅπως τό σκυλί -συγγνώμη, τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή- γυρνάει, λέει, στόν ἐμετό του καί ὅπως ὁ χοῖρος, τό γουρούνι, λούζεται μέσα σ’ αὐτόν τόν βοῦρκο. «Καθάπερ κύων ἐπιστρέψας ἐπί τό ἴδιον ἐξέραμα καί ὕς -εἶναι τό γουρούνι- λουσαμένη εἰς κύλισμα βορβόρου»[28]. Ἔτσι κι ἐσύ, ἐνῶ γεμίσεις θλίψεις, μετά ξαναγυρνᾶς πάλι στά ἴδια ἁμαρτήματα, γιατί δέν ἔχεις μάθει νά ἐγκρατεύεσαι, νά κυριαρχεῖς ἐπάνω στά πάθη σου καί μάλιστα στήν κοιλία.
«Ἄν δέν ζήσεις ἐδῶ οὐράνια, μήν ἀπατᾶσαι ὅτι θά κατακτήσεις τόν οὐρανό»[29]. Ἀπό ἐδῶ θά ἑτοιμαστοῦμε. Γι’ αὐτό ἡ κόλαση οὐσιαστικά φτιάχνεται ἀπό ἐμᾶς. Εἶναι τά πάθη μας ἡ κόλαση, εἶναι τό γεγονός ὅτι ἀγαποῦμε τό κακό, τήν ἁμαρτία. Κολλᾶμε σ’ αὐτά καί ὅταν φύγεις ἀμετανόητος, δηλαδή χωρίς νά ἔχεις ἀποστραφεῖ καί μισήσει ὅλα αὐτά, αὐτές τίς ἐπιθυμίες πού ἔτρεφες ἐδῶ, θά τίς ἔχεις καί μετά θάνατον, τά σαρκικά πάθη, τή γαστριμαργία, τή λαιμαργία καί ὅλα τά ἄλλα. Ἀλλά ἐκεῖ δέν θά μπορεῖς νά τά ἱκανοποιήσεις. Θά φλέγεσαι ἀπό τήν ἐπιθυμία. Αὐτό εἶναι ἡ κόλαση καί ἡ φωτιά τῆς κόλασης. Γι’ αὐτό, ἀπό ἐδῶ θά ζεῖς οὐράνια, γιά νά μπεῖς στόν οὐρανό.
«Μή πλανάσθε». Μή ξεγελιέστε λέει ξεκάθαρα ὀ Ἀπόστολος, οὔτε οἱ πόρνοι οὔτε οἱ μοιχοί οὔτε οἱ ὁμοφυλόφιλοι οὔτε οἱ διεστραμμένοι οὔτε οἱ πλεονέκτες οὔτε οἱ κλέπτες οὔτε μέθυσοι, οὔτε οἱ λοίδοροι -αὐτοί πού ἐμπαίζουν τούς ἄλλους, τούς ἐξευτελίζουν, τούς βρίζουν- οὔτε οἱ ἅρπαγες θά κληρονομήσουν Βασιλεία Θεοῦ! Ξεκάθαρα πράγματα! «Οὔτε πόρνοι.. οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι»[30]. Ὅποιος σαγηνεύθηκε ἀπό τά ἀγαθά τῆς γῆς καί τήν ἀπάτη τῆς σαρκικῆς ἡδονῆς, νά εἶναι βέβαιος πώς θ’ ἀκούσει»[31], αὐτό πού ἄκουσε καί ὁ πλούσιος στήν παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου. Θυμάστε; Τί ἄκουσε; «Ἀπόλαυσες ἐσύ τά ἀγαθά σου στή ζωή σου»[32]. Κάθε μέρα γλεντοῦσες, φοροῦσες τά καλά σου ροῦχα, ἔπινες.. ἔ, τώρα τί κάνεις; Τώρα ὀδυνᾶσαι. Ὁ Λάζαρος; Τί ἀπέλαυσε στή ζωή ἐκείνη; Τίποτε. Λοιπόν, τώρα παρακαλεῖται, τώρα παρηγορεῖται. Μήν τό ἀκούσουμε αὐτό, ἀδελφοί. Γι’ αὐτό, νά ἀποδεσμευθοῦμε ἀπό τά ἀγαθά τῆς γῆς, νά μήν τά ζητᾶμε καί νά μήν εἴμαστε πλεονέκτες στό νά ἱκανοποιοῦμε παραπάνω ἀπ’ ὅσο χρειάζεται δηλαδή τίς φυσικές μας ἀνάγκες.
