«Τοῦτο
οὖν λέγω καί μαρτύρομαι ἐν Κυρίῳ,
μηκέτι ὑμᾶς περιπατεῖν καθώς καί τά
λοιπά ἔθνη περιπατεῖ ἐν ματαιότητι
τοῦ νοός αὐτῶν». Αὐτά λέει ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή,
στό 4ο
κεφάλαιο, στόν 17ο
στίχο. Δηλαδή, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος,
αὐτό σᾶς λέγω καί δίδω μαρτυρία ἐν
Κυρίω, νά μή ζεῖτε, νά μή περιπατεῖτε,
ὅπως καί τά ὑπόλοιπα ἔθνη, τά ὁποῖα
εἶναι εἰδωλολατρικά καί τά ὁποῖα
περιπατοῦν μέσα στήν ματαιότητα καί
στούς μάταιους λογισμούς τοῦ νοῦ τους.
Λέγει,
λοιπόν, καί ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος Νικόδημος
ὁ Ἁγιορείτης τά ἑξῆς: «τοῦ διδασκάλου
εἶναι ἴδιον», ἰδίωμα, χαρακτηριστικό,
«ὄχι μόνο νά συμβουλεύει ἀλλά καί νά
φοβίζει κάνοντας τόν Θεό ἔφορο καί
ἐπιστάτη στούς μαθητές του». Καί ὁ
ἴδιος ὁ Κύριος, βλέπετε, μᾶς φοβίζει
μέ τήν αἰώνια κόλαση, ὄχι γιά νά μᾶς
τρομοκρατήσει ἀλλά γιά νά μᾶς δώσει
ἀφορμή γιά ἐγρήγορση, γιά μετάνοια καί
γιά πνευματική ζωή ἔτσι ὥστε νά μήν
πᾶμε στήν κόλαση. Τό ἴδιο καί ὁ καλός
διδάσκαλος συμβουλεύει ἀλλά καί φοβίζει,
δίνει δηλαδή τίς ἐνδεχόμενες συνέπειες
πού θά ἔχει ἡ ἀμετανοησία, ἡ ἁμαρτία,
ἡ ὅποια ἁμαρτία στούς μαθητές. Κι ἄν
κρυφτεῖς ἀπό τούς ἀνθρώπους, δέν
μπορεῖς νά κρυφτεῖς ἀπό τόν Θεό. Ὁ
Θεός εἶναι ὁ Παντοκράτωρ, ὁ Ὀφθαλμός
πού βλέπει τά πάντα, ὁ Ἔφορος καί
Ἐπιστάτης ὅλων μας.
Γι’
αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὡς
διδάσκαλος τῆς Οἰκουμένης, τό κάνει
λίγο αὐτό ἐδῶ, τούς φοβίζει. Μαρτύρομαι
γάρ ἡμᾶς, λέγει, ἐν Κυρίῳ. Δηλαδή κάνω
μάρτυρα τόν Κύριο ὅτι δέν ἔκρυψα ἀπό
λόγου σας ἐκεῖνα πού ἔπρεπε νά σᾶς
πῶ. Ὁ καλός δάσκαλος δέν λέει μόνο αὐτά
πού ἀρέσουν, αὐτά πού κνήθουν τήν ἀκοή,
πού χαϊδεύουν τά αὐτιά, ὅπως λέμε
σήμερα, τῶν ἀκροατῶν, ἀλλά καί αὐτά
πού δέν ἀρέσουν. Γιά παράδειγμα τό θέμα
τῆς ὑποκρισίας.
Σήμερα βασιλεύει ἡ
ὑποκρισία καί μέ διάφορους τρόπους
λέμε ψέματα καί μέ τό στόμα καί μέ τήν
συμπεριφορά καί μέ ὅλη μας τή ζωή… καί
μέ εὔλογες προφάσεις, μήπως στενοχωρήσουμε
τόν ἄλλον, μήπως μᾶς παρεξηγήσει ὁ
ἄλλος, μήπως καί μᾶς ὀνειδίσει, μᾶς
κοροϊδέψει... Καί προτιμοῦμε νά κάνουμε
τό θέλημα τῶν ἀνθρώπων παρά τό θέλημα
τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς λέει νά εἶναι
εὐθύς ὁ λόγος σας, τό ναί ναί καί τό ὄχι
ὄχι.
Τί λέει,
λοιπόν, ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος; Δέν εἶπε, νά
μή περιπατεῖτε πλέον καθώς πρότερον
περιεπατεῖτε, γιά νά μήν τούς ἐπιπλήξει.
Θά λέγαμε, νά μήν τούς θυμίσει κατάμουτρα
τό κακό παρελθόν, ὁπότε καί ἴσως τούς
προκαλοῦσε μία ἀντίδραση. Ὁπότε τί
τούς λέει; Νά μή περιπατεῖτε ὅπως τά
λοιπά ἔθνη. Μά κι αὐτοί ἔθνη ἦταν πρίν
γίνουν πιστοί, ἀλλά δέν τούς τό θυμίζει,
δέν τούς λέει μήν περιπατεῖτε ὅπως
πρίν, μή ζεῖτε ὅπως ζούσατε, ἀλλά μή
ζεῖτε, ὅπως ζοῦνε τώρα τά ἔθνη τά
εἰδωλατρικά. Γιατί; Γιατί τά ἔθνη
σέβονται τά εἴδωλα, τά ὁποῖα ὀνομάζονται
μάταια καί ἀνωφελή, ὅπως λέγει καί ὁ
προφήτης Ἱερεμίας, «ἐπορεύθησαν ὀπίσω
τῶν ματαίων καί ἐματαιώθησαν» (Ἱερ.
2,5) καί πάλι «τά νόμιμα τῶν ἐθνῶν μάταια»
(Ἱερ. 10,3). Καί ὁ προφήτης Ἡσαΐας «ἅ
ἐποίησαν προσκυνεῖν, τοῖς ματαίοις
καί ταῖς νυκτερίσι» (Ἡσ. 2,20). Προσκυνοῦσαν
τίς πέτρες, τά δέντρα, τόν ἥλιο… τά
μάταια, τά ἀνωφελῆ, αὐτά πού δέν ἦταν
θεοί. Αὐτά εἶναι τά εἴδωλα. Καί σήμερα
πάρα πολλοί ἄνθρωποι εἶναι εἰδωλολάτρες,
προσκυνοῦν τό χρῆμα, τήν δόξα τῶν
ἀνθρώπων, τά ὑλικά ἀγαθά, τά σπίτια,
τά χωράφια, τήν τεχνολογία. Ὅλα αὐτά
εἶναι εἴδωλα. Καί ἡ Εὐρώπη, ὅπως ἔλεγε
ἕνας σύγχρονος ἅγιος, μοιάζει μέ τήν
χώρα τῶν Γαδαρηνῶν καί οἱ Εὐρωπαῖοι
μέ τούς Γαδαρηνούς. Τί κάνανε οἱ
Γαδαρηνοί; Ὅταν ὁ Χριστός μας ἔκανε
καλά τόν πατριώτη τους, τόν δαιμονισμένο,
καί ἔδιωξε τά δαιμόνια, τά ὁποῖα μπήκανε
στούς χοίρους καί οἱ χοίροι πνίγηκαν
στή λίμνη, τοῦ εἶπαν σέ παρακαλοῦμε,
φύγε ἀπ’ τά μέρη μας, δέν Σέ θέλουμε.
Καί ἔφυγε ὁ Χριστός. Ἔτσι καί οἱ
Εὐρωπαῖοι σήμερα, καί ἐμεῖς δυστυχῶς
συμπράττουμε σ’ αὐτό καί λέμε στόν
Χριστό δέν Σέ θέλουμε, φύγε! Καί ἔχει
μείνει ἡ Εὐρώπη ἔρημη ἀπό Χριστό καί
ἔχει γίνει εἰδωλολατρική.
Προσέξτε,
λέει ὁ Ἀπόστολος, νά μήν περιπατεῖτε
ὅπως τά ἔθνη, γιατί αὐτά λατρεύουν τά
εἴδωλα καί δεύτερον, γιατί ὑπηρετοῦν
τά πάθη τους, αὐτοί οἱ ὁποῖοι εἶναι
εἰδωλολάτρες, αὐτά τά ὁποῖα εἶναι
ὅλα μάταια. Εἶναι προσηλωμένοι στόν
κόσμο καί στά μάταια πράγματα, τά ὁποῖα
ὀνομάζονται ματαιότης καί ἐμεῖς τά
μεταχειριζόμαστε ματαίως καί προσκολλόμαστε
μάταια, σάν νά μποροῦν νά μᾶς προσφέρουν
κάτι οὐσιαστικό, ἐνῶ δέν μποροῦν. Γι’
αὐτό καί λέει ὁ Ἐκκλησιαστής «Ματαιότης
ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ.
1,2).
Τί ἐστί
ματαιότης; Ρώτησαν κάποτε ἕναν Γέροντα,
τί εἶναι ματαιότης; Καί τί ἀπάντησε;
«Ὅσα ὑπό τόν οὐρανόν». Ὅσα εἶναι κάτω
ἀπό τόν οὐρανό εἶναι μάταια. Τίποτα
δέν ἀξίζει, γιά νά προσκολληθεῖς καί
νά ἀποθησαυρίσεις ἐκεῖ τήν ψυχή σου,
τήν καρδιά σου, τίς ἐλπίδες σου. Τό μόνο
πού πρέπει καί ἀξίζει νά προσκολληθεῖς
εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλα τά ἄλλα κατά τήν
φύση τους εἶναι μάταια. Δέν ὑπῆρχαν
πάντα, κάποια στιγμή ἦρθαν στήν ὕπαρξη
καί κάποια στιγμή θά χαθοῦν ὅλα. Ὅ,τι
ἔχει ἀρχή, ἔχει καί τέλος. Ὁ Θεός δέν
ἔχει ἀρχή καί δέν ἔχει καί τέλος καί
σ’ Αὐτόν πρέπει νά προσκολληθοῦμε, γιά
νά μήν ἔχουμε κι ἐμεῖς τέλος κακό,
τέλος αἰώνιο κακό. Φυσικά ὁ ἄνθρωπος
δέν θά ἔχει τέλος. Ὅσο κι ἄν θέλει νά
ἐξαφανιστεῖ, δέν μπορεῖ νά ἐξαφανιστεῖ.
Ἐμεῖς καταδικάσαμε τόν Θεό στόν θάνατο,
λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, καί
ὁ Θεός μᾶς καταδίκασε στήν ἀθανασία.
Δέν μπορεῖς νά ἐξαφανιστεῖς, ὅ,τι κι
ἄν κάνεις, θά ὑπάρχεις. Ἀλλά τό φοβερό
εἶναι νά ὑπάρχεις μακριά ἀπό τόν Θεό.
Αὐτό εἶναι ἡ κόλαση. Ὅταν προσκολληθεῖς
στά μάταια, τότε δέν μπορεῖς νά εἶσαι
μέ τόν Θεό. Ἤ μέ τόν Θεό θά εἶσαι ἤ μέ
τά μάταια, δηλαδή μέ τόν κόσμο καί τά
τοῦ κόσμου. Ἀλλά αὐτά δέν χρησιμεύουν,
δέν σοῦ χαρίζουν τήν αἰώνια χαρά, τήν
αἰώνια μακαριότητα. Τήν αἰωνιότητα
τήν ἔχουμε οὕτως ἤ ἄλλως, ἀλλά θά
εἶναι αἰωνιότητα τραγική, αἰωνιότητα
γεμάτη ὀδύνη καί πόνο, ἐάν δέν
προσκολληθοῦμε στόν Θεό.
Προσέξτε,
λοιπόν, λέει ὁ Ἀπόστολος, νά μήν ζεῖτε
ὅπως οἱ εἰδωλολάτρες, πού ἀκολουθοῦν
τά μάταια. Ἡ χριστιανική ζωή, λέει ὁ
Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, ἡ ζωή στόν
Χριστό, ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία Του εἶναι
νέα ζωή, εἶναι νέος τρόπος ζωῆς, γιατί
ὅλος ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μέ τόν Θεό καί ἐν
Θεῷ. Ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος,
τίποτα βρέ παιδιά δέν ξέρουμε ἀπό
Χριστό. Ὅταν ἔρθει ὁ Χριστός στήν ψυχή
τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλάζουν τά πάντα. Ἀλλάζει
τά πάντα. Ἀνακαινίζεται ὁ ἄνθρωπος,
καινούριος ἄνθρωπος, καινή ζωή, καινή
κτίση γίνεται ὁ ἄνθρωπος. Κι αὐτό τό
λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «τώρα
εἶστε καινή κτίση» (Γαλ. 6,15). Καινούρια
δηλαδή, καινούρια δημιουργία. Πότε
γίνεται ὁ ἄνθρωπος καινούριος; Ὅταν
βαφτίζεται καί χρίεται, παίρνει τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο, μπαίνει μέσα στήν
Ἐκκλησία καί ζεῖ ἐν καινότητι ζωῆς,
μέσα στήν καινούρια ζωή πού εἶναι ὁ
Χριστός.
Μετά,
ὅμως, τί γίνεται; Δυστυχῶς - μιλᾶμε γιά
μᾶς τώρα τούς βαφτισμένους - συσσωρεύουμε
ἁμαρτίες καί πάθη ἐπάνω στή Χάρη αὐτή
πού πήραμε ἀπ’ τό ἅγιο βάφτισμα καί
αὐτή ἡ ἀνακαίνιση χάνεται καί χρειάζεται
ὁ ἄνθρωπος καινούρια ἀνακαίνιση, ἡ
ὁποία γίνεται μέ τήν μετάνοια. Ἄν ὁ
ἄνθρωπος δέν μετανοήσει, τί κάνει;
Μοιάζει πάρα πολύ μέ τά ἔθνη, μέ τούς
ἀβάφτιστους, μέ τούς εἰδωλολάτρες. Πραγματικά,
λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, αὐτό εἶναι ἡ
αἰώνια ἀνθρώπινη ζωή, ἡ θεϊκή ζωή, ἡ
τέλεια ζωή, τό νά ζοῦμε μέσα στόν Θεό,
μέσα στόν Χριστό, «ἐν καινότητι ζωῆς
περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4). Νά ζεῖ μέσα
στόν Θεό, νά γνωρίζει τήν ἀλήθεια τοῦ
Θεοῦ, νά γνωρίζει τόν Θεό, νά ζεῖ μέσα
σ’ ὅλα αὐτά καί ἕνεκα αὐτῶν, καί
ἐξαιτίας αὐτῶν. Γιατί ἄραγε ζεῖς; Τί
εἶναι αὐτό πού εἶναι ἡ ζωή σου; Πολλές
φορές λένε «αὐτός εἶναι ἡ ζωή μου» καί
τό λένε γιά ἕναν ἄνθρωπο. Τραγικό! Ἡ
ζωή μας δέν μπορεῖ νά εἶναι τίποτα ἄλλο
παρά ὁ Χριστός. Καί δέν πρέπει νά εἶναι
τίποτα ἄλλο. Δηλαδή, ἄν αὐτός ὁ ἄνθρωπος
χαθεῖ, θά χαθεῖ καί ἡ δική σου ζωή;
Ὅ μή γένοιτο… Γιά ποιόν ζοῦμε;
Γιά τί ζοῦμε; Μόνο γιά τόν Χριστό θά
πρέπει νά ζοῦμε. Ἐδῶ μέσα στήν
ἐκκλησιαστική ζωή, στήν Ὀρθοδοξία, ὁ
ἄνθρωπος γνωρίζει τόν ἑαυτό του καί
ζεῖ μέ τήν βαθιά συναίσθηση ὅτι εἶναι
θεοειδής, ὅτι μοιάζει μέ τόν Θεό, ὅτι
ἔχει τό εἶδος τοῦ Θεοῦ δηλαδή, ὅτι
εἶναι ἀθάνατη καί αἰώνια ὕπαρξη. Στόν
ἀντίποδα αὐτῆς τῆς ζωῆς βρίσκεται
μιά ἄλλη ζωή, βρίσκεται ἡ ζωή χωρίς
Θεό, ἡ ἐξωχριστιανική ζωή. Μήπως ὑπάρχει
κάτι ἐνδιάμεσο; Ὄχι, δέν ὑπάρχει
ἐνδιάμεσο. Ἤ θά εἶσαι μέ τόν Θεό καί
θά μοιάζεις ὅλο καί περισσότερο στόν
Θεό ἤ θά εἶσαι στήν ἐξωχριστιανική
ζωή. Λίγο Θεός + λίγο ἐκτός Θεοῦ = ἐκτός
Θεοῦ.
Αὐτός
πού βρίσκεται στό στρατόπεδο τό
ἐξωχριστιανικό συμπεριφέρεται ἐν
ματαιότητι τοῦ νοός του. Συμπεριφέρεται
ἀκολουθώντας ὄχι τόν Χριστό, δέν ζεῖ
γιά τόν Χριστό, ἀλλά ἀκολουθώντας τά
μάταια πού τοῦ ὑποβάλλει ὁ νοῦς του.
Ὅλη του ἡ ζωή καί ὅλες του οἱ δυνάμεις
γιά τή ζωή καί ὅλοι οἱ κανόνες του γιά
τή ζωή εἶναι ἕνας ἐμπαιγμός γιά τόν
Θεό καί προέρχονται ὅλα αὐτά ἀπ’ τίς
ψεύτικες καί καταστρεπτικές ἐπινοήσεις
τοῦ μυαλοῦ του, τοῦ νοῦ του, ἀπό τίς
μάταιες σκέψεις του καί τούς λογισμούς
του. Εἶναι ὀφθαλμοφανές ὅτι τό ἀνθρώπινο
μυαλό τοῦ ἀνθρώπου πού δέν εἶναι στόν
Θεό δέν κρατάει μέσα του τήν παν-γνώση
καί παν-δύναμη γιά νά μπορέσει νά
ἐφοδιάσει τόν ἄνθρωπο μέ τήν ἀλήθεια
καί μέ τίς δυνάμεις ἐκεῖνες πού εἶναι
ἀπαραίτητες γιά μιά ἄξια ζωή. Γιά μιά
ζωή δηλαδή πού νά καταξιώνει τόν ἄνθρωπο
ὡς ἄνθρωπο, γιά μιά ζωή δικαιοσύνης,
γιά μιά ζωή ἀλήθειας, γιά μιά ζωή πού
νά τή χαρακτηρίζει τό καλό, γιά μιά ζωή
ἀθάνατη καί αἰώνια. Τό μυαλό τό ἀνθρώπινο
ἀπό μόνο του δέν ἔχει τέτοιες δυνατότητες
νά μᾶς δώσει αὐτή τή γνώση καί αὐτή τή
δύναμη. Θά πρέπει νά φωτιστεῖ μέ τόν
Θεό Λόγο καί αὐτό γίνεται μέσα στήν
Ἐκκλησία μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ
ἄνθρωπος μόνο μπορεῖ νά ἀποκτήσει τή
γνώση καί τή δύναμη, γιά νά καταξιωθεῖ.
Πραγματικά, δηλαδή, γιά νά ζήσει, ὅπως
ταιριάζει σέ ἄνθρωπο. Μόνο μέσα στήν
Ἐκκλησία καταξιώνεται ὁ ἄνθρωπος ὡς
ἄνθρωπος. Ἐκτός Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος
γίνεται τελικά ἀπάνθρωπος, χάνει καί
τό πρόσωπό του ὡς ἀνθρώπου. Καί τή
στοιχειώδη ἀνθρωπιά δέν τήν ἔχει. Τό
ἀνθρώπινο μυαλό κλείνει μέσα του
σκέψεις, ἔννοιες καί ἰδέες. Αὐτές ὅμως,
ἄν δέν γεμίσουν μέ τόν Θεό, μέ τή θεϊκή
ἀλήθεια, ὅλες εἶναι σκιές καί ψεύτικες
ἐπινοήσεις, ὅλες εἶναι μάταιες. Ἕνας
ἄνθρωπος πού δέν ἔχει φωτισμένο τόν
νοῦ του, δέν ἔχει φωτισμένη τή διάνοιά
του, ὅ,τι σκέφτεται εἶναι μάταιο, εἶναι
πλανεμένο. Τό χωρίς Θεό ἀνθρώπινο μυαλό
παρουσιάζει καί ἐμφανίζει τήν ἐρημιά,
λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, τήν ἐγκατάλειψη
καί τήν ματαιότητα καί ἀπ’ αὐτές
«συντηρεῖται» ὁ ἄνθρωπος καί μέ αὐτές
«τρέφεται». Πῶς; Ὅπως τρεφότανε καί ὁ
ἄσωτος υἱός μέ τά ξυλοκέρατα. Λένε οἱ
ἄνθρωποι: θά ἔχουμε πνευματική ἐκδήλωση,
ἔχουμε πνευματικό κέντρο, κάνουν
πνευματική ζωή, εἶναι πνευματικοί
ἄνθρωποι. Καί τί ἐννοοῦν; Εἶναι οἱ
λεγόμενοι κουλτουριάρηδες. Καί τί εἶναι
αὐτό; Τρέφει τήν ψυχή αὐτό; Ὄχι, τήν
κενοδοξία τρέφει καί τά πάθη, τά μάταια
πράγματα τοῦ κόσμου, καί προσπαθεῖ μ’
αὐτά νά συντηρηθεῖ ὁ καημένος ὁ
ἄνθρωπος.