«Τὶς σωματικές σου ἀνάγκες ρύθμισέ τες σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί μήν ἀφήσεις νά ἐξελιχθοῦν σέ πάθη»[33]. Ὁ κόσμος τί λέει; Κάθε λίγο νά ἔχεις κάτι νά βάζεις στό στόμα σου.. νά μασουλᾶς συνέχεια.. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι σύμφωνο μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατί μετά τί θά γίνεις; Δοῦλος τῆς γεύσης, τῆς ὄσφρησης καί στίς ἄλλες ἡδονές πού εἴπαμε, τίς σαρκικές. Θά πρέπει νά ἔχεις μιά τάξη, τότε θά φάω, τόσο θά φάω.
«Τό θεῖο θέλημα εἶναι οἰκεῖο στή φύση σου, ἀφοῦ εἶσαι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ». Ὅλα αὐτά πού λέμε, προσέξτε, δέν εἶναι ἀφύσικα. Εἶναι τό φυσιολογικό μας. Γιατί; Γιατί εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή κατασκευαστήκαμε μέ πρότυπο τόν Χριστό. Εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ καί ἔτσι ὅπως ἔζησε ὁ Χριστός, πρέπει νά ζήσουμε καί ἐμεῖς. Αὐτό εἶναι τό φυσιολογικό. Ὁ πιό φυσιολογικός ἄνθρωπος πού πέρασε ποτέ ἀπό τή γῆ εἶναι ὁ Χριστός. Σήμερα βλέπετε, μᾶς περνᾶνε γιά φυσιολογικό τό διεστραμμένο, τό πολύ ἁμαρτωλό.
- Καί τώρα μάλιστα πού ἔχει τελείως ξεσαλώσει ὁ διάβολος τί μᾶς προβάλλουν ὡς φυσιολογικό;
Τήν ὁμοφυλοφιλία! Τήν διαστροφή! Καί σοῦ λέει, ὄχι ἄνδρας καί γυναίκα, ἀλλά «τό», «αὐτό». Τί «αὐτό»; Γονέας ἕνας καί γονέας δύο. Ὄχι πατέρας καί μητέρα. Δέν θά ἀκοῦμε αὐτές τίς λέξεις πλέον. Δέν ὑπάρχουν αὐτές οἱ λέξεις. Τό ἕνα, τό δύο. Νο 1 γονέας, Νο 2… καί τά τρῶμε αὐτά ὅτι εἶναι φυσιολογικά. Γιατί γίνεται αὐτό; Γιατί δέν παίρνουμε ὡς φυσιολογικό τόν Χριστό, ὡς πρότυπο τόν Χριστό, πού εἶναι ὁ μόνος φυσιολογικός ἄνθρωπος. Καί μετά τούς Ἁγίους, πού μιμήθηκαν τόν Χριστό. Ἀλλά παίρνουμε ὡς πρότυπο αὐτό πού μᾶς διδάσκει ὁ διάβολος καί αὐτό πού πάει νά ἐπικρατήσει στήν κοινωνία. Ἄν καί αὐτοί εἶναι πολύ λίγοι, θέλουν νά ἐπιβληθοῦνε, γιατί ἔχουν ἕναν δυναμισμό, δαιμονικό δυναμισμό. Ὁ διάβολος δίνει κι αὐτός δύναμη. Ἀλλά αὐτή ἡ δύναμή του εἶναι τίποτε, εἶναι μιά θρασύτητα, ἡ ὁποία μπροστά στό φῶς τοῦ Χριστοῦ διαλύεται. Ἀλλά ἐμεῖς οἱ χριστιανοί σήμερα ἔχουμε γίνει δειλοί καί δέν τολμᾶμε νά ἀρθρώσουμε λόγο καί νά ποῦμε.. τί εἶναι αὐτά πού λέτε καί κάνετε;!.. καί τά περνᾶτε καί στά παιδιά μας στά σχολεῖα;...
Λοιπόν, τά πάθη εἶναι ἀντίθετα μέ τή φύση μας. Ὅλα τά πάθη καί ἡ γαστριμαργία καί ἡ λαιμαργία καί τά σαρκικά πάθη, δέν εἶναι τό φυσιολογικό μας, εἶναι τό παρά φύσιν. Ἀλλά σήμερα πᾶνε νά μᾶς τά περάσουν οἱ δαιμωνιώδεις ἄνθρωποι, πού ὑπηρετοῦν τόν διάβολο, ὅτι εἶναι τό φυσιολογικό καί θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του νά ἀγωνίζεται νά ἱκανοποιεῖ αὐτά τά πάθη καί νά παίρνει καί βιταμίνες καί δέν ξέρω τί ἄλλο.. γιά νά μπορεῖ νά κάνει αὐτά τά πάθη. Ἐνῶ τό φυσιολογικό τοῦ ἀνθρώπου εἶναι, ὅσο περνάει καί ἡ ἡλικία, νά ἀποδεσμεύεται ἀπό τή σάρκα καί τά σαρκικά πάθη καί νά ζεῖ σιγά-σιγά σάν ἐπίγειος ἄγγελος.
«Τά πάθη σου εἶναι ἀνοίκεια». Δέν εἶναι οἰκεῖα τά πάθη, δέν εἶναι τό φυσιολογικό, «γιατί τ’ ἀπέκτησες -τά πάθη- μέ τήν πτώση στήν ὁποία σέ παρέσυρε ὁ διάβολος». Ἀπό ἐκεῖ μπήκανε τά πάθη στόν ἄνθρωπο. «Γι’ αὐτό βάλε μέτρο σέ ὅλες τίς ἀνάγκες σου. «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐπί παντί ρήματι ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ»[34]»[35]. Δέν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος μόνο μέ ψωμί. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι σοῦ λένε, θέλω ψωμί.. Δέν ζεῖς μόνο μέ ψωμί, ἄνθρωπέ μου! Χρειάζεται καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Χρειάζεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πού ἔχει μέσα του τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Χρειάζεται ὁ σαρκωμένος Λόγος, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ γιά νά ζήσεις. Ἀλλιῶς εἶσαι νεκρός ψυχικά - πνευματικά.
«Στὸν μέλλοντα αἰῶνα δέν θά τρεφώμαστε μέ ὑλική τροφή καί ὑλικό πιοτό, ἀλλά μέ τή θεία χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τό καινόν βρῶμα -τό καινούριο φαγητό- καί πόμα, γιά τό ὁποῖο μίλησε ὁ Κύριος ὅταν παρέδωσε τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας»[36]. Τί μᾶς εἶπε τότε; «Σᾶς λέω, ὅτι δέν θά πιῶ πλέον ἀπ’ αὐτό τό γέννημα τῆς ἀμπέλου, τό κρασί αὐτό, ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ὅπου θά τό πίνω αὐτό στή Βασιλεία τοῦ Πατρός Μου»[37]. Τό καινούριο πιοτό τῆς Βασιλείας δέν θά εἶναι ὑλικό κρασί, ἀλλά τό κρασί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
«Μή προσκολλᾶς τά μάτια σου στά ὡραῖα πρόσωπα, γιά νά μήν αἰχμαλωτισθεῖ ἀπ’ τή φθαρτή ὀμορφιά τους ἡ καρδιά σου καί ἐξορισθεῖ ἀπ’ αὐτήν ὁ Κύριος, «ὁ νυμφίος, ὁ κάλλει ὡραῖος παρά πάντας ἀνθρώπους». Ἡ ἀγάπη μας, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, ὁ ἔρωτας πού θά πρέπει νά ἔχουμε, θά πρέπει νά εἶναι ὁ Κύριος, ὁ θεῖος ἔρωτας. Μήν προσκολλᾶς τά μάτια σου καί περιεργάζεσαι ἀνθρώπινα πρόσωπα καί ἀνθρώπινες ὀμορφιές, γιατί θά χάσεις τόν «κάλλει ὡραῖο», Αὐτόν πού εἶναι ὡραιότερος ἀπό ὅλους καί ἀληθινά ὡραῖος, πού εἶναι ὁ Κύριος. «Κάθε ἀνθρώπινος ἔρωτας, δεμένος μέ τή φθαρτή σάρκα, διαλύεται μέ τόν θάνατο»[38]. Καί πολλές φορές διαλύεται καί πρίν τόν θάνατο. Σήμερα οἱ γάμοι κρατᾶνε περίπου πέντε χρόνια. Τό ξέρετε; Καί μετά χωρίζουν.