Τό χωρίς
Θεό ἀνθρώπινο μυαλό μέ τίς σκιές καί
τίς ὀνειροπολήσεις του «ἀγκαλιάζει»
ἀντί γιά τήν ὕπαρξη τήν ἀνυπαρξία καί
στό μέρος τῆς ζωῆς τοποθετεῖ τόν θάνατο
καί σ’ αὐτόν στηρίζει τόν ἑαυτό του
-ἄν εἶναι δυνατόν!- καί ὅλη του τήν
ἐνέργεια. Φοβερό πράγμα… νά παίρνεις
σάν βάση τῆς ζωῆς σου τόν θάνατο, νά
στηρίζεις τή ζωή σου στόν θάνατο. Γιατί
αὐτό κάνει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν μείνει
σκέτος, χωρίς τόν Θεό, ὁ νοῦς του, οἱ
σκέψεις του ὁδηγοῦν στόν θάνατο καί
κάνουν τόν ἄνθρωπο νά ἀγκαλιάζει αὐτόν
πού τόν σκοτώνει.
Σ’ αὐτά
κυρίως εἶναι ἡ βασική πλάνη τοῦ
ἀνθρωπίνου νοός καί ἡ ἀπερισκεψία καί
ἡ ματαιότητα καί σάν συνέπεια αὐτῶν
καί ἡ κακότητά του. Ὁ κοσμικός ἄνθρωπος,
ὁ ἄνθρωπος μακράν τοῦ Θεοῦ βάζει ὡς
βάση τῆς ζωῆς του τόν θάνατο καί μετά
γίνεται ὁ ἴδιος πηγή θανάτου γιά τούς
ἄλλους.
Δυό ζωές
ὑπάρχουν. Ὑπάρχει ἡ ἐξωχριστιανική
ζωή, ἡ ζωή ἔξω ἀπ’ τόν Χριστό, πού εἶναι
μιά ζωή ἀθεΐας, μιά ζωή χωρίς Θεό, καί
βρίσκεται ἐν τῇ ματαιότητι τοῦ νοός
τοῦ ἀνθρώπου καί καταγίνεται μέ τά
μάταια. Βλέπετε, τό λένε καί οἱ ἄνθρωποι,
καθημερινότητα, μαγγανοπήγαδο, σπρώχνουνε
τίς μέρες… ὅλες κενές, ἄδειες… κανένα
περιεχόμενο, καμιά ἔννοια γιά ζωή. Καί
τελικά; Σοῦ λέει τί εἶναι ἡ ζωή; Θά
φᾶμε, θά πιοῦμε… θά πεθάνουμε, τελειώσαμε.
Ὅλα μάταια, κατάθλιψη, ἀπελπισία.. Αὐτή
εἶναι ἡ ἐξωχριστιανική ζωή κι αὐτό
φαίνεται καί στή μουσική, φαίνεται καί
στή λογοτεχνία, στήν ποίηση. Ὅλα ἀναδίδουν
μιά θανατήλα, μιά ἀπελπισία, μιά
ἀπαισιοδοξία.
Ὑπάρχει
καί ἡ χριστιανική ζωή, πού βρίσκεται
στό πλήρωμα τῆς θεότητας, βρίσκεται ἐν
τῷ θεανθρώπῳ, μέσα στόν Θεάνθρωπο, στήν
ἀνθρώπινη φύση τοῦ Ὁποίου «κατοικεῖ
πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς»
(Κολ. 2,9). Μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ
κατοικεῖ ὅλη ἡ Θεότητα. Αὐτό τό μέγα
μυστήριο! Ὁ Θεός, πού δέν χωράει πουθενά,
ἀφοῦ εἶναι ἄπειρος, χώρεσε μέσα στό
σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἐκεῖ μέσα κατοικεῖ
ὁ ὅλος Θεός. Καί τό ἀκόμα πιό θαυμαστό,
ὅλος ὁ Θεός χώρεσε καί μέσα στήν Παναγία.
Στόν μοναδικό ἄνθρωπο πού χώρεσε ὅλος
ὁ Θεός, γι’ αὐτό καί λέγεται καί «χώρα
τοῦ ἀχωρήτου».
Ζῶντες
ἐμεῖς μέ Αὐτόν, μέ τόν Χριστό δηλαδή,
καί ἐν Αὐτῷ, ζοῦμε μέ τόν Νοῦ τοῦ
Θεοῦ, μέ τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ καί γι’ αὐτό
δίκαια ἀναφωνοῦμε μέ τόν Ἀπόστολο
Παῦλο «ἡμεῖς νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν»
(Α΄Κορ. 2,16). Δέν ἔχουμε τόν μάταιο νοῦ
καί οὔτε παρασυρόμαστε ἀπό τήν ματαιότητα
τοῦ νοός, ἀλλά ἔχουμε τόν νοῦ τοῦ
Χριστοῦ, τόν φωτισμένο ἀπό τόν Λόγο,
τόν Θεό Λόγο, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς
Ἁγίας Τριάδος.
Ἡ
ἀνωφελής διανόηση, ἡ ματαιότητα καί ἡ
κενότητα τοῦ ἀνθρώπινου μυαλοῦ
μεγεθύνονται μέ τή σατανική ὑπερηφάνεια.
Ὁ ἄνθρωπος σκέτος, ὅπως εἴπαμε, ὁδηγεῖ
τόν ἑαυτό του στά μάταια, στόν θάνατο.
Ἀλλά ὑπάρχει καί ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος
τί κάνει; Μεγεθύνει αὐτό τό κενό, αὐτή
τήν κατάσταση τῆς κενότητας, τοῦ
ἀδειάσματος. Πῶς; Μέ τήν ὑπερηφάνεια.
Φουσκώνει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τή
διάνοια τοῦ ἀνθρώπου, ἐξ οὗ καί ἡ
λέξις φυσίωσις. Ὁ διάβολος μοιάζει μέ
ἕναν πού φουσκώνει ἕνα μπαλόνι. Φουσκώνει
τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν ὑπερηφάνεια.
Εἶναι ὁ ἄνθρωπος κενός καί μέ τήν
ὑπερηφάνεια γίνεται ἀκόμα πιό κενός,
ἀκόμα πιό ἄδειος. Μέ τήν ὑπερηφάνεια
τό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου χάνει τόν ἔλεγχό
του. Γι’ αὐτό καί τό ἑπόμενο στάδιο,
ὅποιου ἀφεθεῖ στήν ὑπερηφάνεια εἶναι
ἡ τρέλα, ἡ ἔκσταση τῶν φρενῶν, ὅπως
λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος.
Ἡ
σκέψη τοῦ ὑπερήφανου ἀνθρώπου, ἡ σκέψη
τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἀνθρώπου
πού εἶναι ἐκτός Χριστοῦ, χάνει τόν
ἔλεγχό της. Τό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου χάνει
τόν ἔλεγχό του καί ἡ σκέψη του ἀναμιγνύεται
μέ τήν ὑπερηφάνεια. Διασπᾶ τόν νοῦ ἀπό
τή ρίζα του, ἀπό τήν πηγή του, πού εἶναι
ὁ Θεός Λόγος κι ἔτσι ξεπέφτει καί
βυθίζεται σέ φαντάσματα, σέ φαντασίες,
σέ φαντασιώσεις καί ὁ ἄνθρωπος ζεῖ
ὄχι τήν πραγματικότητα, ζεῖ μιά
φαντασίωση, ὅτι εἶναι κάτι σπουδαῖο,
κάτι μεγάλο. Μήπως καί ἡ τρέλα τί εἶναι;
Ἔχετε ἀκούσει κανέναν νά νομίζει πώς
εἶναι ὁ Μέγας Ναπολέων;.. Φαντασίωση!
Ἀπό τό πολύ φούσκωμα, ἀπό τήν πολλή
ὑπερηφάνεια πού δέχτηκε μέσα του,
δαιμονική ἐνέργεια, ἔφτιαξε μετά ἕναν
φανταστικό κόσμο καί ζεῖ μέσα σ’ αὐτόν.
Καί θεωρεῖ τίς φαντασιώσεις του ὁ
ἄνθρωπος σάν πραγματικότητες. Καί τίς
τρέλες του, τίς παραφροσύνες του, σάν
σοφίες. Αὐτά παθαίνει ὁ ἐκτός Χριστοῦ
ἄνθρωπος καί ζεῖ μέσα στήν ματαιότητα
τοῦ νοός του καί δέν μπορεῖ νά καταξιωθεῖ
ὡς ἄνθρωπος.
Ἔτσι
οἱ ἄνθρωποι πού κινοῦνται στόν δρόμο
τῆς ὑπερηφάνειας χάνουν τόν ἔλεγχο
στίς σκέψεις τους, γι’ αὐτό καί ἀπό
κάθε ἄποψη εἶναι πολύ ἀληθινός ὁ
εὐαγγελικός λόγος γιά τούς ἀνθρώπους
αὐτούς. «Οἱ φάσκοντες εἶναι σοφοί
ἐμωράνθησαν» (Ρωμ. 1,22). Ἐνῶ λένε ὅτι
εἶναι σοφοί, ἔχουν γίνει μωροί, ἀνόητοι,
ἠλίθιοι. «Ἡ σοφία τοῦ κόσμου μωρία
παρά τῷ Θεῷ ἐστι» (Α΄Κορ. 3,19), λέει πάλι
ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πού ὁ κόσμος
θεωρεῖ σοφία μπροστά στόν Θεό εἶναι
ἀνοησία.