- Ποῦ εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη πού λέγανε ὅτι ἔχουν ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλον καί τρελαίνονταν ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλον;
Μετά ἀπό λίγο μπορεῖ ὁ ἕνας νά κάνει κιμά τόν ἄλλον ἤ νά μή μιλιοῦνται, νά μισοῦνται θανάσιμα. Γιατί ἀκριβῶς αὐτά εἶναι ἀνθρώπινες ἀγάπες καί ἀνθρώπινοι ἔρωτες καί αὐτά διαλύονται. Κι ἄν κρατήσουν, θά κρατήσουν μέχρι τόν τάφο. Μετά δέν κρατάει. Γιατί στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν θά ὑπάρχει γάμος οὔτε θά ὑπάρχουν οἱ σχέσεις αὐτές πού ἔχουμε τώρα, πατέρας - μητέρα - παιδιά. Αὐτά θά καταργηθοῦν, οἱ συγγένειες οἱ σαρκικές. Μία συγγένεια θά διατηρηθεῖ ἡ πνευματική συγγένεια, ἡ πνευματική ἀδελφοσύνη. Αὐτό θά κρατήσει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γιατί, γιά σκεφτεῖτε, νά πάει ἡ μάνα σου στήν κόλαση καί ἐσύ νά πᾶς στόν παράδεισο καί νά σκέφτεσαι «ἡ μάνα μου εἶναι στήν κόλαση».. Τί παράδεισο θά ἔχεις τότε; Δέν θά ὑπάρχει αὐτή ἡ σχέση τότε. Καταργοῦνται ὅλα αὐτά στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ἀπό ’δῶ ξεκινᾶμε, κάνουμε αὐτή τήν προπόνηση καί δέν κολλάμε στή σάρκα καί στίς σαρκικές σχέσεις καί ὀμορφιές. Γι’ αὐτό λέει ὁ Κύριος, ἅμα ὁ πατέρας σου, ἡ μάνα σου, δέν εἶναι ἐν Κυρίῳ, ἤ ὁποιοσδήποτε συγγενής σου, κόψ’ τον. Χίλιες φορές νά πᾶς χωρίς αὐτόν στόν παράδεισο, παρά μαζί του στήν κόλαση[39].
...... Ὁ Ἅγιος Πορφύριος λέει, ἡ θεραπεία τῆς κατάθλιψης, πού ἔχει πιάσει σήμερα σχεδόν ὅλη τήν ἀνθρωπότητα, εἶναι ὁ θεῖος ἔρωτας.
- Τί εἶναι ἡ κατάθλιψη;
Εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας καί μάλιστα τῆς μεγαλύτερης ἁμαρτίας, πού εἶναι ὁ ἐγωισμός, ἡ ὑπερηφάνεια, καί μαραζώνει ἡ ψυχή, καί ὁ ἄνθρωπος σάν νά μπαίνει σέ μιά ρουφήχτρα, σέ μιά μαύρη τρύπα καί ἐκεῖ μέσα σάν νά χάνεται ψυχικά καί σωματικά, ἀχρηστεύεται.
- Ποιά εἶναι ἡ λύση γιά νά βγεῖς ἀπ’ αὐτή τήν μαύρη τρύπα;
Νά ἀγαπήσεις τόν Χριστό, νά ἐρωτευτεῖς τόν Χριστό. Νά πάψεις νά κολλᾶς στά γήινα καί προπάντων στό μεγάλο εἴδωλο, πού εἶναι ὁ ἑαυτός σου. Γιατί κατεξοχήν αὐτό λατρεύει ὁ ἄνθρωπος. Καί μέσα ἀπό τά πάθη οὐσιαστικά τί λατρεύει; Τόν ἑαυτό του, τό ἐγώ του. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη μας ἀρρώστια.
«Μήν ἀποδέχεσαι καί μήν ὑποκύπτεις στούς πορνικούς λογισμούς». Μή δέχεσαι σαρκικούς λογισμούς, μή συγκατατίθεσαι. Θά πεῖς, ἔρχονται. Ἄς ἔρχονται. Αὐτό δέν εἶναι ἁμαρτία. Δέν πειράζει αὐτό. Μερικοί στενοχωριοῦνται πού ἔχουν τέτοιους λογισμούς. Δέν πειράζει αὐτό, πειράζει ἅμα τούς δεχτεῖς ἐσύ καί ἀρχίσεις καί τούς περιεργάζεσαι καί ἀρχίσεις καί εὐχαριστιέσαι. Τότε γίνεται ἡ ἀρχή τῆς ἁμαρτίας. Μήν τούς ἀποδέχεσαι. Μήν ὑποκύπτεις, «γιά νά μήν ἐκπέσεις ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ». Γιατί ἄν ἀγαπήσεις αὐτά τά σαρκικά, τά γήινα, τά βρώμικα, χάνεις τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Δέν μπορεῖς μετά ν’ ἀγαπᾶς τόν Θεό. «Μή ζηλεύεις ἐκείνους πού κάνουν ἔργα τέτοια, γιά τά ὁποῖα «αἰσχρόν ἐστι καί λέγειν»[40]. Προσέξτε ἐδῶ κάτι. Δέν θέλουμε τά ἁμαρτήματα. Δέν θέλουμε ν’ ἁμαρτήσουμε, ἀλλά πολλές φορές τί παθαίνουμε; Περιεργαζόμαστε τά ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων καί τά φανταζόμαστε. Καί αὐτό εἶναι ἁμαρτία πάλι. Οὔτε ἐσύ ν’ ἁμαρτάνεις, ἀλλά οὔτε νά περιεργάζεσαι τά ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων καί νά τά φαντάζεσαι, τά αἰσχρόν ἐστι καί λέγειν, «γιά νά μήν ἀποδειχθεῖς ἀσυνετώτερος ἀπ’ αὐτούς τούς ἀσυνέτους»[41]. Εἶναι μιά παγίδα κι αὐτό. Βλέπουμε πόσοι ἄνθρωποι σήμερα εἶναι κατά τῆς ὁμοφυλοφιλίας.
- Ἀφοῦ εἶσαι κατά τῆς διαστροφῆς καί τῆς ὁμοφυλοφιλίας, γιατί κάθεσαι καί βλέπεις ὅλους αὐτούς τούς Σοδομίτες στήν τηλεόραση καί στό ἴντερνετ; Γιατί;
Ἀφοῦ εἶσαι ἐναντίον... καί αὐτό πού κάνεις ἁμαρτία εἶναι καί εἶναι ἡ ἀρχή νά ὑποκύψεις καί ἐσύ μετά σ’ αὐτό τό πάθος.
«Βλέποντας τό προσωρινό καί μάταιο τῆς ἐπιθυμίας, περιφρόνησέ την καί ὑψώσου στά θεῖα καί αἰώνια». Ὅλα αὐτά τά γήινα, τά σαρκικά, τελειώνουν πολύ γρήγορα. Μερικά δευτερόλεπτα, μερικά λεπτά κρατάει ἡ ἡδονή καί μετά πάλι τό κενό. Ζῆσε τά αἰώνια, αὐτά πού δέν τελειώνουν ποτέ. «Ἀγάπησε βαθιά τήν ἁγνότητα καί καθαρότητα καί σύναψε πνευματικό γάμο μέ τόν ἁγνό καί καθαρό Ἰησοῦ γιά νά γευθεῖς τίς ἄρρητες ἡδονές τοῦ οὐρανοῦ»[42]. Ὅταν ἀγαπήσεις τόν Χριστό, τότε θά γευθεῖς ἡδονές πού δέν ἔχεις γευθεῖ ποτέ. Νομίζουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶναι εὐχαρίστηση, ξέρω ’γω, τό καλό φαγητό, τό καλό κρασί, ἤ ξέρω ’γω αὐτές οἱ σχέσεις οἱ συζυγικές κ.λ.π. Τίποτα δέν εἶναι αὐτά μπροστά στίς ἡδονές πού δίνει ὁ Θεός, στίς πνευματικές ἡδονές. Ἀλλά γιά νά τίς γευθεῖς αὐτές, χρειάζεται ἁγνότητα, χρειάζεται καθαρότητα, χρειάζεται νά ἀποστασιοποιηθεῖς ἀπό τή σάρκα.
«Μέχρι τήν παρακοή καί τήν πτώση του, ὁ Ἀδάμ δέν εἶχε δοκιμάσει τή σαρκική ἐπιθυμία»[43]. Προσέξτε, ὅλη αὐτή ἡ ἐπιθυμία τῆς σάρκας μᾶς ἦρθε μετά τήν πτώση. Γι’ αὐτό καί δέν εἶναι τό φυσιολογικό πράγμα ὁ γάμος. Προσέξτε το αὐτό. Νομίζουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι ὁ γάμος εἶναι τό φυσιολογικό. Ὄχι, τό φυσιολογικό εἶναι ἡ παρθενία, αὐτό πού εἴχαμε πρίν τήν πτώση. Ὁ γάμος εἶναι μιά παραχώρηση, μιά συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ στήν ἀθλιότητά μας, στήν ἐμπάθειά μας, πού μπῆκε μετά τήν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων. Καί ὁ γάμος θά καταργηθεῖ. Στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν θά ὑπάρχει γάμος. Θά ξαναγυρίσουμε στήν παρθενία. Ὅπως θά ξαναγυρίσουμε καί στήν ἀφαγία. Ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα δέν τρώγανε... μετά μπῆκε ἡ ἀνάγκη γιά φαγητό. Μᾶλλον τρώγανε ἀλλά εἴχανε αὐτή τήν ἐγκράτεια, τηροῦσαν αὐτή τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Τρώγανε ἀπ’ ὅλα ἐκτός ἀπό ἐκεῖνον τόν καρπό πού εἶπε ὁ Θεός. Μετά, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θά ἀποκατασταθοῦμε στήν πλήρη ἀφαγία, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, στήν πλήρη ἐγκράτεια, στήν πλήρη νηστεία, ἄν θέλετε καί ἔτσι, πού εἶναι τό φυσιολογικό μας.