Ἡ
ψευτοφρόνηση, πού προέρχεται ἀπό τήν
ὑπερηφάνεια, ἡ ὑψηλοφροσύνη,
ἐφαμαρτοποιεῖ, συσκοτίζει τήν ἀνθρώπινη
διάνοια, σατανοποιεῖ τόν ἀνθρώπινο
νοῦ, τόν κάνει σατανικό τόν νοῦ τοῦ
ἀνθρώπου, ἔτσι ὥστε αὐτός ἐκβάλλει
ἀπό τόν ἑαυτό του, βγάζει ἀπό μέσα του,
κενές - ἄδειες, μάταιες, ἀνωφελεῖς
σκέψεις καί ψεύτικες ἐπινοήσεις γιά
τόν Θεό, γιά τόν κόσμο, γιά τόν ἄνθρωπο.
Πάρτε παράδειγμα, τραγικός, ἀξιολύπητος
εἶναι ὁ καημένος, ὁ Καζαντζάκης… τί
μάταια, τί φοβερά, τί βλάσφημα πράγματα
σκέφτηκε καί ἔγραψε γιά τόν Χριστό.
Κανένας ἄνθρωπος στόν κόσμο δέν ἔγραψε
αὐτά πού ἔγραψε ὁ Καζαντζάκης καί τώρα
τόν προβάλλουν, δυστυχῶς καί ἐκκλησιαστικοί
ἄνθρωποι, ὅτι εἶναι κάτι σπουδαῖο.
Ἐματαιώθη ἐν τῇ ματαιότητι τοῦ νοός
αὐτοῦ. Ἐπιτρέπεται τώρα νά προβάλλουμε
αὐτόν τόν ἄνθρωπο, πού δήλωνε ἄθεος;
«Δέν πιστεύω τίποτα, δέν ἐλπίζω τίποτα,
εἶμαι ἐλεύθερος», ἔτσι δέν γράφει στόν
τάφο του;
Ἡ
ὑπερηφάνεια μέ τήν κεντρική της ἀρτηρία
διοχετεύει τήν καταστροφή στή δύναμη
καί στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Καί ἡ ἀρχική
ζωή τῆς ὑπερηφάνειας προέρχεται ἀπό
τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος τήν ἐπινόησε
καί τήν κατέστησε σάν τόν κεντρικό νόμο
ὅλης τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ὁ νόμος
τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια.
Βλέπετε καί ἡ ψευτοεπιστήμη, παιδαγωγική,
ψυχολογία κ.λ.π. τί προβάλλει στόν
ἄνθρωπο; Τήν ὑπερηφάνεια ὡς στόχο. Δέν
τό λένε ἀκριβῶς ὑπερηφάνεια, τό λένε
αὐτοεκτίμηση. Τό ἴδιο εἶναι. Νά ἔχεις,
λέει, ὑψηλή αὐτοεκτίμηση, πού σημαίνει
ὑψηλή ὑπερηφάνεια… μήν κοροϊδευόμαστε.
Ἁπλῶς ἀλλάζει ὁ διάβολος τίς λέξεις,
γιά νά γίνονται πιό εὔκολα ἀποδεκτές.
Νά ἔχεις λένε αὐτοπεποίθηση. Μά αὐτό
εἶναι δαιμονικό! Καταραμένος ὅποιος
ἔχει αὐτοπεποίθηση, λέει ἡ Ἁγία Γραφή.
Ὄχι, σοῦ λέει ἡ ψυχολογία, νά βάλεις
στό παιδί σου αὐτοπεποίθηση… ἔτσι θά
γίνει καλά τό παιδί σου. Καί ἔχουμε τώρα
τό μπούλινγκ τῶν γονιῶν ἀπό τά παιδιά.
Ἀπό τήν πολύ αὐτοπεποίθηση καί τήν
πολλή ὑπερηφάνεια πού τούς καλλιέργησαν,
τά παιδιά τώρα δέρνουν τούς γονεῖς.
Ἡ
ἀρχική ζωή τῆς ὑπερηφάνειας λοιπόν
προέρχεται ἀπό τόν διάβολο, τοῦ ὁποίου
εἶναι ὁ κεντρικός νόμος. Αὐτή εἶναι
ἡ ἁμαρτία τοῦ διαβόλου. Ὁ διάβολος
δέν ἔκανε σαρκικές ἁμαρτίες κ.λ.π.
Ὑπερηφανεύτηκε. Καί αὐτή τήν ἁμαρτία
ἐμβάλλει καί σ’ ὅλους αὐτούς πού δέν
θέλουν νά εἶναι μέ τόν Χριστό. Δέν θέλεις
νά εἶσαι μέ τόν Χριστό; «Ἔλα μέ μένα»..
καί γίνεσαι ὑποχείριό του. Ἡ ὑπερηφάνεια
καί ἡ πιό μικρή ἀκόμα, σατανοποιεῖ τόν
ἄνθρωπο, ἀνάλογα μέ τή δύναμή της. Πρῶτα
ἀπ’ ὅλα σατανοποιεῖ τόν νοῦ τοῦ
ἀνθρώπου. Γίνεται σατανικός ὁ νοῦς
τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ὑπερηφάνεια πρῶτα
κυριαρχεῖ στίς νοητικές δυνάμεις τοῦ
ἀνθρώπου. Καθίσταται νοητική δύναμη
σ’ αὐτόν καί ἐργάζεται σάν συστατική
ἐνέργεια τῆς λογικῆς καί τοῦ νοός
αὐτοῦ. Πραγματικά κάθε ἀνθρώπινη
ὑπερηφάνεια κατάγεται ἀπό τόν σατανᾶ,
πηγή της ἔχει τόν σατανᾶ. Ἡ ὑψηλοφροσύνη
εἶναι ἡ κεφαλαίωδης διάκριση τοῦ
διαβόλου καί τῶν σατανόπληκτων ἀνθρώπων.
Θέλεις
νά δεῖς ἄν ἕνας ἄνθρωπος εἶναι τοῦ
Θεοῦ; Νά δεῖς ἄν ἔχει ὑπερηφάνεια.
Δέν εἶναι τοῦ Θεοῦ, ὅσο κι ἄν φαίνεται
καλός. Καί οἱ Φαρισαῖοι καλοί φαινόντουσαν.
Εἶχαν ὑπερηφάνεια, γι’ αὐτό εἶχαν
καί ζήλεια καί φθόνο. Γιατί παιδί τῆς
ὑπερηφάνειας εἶναι ὁ φθόνος καί ἡ
ζήλεια. Ἕνας πού ἔχει μεγάλη ἰδέα γιά
τόν ἑαυτό του, δέν ἀνέχεται κάποιον
ἄλλο νά τόν ξεπεράσει. Οἱ Φαρισαῖοι
ἐπειδή εἶχαν ὑπερηφάνεια, ὅταν εἶδαν
τόν Χριστό νά τούς παίρνει τόν κόσμο -
ὁ Χριστός βέβαια δέν τούς ἔπαιρνε τόν
κόσμο, ὁ κόσμος μόνος του πήγαινε στόν
Χριστό, γιατί ἀναπαυόταν - γέμισαν μέ
φθόνο καί ζήλεια, γι’ αὐτό καί Τόν
σταύρωσαν. Ἡ ὑψηλοφροσύνη λοιπόν εἶναι
τό διακριτικό γνώρισμα τῶν ἐκτός
Χριστοῦ ἀνθρώπων. Καί χαρακτηριστικό
τῶν ἀνθρώπων τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ
ταπείνωση. Γι’ αὐτό, λένε πάλι οἱ
Πατέρες, θέλεις νά δεῖς ἄν ἕνας ἄνθρωπος
εἶναι τοῦ Θεοῦ ἤ ὄχι; Πῶς θά τό
καταλάβεις; Νά δεῖς, ὅταν ἀδικεῖται
ἄν ἀντιδράει ἤ ὄχι. Πῶς δέχεται τήν
ἀδικία. Ἄν τήν δέχεται. Ὁ ταπεινός
ἄνθρωπος δέχεται νά ἀδικηθεῖ, δέχεται
νά ὑβριστεῖ, δέχεται νά ἐξουθενωθεῖ.
Ὁ ὑπερήφανος ἀντιδράει καί πολύ ἄσχημα
μάλιστα, θυμώνει, ὀργίζεται κ.λ.π. Ἀπό
κεῖ μπορεῖς νά καταλάβεις, ἄν ἕνας
ἄνθρωπος εἶναι τοῦ Θεοῦ ἤ ὄχι. Ἡ
κυρίαρχη δύναμη στόν ταπεινό, στόν
ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ταπείνωση.
Στούς ἐκτός Θεοῦ εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια.
Οἱ
ὑπερήφανοι ἄνθρωποι στηριζόμενοι στό
μυαλό τους «φυλακισμένοι» στήν
«χρυσαλλίδα» τῆς ὑπερηφάνειάς τους,
δέν θέλουν νά ξέρουν τίποτα ἄλλο ἐκτός
ἀπό τόν ἑαυτό τους. Κανένα ἄλλο ὄν
μεγαλύτερο ἀπό τόν ἑαυτό τους δέν
ἀνέχονται, νά μήν τούς ξεπερνάει κανένας.
Αὐτή εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Τόν Θεό δέν
Τόν ἀναγνωρίζουν ἤ Τόν θεωροῦν σάν
μιά τυφλή δύναμη, ὅπως οἱ μασόνοι. Τί
εἶναι ὁ Θεός σοῦ λέει; Μέγας ἀρχιτέκτων
τοῦ σύμπαντος… μιά δύναμη... ὑπάρχει
μιά δύναμη. Βέβαια αὐτοί πού ἔχουν
προχωρήσει στή μασονία ξέρουν ποιός
εἶναι ὁ ΜΑΤΣ. Εἶναι ὁ ἑωσφόρος, ὁ
μπαθομέτ, ἀλλά δέν τούς τό λένε ἀπό τήν
ἀρχή.