Μέχρι τήν παρακοή, λοιπόν, δέν ὑπῆρχε σαρκική ἐπιθυμία. Μετά τήν παρακοή ἐμφανίστηκε στόν Ἀδάμ καί στήν Εὔα καί τούς συνόδευε σ’ ὅλη τους τή ζωή, ἀφοῦ ἐξορίστηκαν ἀπό τόν παράδεισο. Γεννήθηκε μέ τήν πτώση τους ἡ σαρκική ἐπιθυμία. «Θέλοντας γι’ αὐτό ὁ Κύριος νά «ἐξαγάγῃ τίμιον ἀπό ἀναξίου»[44], ἀποφάσισε νά διακόψει τή βιολογική μας ζωή μέ τόν θάνατο γιά νά μή διαιωνίζεται τό κακό καί γιά νά μᾶς ὁδηγήσει, μέσω τοῦ βιολογικοῦ θανάτου, στή ζωή τήν ἄφθαρτη καί αἰώνια, περιβεβλημένους τό ἀρχαῖο θεόμορφο κάλλος»[45].
- Γιά νά μή μείνουμε αἰώνια σ’ αὐτή τήν κατάσταση τῆς πτώσης, τί οἰκονόμησε ὁ Θεός;
Νά πεθαίνουμε. Νά μπαίνει ἕνα στόπ. Καί μετά τόν θάνατο πλέον ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ ν’ ἁμαρτήσει. Γι’ αὐτό εἶναι καλό ὁ θάνατος, γιατί δέν μπορεῖς ν’ ἁμαρτήσεις. Αὐτός πού εἶναι καλός καί ἔζησε μέ μετάνοια, πάει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἤ προγεύεται τή Βασιλεία μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία πού θά μπεῖ. Ὁ ἄλλος πού εἶναι κακός καί δέν ἔχει μετανοήσει καί αὐτός καλό παθαίνει μέ τόν θάνατο, γιατί σταματάει νά εἶναι κακός, σταματάει ν΄ ἁμαρτάνει, σταματάει νά βασανίζεται, γιατί ἡ ἁμαρτία εἶναι βάσανο. Σταματάει νά κατεβαίνει καί μένει ἐκεῖ πού εἶναι.
«Εἴμαστε λοιπόν πλασμένοι ὄχι γιά τόν θάνατο, ἀλλά γιά τή ζωή, ἀφοῦ εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, τῆς Ζωῆς τοῦ κόσμου»[46]. Ὁ Θεός θέλησε νά μᾶς ξαναντύσει μ’ ἐκεῖνο τό κάλλος πού εἶχε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα πρίν τήν πτώση. Πού λέει, ἐνῶ δέν εἶχαν ροῦχα, δέν αἰσθανόντουσαν γυμνοί. Ἦταν ντυμένοι μέ τό θεῖο κάλλος, μέ τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ. Μ’ αὐτό τό κάλλος θέλει νά μᾶς ντύσει ὁ Θεός καί νά μᾶς πάει ὄχι μόνο ἐκεῖ πού ἦταν ὁ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση, ἀλλά ἀκόμα πιό ψηλά, νά μᾶς κάνει θεούς κατά χάριν, νά μᾶς καθίσει στόν θρόνο Του. Νά μᾶς πάει ἐκεῖ πού θά πήγαινε καί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ἐάν μένανε στήν ὑπακοή. Εἴμαστε πλασμένοι γι΄ αὐτό, γιά τήν αἰώνια ζωή, γιατί εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ Ζωή τοῦ κόσμου.