Γενικά
πάντως οἱ ἄνθρωποι οἱ ὑπερήφανοι δέν
μποροῦν νά κρίνουν ὀρθά καί νά διανοηθοῦν
περί τοῦ Θεοῦ ὡς Δημιουργοῦ καί ὡς
Προνοητοῦ τοῦ κόσμου. Μπορεῖ νά
πιστεύουν πολλοί σήμερα ὅτι ὑπάρχει
Θεός, ἀλλά πολύ λίγοι Τόν πιστεύουν ὡς
Προνοητή, ὅτι ἔχει πρόνοια γιά τούς
ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό καί βλέπετε
τρελαίνονται, ὅταν δέν ἔχουν ἐργασία
ἤ τό παιδί τους δέν ἔχει ἐργασία…ὅταν
ἡ τράπεζα τούς δεσμεύσει τά χρήματα…
σοῦ λέει τώρα πῶς θά ζήσουμε;.. δέν ὑπάρχει κανένας νά φροντίσει, μόνος
μου εἶμαι... Μόνος σου εἶσαι; Καλά δέν
πιστεύεις στόν Θεό, στήν πρόνοια τοῦ
Θεοῦ; Δέν ἔχεις ἀκούσει πού λέει ὁ
Χριστός φροντίζει γιά τά λουλουδάκια
τοῦ ἀγροῦ, ὅτι ἔχει μετρήσει καί τίς
τρίχες τῆς κεφαλῆς σου; Τί λές πιστεύεις
στόν Θεό, ὅταν δέν πιστεύεις στήν πρόνοια
τοῦ Θεοῦ καί εἶσαι γεμάτος ἄγχος; Αὐτό
εἶναι χαρακτηριστικό τοῦ ὑπερήφανου
ἀνθρώπου. Εἶναι αὐτό πού εἴπαμε
στηρίζεται στά μπράτσα του καί γι’ αὐτό
γίνεται καταραμένος, ὅπως τό λέει ὁ
προφήτης Ἱερεμίας «ἐπικατάρατος πᾶς
ὁ ἐλπίζων ἐπ’ ἄνθρωπον ἤ στηρίζει
βραχίων αὐτοῦ» (Ἱερ. 17,5). Καταραμένος
αὐτός πού στηρίζεται σέ ἄνθρωπο, ὅπως
ἐμεῖς πού στηριχτήκαμε στούς πολιτικούς
κ.λ.π. καί ὄχι στόν Θεό, καθώς ἐπίσης
καί αὐτός πού στηρίζεται στά μπράτσα
του, στόν ἑαυτό του. Πιστέψτε στόν ἑαυτό
σας, μᾶς λένε τώρα οἱ πολιτικοί μας,
γιά νά γίνουμε ἀκόμα πιό καταραμένοι,
νά πᾶμε ἀκόμα πιό κάτω, νά μᾶς ἔρθουν
κι ἄλλα μνημόνια… νά δοῦμε πότε θά
βάλουμε μυαλό!
Γι’
αὐτό οἱ ὑπερήφανοι ἄνθρωποι, λέει
πάλι στήν πρός Ρωμαίους «καθώς οὐκ
ἐδοκίμασαν τόν Θεόν ἔχειν ἐν ἐπιγνώσει,
παρέδωκεν αὐτούς ὁ Θεός εἰς ἀδόκιμον
νοῦν, ποιεῖν τά μή καθήκοντα» (Ρωμ.
1,28). Ἐπειδή ἀκριβῶς δέν προσπάθησαν
νά ἔρθουν σέ ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ, δηλαδή
νά γνωρίσουν τόν Θεό βιωματικά, αὐτό
θά πεῖ ἐν ἐπιγνώσει, ὄχι ἐγκεφαλικά,
ὅτι ἁπλῶς ὑπάρχει Χριστός, ἀλλά νά
ζήσουν τή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Καί πῶς ζεῖς
τή ζωή τοῦ Χριστοῦ; Ὅταν τηρεῖς αὐτά
πού λέει. Ἄν δέν ἔρθεις σέ ἐπίγνωση
τοῦ Θεοῦ, τότε λέει, ὁ Θεός σέ παραδίδει
εἰς ἀδόκιμον νοῦν. Δηλαδή χάνεις τόν
νοῦ σου, πέφτεις σέ ἀνοησίες, ἀνοητένεις,
μωραίνεσαι, πέφτεις σέ ματαιότητα, στή
ματαιότητα τοῦ νοός καί ποιεῖς τά μή
καθήκοντα, κάνεις αὐτά πού δέν πρέπει
νά κάνεις. Αὐτό συμβαίνει στούς
ὑπερήφανους ἀνθρώπους. Κι αὐτήν ἀκόμα
τήν κακή ἐνέργεια τήν δικαιλογοῦν μέ
λανθασμένες κριτικές τοῦ διεφθαρμένου
νοῦ τους καί προσπαθοῦν νά δικαιολογήσουν
καί τά σατανικά πράγματα.
Ὅταν
ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ζεῖ χωρίς Θεό,
σκοτίζεται, διαφθείρεται, ἁμαρτοποιεῖται,
γεμίζει ἁμαρτία, θανατοποιεῖται,
γεμίζει θάνατο, σατανοποιεῖται, γίνεται
σατανικός νοῦς. Μπορεῖ ὁ νοῦς ἑνός
ἀνθρώπου νά ρίξει μία ἀτομική βόμβα
καί νά σκοτώσει 150.000; Μπορεῖ; Μπόρεσε.
Ἔχει γίνει αὐτό τό πράγμα. Σατανικός
νοῦς. Ὁ διάβολος θά ἤθελε πάρα πολύ νά
τό κάνει ἀλλά δέν τόν ἀφήνει ὁ Θεός,
νά πάρει μιά ἀτομική βόμβα καί νά μᾶς
τή ρίξει, νά μᾶς διαλύσει ὅλους, ὅλη
τήν Ἔδεσσα, ἄς ποῦμε. Ἕνας σατανικός
ἀνθρώπινος νοῦς ὅμως μπορεῖ νά τό
σκεφτεῖ αὐτό καί νά τό κάνει, ἄν τό
παραχωρήσει ὁ Θεός, ὅπως ἔγινε στόν
Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο... καί ἑτοιμάζονται
νά τό ξανακάνουν. Δέν τό ’χουν σέ τίποτα…
Ὅταν σατανοποιηθεῖ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου,
ὅλα τά κάνει. Γι’ αὐτό βλέπετε πόσο
πάντα εἶναι ἐπίκαιρος ὁ λόγος τοῦ
Θεοῦ. Δέν τά λέμε αὐτά θεωρητικά, ἔτσι
νά τά μάθουμε. Ἄν δέν προσέξουμε, θά τό
πάθουμε κι ἐμεῖς. Ἄν φύγεις ἀπό τόν
Χριστό, ἀναγκαστικά θά πᾶς σ’ αὐτή
τήν σατανοποίηση. Ἤ μέ τόν Χριστό ἤ μέ
τόν ‘ἔξω ἀπό δῶ’ θά εἶσαι. Δέν μπορεῖς
νά εἶσαι κάπου ἐνδιάμεσα.
Ἔτσι
ὁ ἄνθρωπος δέν γνωρίζει πραγματικά
τόν Θεό καί μή γνωρίζοντας τόν Θεό
-ἐπειδή εἶναι ὑπερήφανος- δέν γνωρίζει
οὔτε τόν ἑαυτό του. Γιατί; Γιατί ὁ
ἄνθρωπος ἔχει ὡς πρότυπο, κατασκευαστικό
θά λέγαμε, τόν Χριστό. Κατ’ εἰκόνα καί
καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Χριστοῦ φτιάχτηκε
ὁ ἄνθρωπος. Ἄν λοιπόν δέν γνωρίζει ὁ
ἄνθρωπος τόν Χριστό, τό πρότυπο δηλαδή,
δέν μπορεῖ νά γνωρίσει καί τό ἀντίτυπο,
τόν ἑαυτό του. Γι’ αὐτό, ὅταν χάνεις
τόν Χριστό, χάνεις καί τόν ἄνθρωπο. Ἕνας
πού γίνεται ἀντίχριστος, γίνεται καί
ἀπάνθρωπος. Μή γνωρίζοντας τόν Χριστό
δέν γνωρίζει οὔτε τόν ἑαυτό του οὔτε
τόν ἄλλον ἄνθρωπο γνωρίζει οὔτε τόν
κόσμο οὔτε τήν Δημιουργία. Γι’ αὐτό
καί μπαίνει μέσα στή Δημιουργία σάν
ληστής, ἐξ οὗ καί τά προβλήματα πού
ἔχουμε σήμερα μέ τό περιβάλλον. Γιατί
ὁ ἄνθρωπος ἔχει χάσει τόν Χριστό, ἔχει
χάσει καί τόν συνάνθρωπο καί καταστρέφει
καί τήν κτίση, τήν δημιουργία τοῦ Θεοῦ.
Τέτοιος
ἄθεος ἄνθρωπος, ἀφοῦ δέν γνωρίζει τόν
Θεό, καθίσταται ταυτόχρονα καί ἀπάνθρωπος,
καθίσταται μή ἄνθρωπος. Δέν εἶναι πλέον
ἄνθρωπος. Πῶς λέει ἡ Γραφή; «Παρασυνεβλήθη
τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὡμοιώθη
αὐτοῖς (Ψαλμ. 48,13). Ὁ ἄνθρωπος παρομοιάστηκε
λέει μέ τά ἀνόητα κτήνη. Ἔλεγε ὁ π.
Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, ὄχι, δέν ἔγινε
μόνο αὐτό, πῆγε καί πιό κάτω ἀκόμα…
Ἀπόδειξη; Ἡ ὁμοφυλοφιλία. Δέν ὑπάρχει
στά ζῶα ἡ ὁμοφυλοφιλία, τό ξέρετε; Στόν
ἄνθρωπο ὑπάρχει μόνο. Ἔχει πάει κάτω
κι ἀπ’ τά ζῶα ὁ ἄνθρωπος.
Σέ
τελική ἀνάλυση, ὁ ἄνθρωπος χωρίς Θεό
εἶναι ἄνθρωπος χωρίς μυαλό. Ὁ ἄθεος
ἄνθρωπος εἶναι ἄφρων ἄνθρωπος. «Εἶπεν
ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι
Θεός» (Ψαλμ. 52,2). Βλέπετε; Ποιός δηλώνει
ἄθεος; Τό λέει ἡ Γραφή. Ὁ ἄφρων, αὐτός
πού δέν ἔχει φρόνηση, πού ἔχει χάσει
τό μυαλό του δηλαδή, ὁ τρελός. Ἄρα ἡ
ἀθεΐα εἶναι τρέλα. Ναί, εἶναι τρέλα!
Ἁπλῶς δέν τήν γράφουν ἀκόμα τά βιβλία
τῆς ψυχιατρικῆς, γιατί καί οἱ ψυχίατροι
δέν πιστεύουν στόν Θεό οἱ περισσότεροι.
Ἀλλά μιά μορφή τρέλας εἶναι ἡ ἀθεΐα.
Ὅταν
μιλᾶμε γιά ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν
νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, αὐτό σημαίνει ὅτι
ἀπό τόν νοῦ του ἀπουσιάζει αὐτή ἡ
Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός. Ὁπότε
αὐτός ξεπέφτει καί καθίσταται διεφθαρμένος
καί σκέπτεται, ἐνῶ τό κακό ἔχει φθάσει
σέ ὕψος καί μπορεῖ νά τόν παρομοιάζεις
μέ σκουλήκι πού βρίσκεται σέ σαπισμένο
κρέας. Γίνεται κατανοητό ὅτι οἱ ἄνθρωποι
πού ἔχουν τόν νοῦ τους ἐκπεσμένο,
διεφθαρμένο, σκοτισμένο, εἶναι ἀντίθετοι
μέ τήν ἀλήθεια, μέ τήν κάθε ἀλήθεια καί
ἰδιαίτερα μέ τήν αἰώνια ἀλήθεια τοῦ
Θεοῦ, τήν αἰώνια ἀλήθεια τοῦ Κυρίου
Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ποῦ ζοῦνε ἑπομένως;
Στό ψέμα, στήν ὑποκρισία. Ἔχετε ἀκούσει
πού μᾶς βρίζουν καί μᾶς λένε ὅτι εἴμαστε
ὑποκριτές ἐμεῖς πού πᾶμε στήν Ἐκκλησία
καί κάνουμε μεγάλους σταυρούς..; Γιατί
αὐτοί δέν κάνουν μεγάλους σταυρούς,
κάνουν μικρούς σταυρούς!.. σάν νά παίζουν
μαντολίνο ἤ κομπολόι ἤ ἀνοίγουν τό
σακάκι τους κάνουν ἀπό μέσα τόν σταυρό
τους καί τό θεωροῦνε ἀρετή αὐτό. Αὐτό
εἶναι ὑποκρισία! Καί βρίζουν ἐμᾶς πώς
εἴμαστε ὑποκριτές. Πῶς ἀλλιῶς θά τόν
κάνεις τόν σταυρό σου; Κανονικά θά τόν
κάνεις. Τί θά πεῖ μεγάλος σταυρός καί
μικρός σταυρός; Κανονικά πρέπει νά
κάνεις τόν σταυρό σου, νά εἴναι σταυρός.
Αὐτοί πού λένε στούς ἄλλους εἶστε
ὑποκριτές, εἶναι οἱ ἴδιοι ὑποκριτές.
Καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου εἶναι
ὑποκριτές, νά τό ξέρετε. Γι’ αὐτό μή
φοβᾶστε, ὅταν σᾶς ποῦνε ὑποκριτές. Νά
τούς πεῖς, ἐσύ εἶσαι ὑποκριτής. Γιατί,
ἀκριβῶς, ἄν δέν εἶσαι μέ τόν Χριστό,
δέν εἶσαι μέ τήν ἀλήθεια. Ἄρα ποῦ
εἶσαι; Στό ψέμα. Ἄρα εἶσαι ὑποκριτής.
Αὐτός εἶναι ὑποκριτής, πού ἄλλα λέει
καί ἄλλα ἔχει στόν νοῦ του. Τό ναί δέν
εἶναι ναί, εἶναι ὄχι. Καί τό ὄχι δέν
εἶναι ὄχι, εἶναι ναί.
Ὁ Ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πού ἔχει τή
σοφία τοῦ Θεοῦ καί εἶναι γνώστης τοῦ
άνθρώπινου νοός εὐαγγελίζεται: Τί
σημαίνει ματαιότης τοῦ νοῦ; Τό νά
ἀπασχολεῖσαι μέ τά μάταια. Ποιά εἶναι
τά μάταια, παρά ὅλα τά ἐπίγεια, τά
παρόντα, ὅσα ὑπό τόν οὐρανόν, γιά τά
ὁποῖα λέγει ὁ Ἐκκλησιαστής «Ματαιότης
ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ.
1,2). Ἀλλά θά ρωτήσει κάποιος: Ἄν εἶναι
τά πάντα μάταια καί ματαιότης, γιά ποιό
λόγο ἔχουν γίνει; Γιατί νά τά φτιάξει
ὁ Θεός; Ἐάν εἶναι ἔργα τοῦ Θεοῦ πῶς
εἶναι μάταια; Καί γίνεται γιά αὐτά
πολύς λόγος. Ἄκουσε ἀγαπητέ. Δέν εἶπε
ὁ Ἐκκλησιαστής, πού εἶναι τό Πνεῦμα
τό Ἅγιο -Παλαιά Διαθήκη- ὅτι τά ἔργα
τοῦ Θεοῦ εἶναι μάταια. Νά μή μᾶς περάσει
ἀπό τόν νοῦ τέτοιο πράγμα. Δέν εἶναι
ὁ οὐρανός μάταιος οὔτε ἡ γῆ εἶναι
μάταιη. Μή γένοιτο! Δέν εἶναι μάταιος
ὁ ἥλιος οὔτε ἡ σελήνη καί τά ἄστρα
οὔτε τό δικό μας σῶμα. Ὅλα αὐτά εἶναι
«καλά λίαν», ὅπως τά ἔφτιαξε ὁ Θεός.
Τί σημαίνει μάταιο; Ἄς ἀκούσουμε τόν
ἴδιο τόν Ἐκκλησιαστή πού λέει «φύτευσα
γιά τόν ἑαυτό μου ἀμπέλια, ἔφτιαξα γιά
τόν ἑαυτό μου τραγουδιστές, ἄνδρες καί
γυναῖκες, κατασκεύασα γιά τόν ἑαυτό
μου ὑδάτινες δεξαμενές, εἶχα γιά τόν
ἑαυτό μου πρόβατα καί ἄλλα ζῶα, μάζεψα
χρυσάφι καί ἀργύρια καί εἶδα ὅτι ὅλα
εἶναι ματαιότης» (Ἐκκλ. 2,4-8). Καί πάλι
«Ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα
ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2). Ἄκουσε καί τόν
προφήτη Δαυίδ πού λέει «Θησαυρίζει καί
δέν γνωρίζει γιά ποιόν θά τά συγκεντρώσει
αὐτά» (Ψαλμ. 38,7). Ἄκουσε λοιπόν ὅλα αὐτά
καί κατάλαβε τί θά πεῖ ματαιότης.
Ματαιότης ματαιοτήτων εἶναι οἱ
πολυτελεῖς οἰκοδομές, τό πολύ καί
ἄφθονο χρυσάφι, τό πλῆθος ἀπό αἰχμαλώτους
πού βαδίζουν μέ τρόπο πομπώδη στήν
ἀγορά, ἡ ἀλαζονεία καί ἡ ματαιοδοξία,
οἱ φιλοδοξίες καί ἡ ὑπερηφάνεια. Αὐτά
εἶναι ἡ ματαιότης, δηλαδή ἡ ἐμπαθής
προσκόλληση στά κτίσματα καί στήν δόξα
τοῦ κόσμου. Γιατί ὅλα αὐτά δέν ἔχουν
γίνει ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ἔχουν δημιουργηθεῖ
ἀπό μᾶς, ἀπό τά πάθη: φιληδονία,
φιλοδοξία, φιλαργυρία. Αὐτά εἶναι ἡ
ματαιότης. Σ’ αὐτά δουλεύει ὁ πολύς
κόσμος. Αὐτά εἶναι τά κίνητρά του. Κι
αὐτά εἶναι ὅλα μάταια. Γιατί εἶναι
μάταια; Γιατί δέν ἔχουν κανένα χρήσιμο
ἀποτέλεσμα. Τί σέ ὠφελοῦν οἱ σαρκικές
ἡδονές καί ἡ προσκόλληση σ’ αὐτά;
Τίποτα. Μιά ἀηδία μένει στό τέλος. Τί
σέ ὠφελοῦν τά πολλά χρήματα καί τά
σπίτια καί τά κτήματα; Τίποτε. Μόνο
τσακωμοί, διαμάχες, φόνοι πολλές φορές,
φθόνοι, αὐτά εἶναι τά ἀποτελέσματά
τους. Τί σέ ὠφελεῖ ἡ μάταιη δόξα τοῦ
κόσμου; Τίποτε. Μπροστά σου θά σοῦ λένε
κολακεῖες καί μόλις στρίψεις στή γωνία
οἱ ἴδιοι θά σέ ἐμπαίζουν.
Τά
χρήματα εἶναι μάταια, ὅταν ξοδεύονται
στίς ἀπολαύσεις. Δέν γίνονται ὅμως
μάταια, ὅταν μοιράζονται στούς φτωχούς.
Ἐάν τά σπαταλήσεις στίς ἀπολαύσεις,
ποιό θά εἶναι τό ἀποτέλεσμα τους; Ἄς
τό δοῦμε, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος. Τό πάχος τοῦ σώματος. Νά,
σήμερα οἱ ἄνθρωποι τοῦ λεγόμενου
πολιτισμένου κόσμου, παλεύουν μέ τήν
παχυσαρκία. Αὐτό εἶναι τό μέγα πρόβλημα...
καί ὅλο γυμναστήρια, δίαιτες.. ὄχι ὅμως
νηστεία! Δέν μιλᾶμε γιά νηστεία. Πᾶμε
σέ διαιτολόγο, δέν μᾶς ἱκανοποιεῖ ἡ
νηστεία. Δέν συζητᾶμε γιά νηστεία. Τά
ρεψίματα, τά ἀέρια στό στομάχι.. τά
ἀποτελέσματα τῶν ἀπολαύσεων τῆς
τρυφῆς, τῆς γαστριμαργίας καί τῆς
λαιμαργίας, τῆς φιληδονίας. Τά πολλά
περιττώματα, ἡ κεφαλαλγία, τό βαρύ
κεφάλι, ἡ μαλθακότητα τοῦ σώματος, ἡ
ἔξαψη καί ἡ παράλυση. Γιατί, ὅπως
ματαιοπονεῖ κανείς, ὅταν χύνει νερό
μέσα σέ τρύπιο πιθάρι, ἔτσι κι ἐκεῖνος
πού κάνει τρυφηλή ζωή ἀντλεῖ νερό σέ
τρύπιο πιθάρι. Μπορεῖ νά γεμίσει ποτέ;
Ποτέ δέν θά γεμίσει. Ὅσο κι ἄν προσπαθεῖς
νά γεμίσεις τή ζωή σου μέ τίς ἡδονές
αὐτές τίς μάταιες, πάντα ἄδειος θά
εἶσαι, πάντα κάτι θά σοῦ λείπει.