«Καί στή ζωή πού μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος, στή ζωή πού ἀρχίζει μετά τόν θάνατο, δέν ὑπάρχουν σαρκικές ἐπιθυμίες καί ἡδονές»[47]. Γι’ αὐτό πρέπει κανείς νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπ’ αὐτή τή ζωή, νά μήν τίς πάρει μαζί του τίς ἐπιθυμίες αὐτές, γιατί θά βασανίζεται μετά θάνατον, γιατί δέν θά μπορεῖ νά τίς ἐκπληρώσει τίς σαρκικές ἐπιθυμίες μετά θάνατον. Γι’ αὐτό, βλέπετε, λέμε, αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑποδουλωμένος στή σάρκα. Ἀλλοίμονο, ἐάν δέν μετανοήσεις! Καί μετά θάνατον πάλι ὑποδουλωμένος στίς σαρκικές ἐπιθυμίες θά εἶσαι, ἀλλά δέν θά μπορεῖς πλέον ἐκεῖ νά τίς ἱκανοποιήσεις καί θά φλέγεσαι. Αὐτό θά εἶναι ἡ κόλασή σου.
Στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ, οὔτε κάνουν γάμο οὔτε προωθοῦν ἄλλους γιά γάμο, ὅπως κάνουν τώρα οἱ γονεῖς. Τά παιδιά τά σπρώχνουν νά παντρευτοῦν.. παντρέψου.. παντρέψου.. καί τά καταπιέζουν πολλές φορές τά παιδιά, λές καί εἶναι μέγα ἁμάρτημα, ἄν κανείς δέν παντρευτεῖ. Δέν εἶμαι κατά τοῦ γάμου, ἀλλά δέν εἶναι αὐτό -πρέπει νά τό καταλάβουμε- ἡ ἐπιτυχία στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ἔχει ἀπολυτοποιηθεῖ ὁ γάμος καί ἕνας πού δέν κάνει γάμο, θεωρεῖται ἀποτυχημένος. Ἄν εἶναι δυνατόν! Ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει τό ἀντίθετο. Ὅλοι, λέει, θέλω νά μείνετε ἄγαμοι. Νά εἶστε σάν καί ἐμένα, νά μήν κάνετε γάμο[48]. Τό λέει στήν Ἁγία Γραφή. Ἀλλά πάλι λέει, ἄν δέν μπορεῖτε καί ἔχετε ἀδυναμία, προκειμένου νά πορνεύεις καί νά κάνεις τά αἴσχη τά σαρκικά, ἄντε... πάρε μία γυναίκα ἐσύ ὁ ἄντρας, πάρε ἕναν ἄντρα ἐσύ ἡ γυναίκα. Εἶναι μία παραχώρηση δηλαδή, δέν εἶναι τό τέλειο καί τό πρέπον. «Στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὔτε γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται, ἀλλ᾿ ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσι»[49], θά ζοῦνε ὅπως οἱ ἄγγελοι στόν οὐρανό «καί θά εὐφραίνονται μέ τήν πανευφρόσυνη παρουσία τοῦ θείου Νυμφίου. Νά γιατί πολλές ἡρωικές ψυχές», οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές, ἀλλά καί ἄνθρωποι πού ζοῦνε στόν κόσμο καί δέν γίνανε μοναχοί ἀλλά ζοῦνε ἐν σωφροσύνη, ἐν παρθενία, τί κάνουν αὐτοί; «Ξεκινοῦν ἀπό τήν παροῦσα ζωή τόν ἀγγελικό δρόμο καί ἑνώνονται ἀπό τώρα μέ τόν Κύριο, περιφρονώντας κάθε γήινο»[50]. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ποτέ δέν ἔκαναν τήν σαρκική ἁμαρτία. Δέν γνώρισαν γυναίκα. Καί τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «καλόν ἀνθρώπῳ γυναικός μή ἅπτεσθαι»[51]. Νά μήν ἀκουμπήσει γυναίκα, εἶναι πολύ καλό. Βλέπετε; Ἐνῶ σήμερα περνάει τό μήνυμα ὅτι τό φυσιολογικό εἶναι αὐτό.. τί θά κάνεις ἄν δέν παντρευτεῖς; Ὄχι, δέν εἶναι αὐτό.