Μέ
ἄλλα λόγια, μάταιο λέγεται αὐτό πού
νομίζεται ὅτι ἔχει τιμή, στήν
πραγματικότητα ὅμως δέν ἔχει. Ἐκεῖνο
πού ὀνομάζουν καί κενό, ἄδειο δηλαδή,
καί ἔχει καί κενές ἐλπίδες καί εἶναι
χωρίς σκοπό. Ἐλπίζουν οἱ ἄνθρωποι στά
χρήματα καί λένε, ἔχεις χρήματα, μπορεῖς
νά κάνεις τά πάντα. Πιό μεγάλο ψέμα ἀπ’
αὐτό δέν ὑπάρχει καί ἀργά ἤ γρήγορα
τό καταλαβαίνουν καί οἰ ἴδιοι. Μάταιο
λέγεται αὐτό που δέν εἶναι σέ τίποτε
χρήσιμο. Ἄς ἐξετάσουμε, λοιπόν, μήπως
δέν εἶναι τέτοια τά ἀνθρώπινα. «Φάγωμεν,
πίωμεν αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν» (Α΄Κορ.
15,32). Ἄς φᾶμε, ἄς πιοῦμε, γιατί αὔριο
πεθαίνουμε. «Ποιό λοιπόν τό ἀποτέλεσμα;»,
λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
Φάε καί πιές, ποιό εἶναι τό ἀποτέλεσμα;
Ἡ φθορά, ὁ θάνατος. Ἄς ντυθοῦμε κι ἄς
περιβληθοῦμε ἐνδύματα καί ποιό τό
ἀποτέλεσμα; Κανένα. Αὐτά φιλοσόφησαν
μερικοί Ἕλληνες ἀλλά μάταια. Γιατί
ὑπῆρχε μία, ἄς ποῦμε, ἀσκητικότητα
στούς ἀρχαίους Ἕλληνες, ὑπέδειξαν τόν
σκληρό τρόπο ζωῆς, χωρίς ὅμως νά
ἀποβλέπουν καί σ’ ἕναν χρήσιμο σκοπό,
ἀλλά ἁπλά γιά τήν ματαιοδοξία καί τήν
τιμή ἀπό τούς πολλούς ἀνθρώπους. Ἦταν
ἐγκλωβισμένοι στήν κενοδοξία. Εἶχαν
κάποια ἀσκητικότητα ἀλλά δέν τό ἔκαναν
γιά τόν Θεό. Ὠφέλεια; Μηδέν! Καί τί εἶναι
ἡ τιμή ἀπό μέρους τῶν πολλῶν; Τίποτε.
Γιατί, ἄν ἀφανίζονται αὐτοί πού παρέχουν
τήν τιμή, πολύ περισσότερο ἀφανίζεται
καί ἡ τιμή τους. Νά πάρεις τό βραβεῖο
Νόμπελ, ὁτιδήποτε... καί τί ἔγινε; Καί
ἡ τιμή σου θά χαθεῖ καί αὐτοί πού θά
σέ τιμήσουν θά χαθοῦν καί ὅλα θά
ἐξαφανιστοῦν. Τί θά μείνει; Τίποτε.
Ἐκεῖνος
πού παρέχει τιμή στόν ἄλλον, ὀφείλει
προηγουμένως νά παρέχει τιμή στόν ἑαυτό
του. Καί ποιά εἶναι ἡ τιμή; Ἡ ἀληθινή
τιμή εἶναι ἡ ἀρετή, εἶναι ἡ χάρις τοῦ
Θεοῦ. Ἀληθινά τιμημένος ἄνθρωπος εἶναι
ὁ ἅγιος. Ἄν δέν παρέχει τιμή στόν ἑαυτό
του, πῶς θά παρέχει στόν ἄλλον; Ἀφοῦ
ὁ ἴδιος δέν ἔχει τιμή, εἶναι ἄτιμος,
τί τιμή νά σοῦ δώσει; Κι αὐτό πού σοῦ
δίνει εἶναι ἀτιμία καί γιά σένα.
Τώρα
βέβαια ἐπιδιώκουμε τίς τιμές καί ἀπό
τούς εὐτελεῖς καί τούς εὐκαταφρόνητους
ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι εἶναι περιφρονημένοι
καί ἐπονείδιστοι, ἄξιοι περιφρόνησης.
Καί χάσκουν οἱ ἄνθρωποι μπροστά στούς
κόλακες… καί νομίζουν ὅτι ἀπολαμβάνουν
κάτι. Τίποτα δέν ἀξίζει ὅλο αὐτό. Ποιά
ἀξία ἔχει αὐτή ἡ τιμή; Τά πάντα εἶναι
ματαιότης ματαιοτήτων, τό βλέπεις; Γι’
αὐτό καί ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος γιά τούς
ἄθεους «μέ τή ματαιότητα τοῦ νοῦ τους
πορεύονται καί ἐλπίζουν καί τρέφονται
μέ κούφια πράγματα», μέ ἄδεια πράγματα.
Αὐτό πού ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος
ὅτι ὁ ἔπαινος κάνει κούφιο τόν ἄνθρωπο.
Γιατί; Γιατί νομίζεις ὅτι τρέφεσαι, ἐνῶ
δέν τρέφεσαι καί μένεις ἄδειος. Κι ὅμως,
δυστυχῶς, ζοῦμε ἔτσι, ζοῦμε ὑποκριτικά,
γιά νά ἔχουμε αὐτούς τούς κούφιους
ἐπαίνους. Νά μή μᾶς ποῦνε, πώς εἴμαστε
κολλημένοι, πώς εἴμαστε ἐκτός μόδας,
ἐκτός ἐποχῆς… Σήμερα εἶναι «in»
ἡ ἀθεΐα, θά πρέπει νά ὑποκρίνεσαι τόν
ἄθεο, τόν ἀσεβή.
Ὁ
Θεός νά μᾶς φυλάξει, ἀδελφοί μου, νά
μήν πορευόμαστε στή ματαιότητα τοῦ
νοός ἀκολουθώντας τά μάταια τοῦ
ἀνθρώπινου νοῦ πού εἶναι σκέτος χωρίς
Θεό, ἀλλά νά ἔχουμε τόν νοῦ τοῦ Θεοῦ,
τόν φωτισμένο νοῦ ἀπό τόν Λόγο, ὁπότε
καί ἡ ζωή μας δέν θά εἶναι μάταιη καί
τό καθετί πού λέμε δέν θά εἶναι μάταιο
καί τό καθετί πού κάνουμε δέν θά εἶναι
μάταιο, ἀλλά θά εἶναι ὅλα λιθαράκια
γιά τό σπίτι μας πού θά μᾶς φιλοξενήσει
στήν αἰωνιότητα, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Καί ἔτσι θά καταξιωθοῦμε πραγματικά
ὡς ἄνθρωποι καί σ’ αὐτή τή ζωή. Ποιός
εἶναι πραγματικά καταξιωμένος ἄνθρωπος;
Ὁ ἅγιος. Αὐτός πού δέν πορεύεται ἐν
τῆ ματαιότητι τοῦ νοός του, ἀλλά ἐν
Θεῷ, ἐν Χριστῷ.
Οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι ὀνομάζουν
καταξιωμένους τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν
ἐπιτύχει τόν ἔπαινο τῶν ἄλλων ἀνθρώπων,
εἶναι καλοί ἐπιστήμονες, ἔχουν πάρει
κάποια βραβεῖα… Δέν εἶναι αὐτό
καταξίωση. Ἀληθινή καταξίωση εἶναι νά
σέ στεφανώσει ὁ Θεός, νά πάρεις τή Χάρη
τοῦ Θεοῦ μόνιμα καί νά τήν ἔχεις γιά
πάντα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. :
Εὐλογεῖτε πάτερ. Οἱ
Πατέρες μᾶς λένε γιά τόν φόβο, πού μᾶς
εἴπατε στό πρῶτο μέρος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος
πού φοβᾶται τόν θάνατο, ἁμαρτάνει. Πάει
νά πεῖ ὅτι εἶναι ἄθεος, ὅταν ἁμαρτάνει
ὁ ἄλλος. Ἀφοῦ δέν πιστεύει στήν μετά
θάνατον ζωή, γιατί νά ἁμαρτήσει; Ἐμεῖς
σάν χριστιανοί πιστεύουμε στήν ἀθανασία
τῆς ψυχῆς.
Ἀπ. :
Γιά νά φτάνει ὁ ἄνθρωπος
νά ἁμαρτάνει ἑκούσια, μέ τή θέλησή του,
σημαίνει βέβαια ὅτι δέν πιστεύει. Βέβαια
εὐχόμαστε πάντα νά μετανοεῖ. Κι αὐτός
πού ἑκούσια ἁμαρτάνει, νά μετανοεῖ.
Ἀλλά τή στιγμή πού ἁμαρτάνεις, φυσικά
ἐκείνη τή στιγμή ἔχεις ἀρνηθεῖ τήν
πίστη στόν Θεό, εἶσαι ἄθεος, ὅπως τό
εἴπατε. Ὁ Θεός νά φυλάει νά μήν τό
παθαίνουμε αὐτό καί οἱ πτώσεις μας νά
μήν εἶναι ἑκούσιες, τουλάχιστον αὐτό.
Ἀλλά βλέπετε πώς τά πάθη μας τά ἴδια
μᾶς ἐμποδίζουν. Ὅπως λέγαμε, ἐνῶ ἡ
κοπέλα εἶναι ἁγνή, ὑποκρίνεται ὅτι
ἔχει φίλο, γιά νά μήν τήν κοροϊδέψουν,
γιατί ἔχει τέτοιες παρέες, οἱ ὁποῖες
ὅλες ἔχουν παράνομες σχέσεις καί αὐτή
ντρέπεται νά πεῖ ὅτι δέν ἔχει. Σήκω
φύγε παιδί μου ἀπό ἐκεῖ πέρα! Δέν λέει
ἡ Ἁγία Γραφή «μή συναναμίγνυσθαι
πόρνοις» (Α΄Κορ. 5,9); Τί μπερδεύεσαι μ’
αὐτές καί κάνεις δύσκολη τή ζωή σου;
Βλέπετε, ἄν δέν τηροῦμε αὐτά πού λέει
ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, βέβαια μετά γίνονται
πολύ δύσκολα τά πράγματα καί ἀναγκάζεσαι
νά συμβιβαστεῖς. Εἶναι αὐτό πού λέει
ὁ λαός «ὅποιος ἀνακατεύεται μέ τά
πίτουρα, τόν τρῶνε οἱ κότες». Γιατί
λέει ὁ Χριστός «ἐξέλθετε ἐκ μέσου
αὐτῶν καί ἀφορίσθητε» (Β΄Κορ.
6,17); Βγεῖτε ἀπ’ ἔξω λέει, ξεχωρισθεῖτε.
Ἀφορίσθητε αὐτό θά πεῖ, ξεχωρισθεῖτε.
Ἀπό ποιούς νά ξεχωριστοῦμε, ἀπ’ τούς
ἄθεους, ἀπ’ τούς κοσμικούς; Ὄχι, ἀπ’
τούς χριστιανούς! Οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι
χριστιανοί, τό παίζουν χριστιανοί. Καί
στήν Ἐκκλησία πηγαίνουν καί στό πορνεῖο…
καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Ἔ, δέν γίνεται!
Δέν μπορῶ νά σέ ἔχω δίπλα μου κι ἄς
φαίνεται ὅτι εἶσαι τῆς Ἐκκλησίας. Δέν
εἶσαι, εἶσαι ὑποκριτής. Αὐτοί εἶναι
οἱ ὑποκριτές. Δέν μπορεῖς νά εἶσαι
μαζί τους. Ἄν εἶσαι μαζί τους, θά γίνεις
κι ἐσύ ὅμοιός τους, θά χάσεις κι ἐσύ
τόν Χριστό.
Καί
φυσικά πάρα πολλοί ἄνθρωποι σήμερα,
ὅπως τό εἴπατε, δηλώνουν χριστιανοί
ἀλλά δέν πιστεύουν στήν μετά θάνατον
ζωή. Τί χριστιανός εἶναι αὐτός; Δέν
εἶναι χριστιανός. Ὁ χριστιανός, ἄν μή
τί ἄλλο, ὁμολογεῖ αὐτά πού λέει τό
Σύμβολο τῆς Πίστεως. Τό Σύμβολο τῆς
Πίστεως τί λέει; «Προσδοκῶ ἀνάστασιν
νεκρῶν. Καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».
Δέν πιστεύεις στήν μετά θάνατον ζωή,
στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν; Δέν εἶσαι
χριστιανός. Τί μοῦ λές ὅτι πάω στήν
Ἐκκλησία καί ἐξομολογοῦμαι καί
κοινωνάω… καί φοβᾶσαι τόν θάνατο… Τί
τόν φοβᾶσαι τόν θάνατο; Δέν πιστεύεις
στήν ἄλλη ζωή. Καταλάβατε; Πόσο τραγικοί
εἴμαστε!
Ἐρ. :
Πάτερ, πράγματι ἔχετε
δίκαιο, ὅλοι καταβάλλουν προσπάθεια
νά ἀδυνατίσουν, νά χάσουν τά κιλά τους,
πηγαίνοντας στά γυμναστήρια, στούς
διαιτολόγους ἐκτός ἀπό μία μεγάλη
κοινωνικοεπαγγελματική τάξη, τούς
ἱερεῖς. Κάτι γιά τήν ὑποκρισία. Ἔλεγε
ὁ Αἰσχύλος ὅτι τό πιό αἰσχρό ἐλάττωμα
ἀπό ὅλα πού ὑπάρχουνε εἶναι τό νά
φτιασιδώνεις τή σκέψη σου. Καί κάτι γιά
τόν Καζαντζάκη, μιά ἐρώτηση, ἐπειδή
τόν ἀναφέρατε. Στό βιβλίο του «Ἀσκητική»
ξεκινάει καί λέει, ἐρχόμαστε ἀπό μιά
σκοτεινή ἄβυσσο, καταλήγουμε σέ μιά
σκοτεινή ἄβυσσο καί μεταξύ φωτεινό
διάστημα εἶναι ἡ ζωή. Ἀπό ποῦ ἐρχόμαστε
πάτερ; Ποῦ καταλήγουμε καί πῶς λέγεται
τό ἐνδιάμεσο κατά τή γνώμη σας… γιά νά
δοῦμε πόσο λάθος ἔκανε αὐτός ὁ ἄνθρωπος.
Ἀπ. :
Αὐτά τά πράγματα ὄχι
ὀρθόδοξα δέν εἶναι, αὐτά εἶναι
δαιμονικά, σατανικά. Ἄν εἶναι δυνατόν
νά εἶναι αὐτό ὁ ἄνθρωπος! Αὐτά τά
ἔλεγε ὁ ὑπαρξιστής, ὁ Σάρτρ, αὐτές
τίς ἰδέες πού μοῦ λέτε… καί ὄχι μόνο…
Ἐρ. :
Σᾶς ρωτάω ἀπό ποῦ ἐρχόμαστε;
Ἀπ. :
Ἀπό ποῦ ἐρχόμαστε… πολύ
ἁπλά… ἀπό τό πουθενά.
Ἐρ. :
Ἀπό τό πουθενά, ἀπό μιά
σκοτεινή ἄβυσσο δηλαδή… ἀπό τό σκοτάδι..
Ἀπ. :
Ὅχι σκοτεινή ἄβυσσο, ὄχι
σκοτάδι… ἀπό τήν ἀνυπαρξία ἐρχόμαστε.
Ἐρ. :
Ἡ ἀνυπαρξία δέν εἶναι τό
σκοτάδι;
Ἀπ. :
Ὅχι βέβαια! Δέν εἶναι
σκοτάδι. Σκοτάδι εἶναι ὁ διάβολος,
σκοτάδι εἶναι ἡ κόλαση. Ἡ ἀνυπαρξία
εἶναι ἀνυπαρξία. Δέν ὑπάρχεις. Δέν
εἶσαι τίποτε, δέν ἔχεις ὑπόσταση.
Ἀποκτοῦμε ὑπόσταση ἀπό τή στιγμή πού
συλλαμβανόμαστε ἀπό τούς γονεῖς μας
καί τότε ἔχουμε καί τήν ψυχή μας ἀπό
τόν Θεό.
Ἐρ. :
Ἄν ἔλεγε δηλαδή ἐρχόμαστε
ἀπό τό τίποτα, καταλήγουμε στό τίποτα..
Ἀπ. :
Ὅχι καταλήγουμε στό τίποτα.
Κι ἐκεῖ διαφωνοῦμε. Ἐρχόμαστε ἀπό
τήν ἀνυπαρξία καί καταλήγουμε στήν
αἰωνιότητα. Θέλουμε - δέν θέλουμε, τό
εἶπα, εἴμαστε καταδικασμένοι νά εἴμαστε
αἰώνιοι. Καί ἡ ζωή μας δέν εἶναι φωτεινή
πάντα. Μπορεῖ νά εἶναι καί σκοτεινή.
Ὁπότε, καί στό φῶς πού λέει, διαφωνοῦμε.
«Ἤ ἀναλαμπή ἤ ἕνας πίδακας», πού λένε
οἱ ἀνατολικοί, «καί πέφτει κάτω καί
τελείωσε». Δέν εἶναι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος,
ὄχι. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀρχή, τήν σύλληψη.
Δέν ἔχει τέλος. Ἡ ψυχή μας ἔχει ἀρχή,
δέν ἔχει τέλος. Τό σῶμα μας ἔχει ἀρχή,
ἔχει τέλος, ἀλλά ἔχει ἀνάσταση. Στή
Δευτέρα Παρουσία θά ξαναστηθεῖ τό σῶμα,
θά τό ξαναπάρουμε. Ἔχει μιά προσωρινή
διάλυση, ὄχι τέλος καί ἐξαφάνιση… μία
διάλυση στά στοιχεῖα ἀπό τά ὁποῖα
συντίθεται. Λιώνει τό σῶμα μέσα στό
χῶμα. Εἶναι τό ροῦχο.. τό ξαναπαίρνουμε
καί τό σῶμα. Ἡ ψυχή δέν παθαίνει τίποτε.
Ὅπως εἶσαι τήν ὥρα τοῦ θανάτου,
παραμένεις. Καί γι’ αὐτό καί κολάζεσαι
ἄν τήν ὥρα τοῦ θανάτου εἶσαι ἀμετανόητος
καί ὑποφέρεις καί βασανίζεσαι, γιατί
μαζί κουβαλᾶς τά πάθη σου. Τά πάθη, τίς
ἐπιθυμίες δηλαδή, πού ἔχουν γίνει ἕξεις
μέσα στήν ψυχή σου, τίς κουβαλᾶς. Δέν
τίς ἀφήνεις μέσα στόν τάφο. Δέν διαλύονται.
Τίς ἐπιθυμίες καί τά πάθη σου τά ἔχεις
μαζί σου. Καί ζητοῦν ἱκανοποίηση τά
πάθη, αὐτό μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες.
Καί πρίν πεθάνεις ζητοῦν ἱκανοποίηση
καί τήν ὥρα τοῦ θανάτου πού εἶναι
φρικτή ὥρα.
Λέει
ἕνας Πατέρας, ἐκείνη τήν ὥρα συστρέφει
τήν ψυχή ἡ μνήμη, τά ἁμαρτήματα. Ἔρχεται
ἡ μνήμη ὅλων τῶν ἁμαρτημάτων. Τελευταία
μέρα στήν ἐπίγεια ζωή του ὁ ἄνθρωπος
ἀνακατεύεται ὁλόκληρος. Γιατί; Γιατί
θυμᾶται ὅλη του τή ζωή, ὅλα του τά
ἀνομήματα. Φυσικά αὐτά γιά τά ὁποῖα
δέν ἔχει μετανοήσει, δέν τά ἔχει
ἐξαλείψει, κι αὐτά λέει τόν συστρέφουν,
τόν πνίγουν καί ζητοῦν ἱκανοποίηση
καί δέν μπορεῖ φυσικά, γιατί τό σῶμα
του εἶναι παραλυμένο. Κι ὅταν θά βγεῖ