- Ποιό εἶναι τό καλό;
Τό καλό εἶναι νά βρεῖς τόν Θεό, νά ἑνωθεῖς μέ τόν Θεό. Τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ νά τή ζήσεις ἀπό ἐδῶ καί τώρα. Καί αὐτό τό κάνουν κάποιοι ἄνθρωποι, λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Δημήτριος, ἀπ’ αὐτή τή ζωή, δέν κάνουν γάμο δηλαδή, περιφρονοῦν τελείως τίς σαρκικές ἡδονές, ἐγκρατεύονται, νηστεύουν καί ζοῦνε αὐτή τήν οὐράνια ζωή ἀπό ἐδῶ. Ἤ τουλάχιστον τήν προγεύονται, γιατί στήν τελειότητα δέν μποροῦμε νά τή ζήσουμε ἐδῶ. Εἴπαμε, ἀναγκαστικά λίγο θά φᾶς, λίγο θά κοιμηθεῖς. Καί οἱ Ἅγιοι, ὅταν ἐρχόταν ἡ ὥρα νά κοιμηθοῦν, ἔλεγαν στόν ὕπνο «ἔλα κακέ δοῦλε», ἔλα νά κοιμηθοῦμε.. καταλάβαιναν ὅτι δέν μποροῦσαν νά μείνουν ξάγρυπνοι τελείως. Ἤ ὅταν ἤτανε νά φᾶνε, πάλι λέγανε, ἄντε νά πᾶμε νά ἱκανοποιήσουμε τήν κοιλία ἄς ποῦμε, νά τῆς δώσουμε τό ἀναγκαῖο ὄφλημα, αὐτό πού χρειάζεται. Δέν μπορεῖς τελείως νά ἀπελευθερωθεῖς. Ἀλλά μπορεῖς ὅμως νά ἐγκρατεύεσαι, νά συγκρατεῖσαι, νά μή λαιμαργεῖς, νά μή γαστριμαργεῖς, γιά νά μήν ὑποδουλωθεῖς καί σ’ αὐτά, ἀλλά καί σέ ὅλα τά ἄλλα πάθη, γιατί, εἴπαμε, ἡ ἱκανοποίηση τῆς λαιμαργίας καί τῆς γαστριμαργίας εἶναι ἡ ἀρχή ὅλων τῶν θανάσιμων παθῶν, ὅλων τῶν παθῶν πού σκοτώνουν τήν ψυχή. Ἀπό ἐκεῖ μετά θά ἔρθει καί ἡ ὑπερηφάνεια, θά ἔρθει καί ἡ πορνεία καί ἡ μοιχεία... ὅλα αὐτά συνδέονται, καί ὁ θυμός. Ὅλα τά θανάσιμα πάθη ξεκινοῦν ἀπό τή λαιμαργία καί τή γαστριμαργία.
Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας. Πολύ βασικό τό θέμα τῆς νηστείας καί κλείνω μέ αὐτό πού ἄρχισα, δέν πρέπει νά τό περιφρονοῦμε. Πολλοί τό θεωροῦνε δευτερεῦον. Δέν εἶναι δευτερεῦον. Εἶναι ἡ ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Καί ὁ Κύριος, βλέπετε, ἄρχισε τή δημόσια δράση Του μέ νηστεία. Μᾶς κήρυξε μέ τή ζωή Του. Καί μετά ἐξέλεξε τούς Ἀποστόλους καί βγῆκε στό δημόσιο κήρυγμα, ἀφοῦ νήστεψε 40 ὁλόκληρες ἡμέρες.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Πνευματικό Ἀλφάβητο, Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ, Ἱ.Μ. Παρακλήτου (στό ἑξῆς: Πνευματικό Ἀλφάβητο).
[2] Ματθ. 4, 2.
[3] Ματθ. 4, 3.
[4] Ματθ. 4, 4.
[5] Γεν. 2, 16-17.
[6] Ματθ. 6, 16.
[7] Ματθ. 6, 18.
[8] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[9] Μάρκ. 8, 34.
[10] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[11] Ὅ.π.
[12] Ἔξ. 32, 6.
[13] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[14] Ὅ.π.
[15] Ὅ.π.
[16] Ἀποκ. 2, 7.
[17] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[18] Ἰω. 6, 27.
[19] Ὅ.π.
[20] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[21] Ἰω. 6, 63.
[22] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[23] Ὅ.π.
[24] Ὅ.π.
[25] Ρωμ. 14, 17.
[26] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[27] Ὅ.π.
[28] Β΄Πέτρ. 2, 22.
[29] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[30] Α΄Κορ. 6, 9-10.
[31] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[32] Λουκ. 16, 25.
[33] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[34] Ματθ. 4, 4.
[35] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[36] Ὅ.π.
[37] Ματθ. 26, 29.
[38] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[39] Πρβλ. Ματθ. 5, 30.
[40] Ἐφεσ. 5, 12.
[41] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[42] Ὅ.π.
[43] Ὅ.π.
[44] Ἱερ. 15, 19.
[45] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[46] Ὅ.π.
[47] Ὅ.π.
[48] Πρβλ. Α΄Κορ. 7, 7.
[49] Ματθ. 22, 30.
[50] Πνευματικό Ἀλφάβητο.
[51] Α΄Κορ. 7, 1.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου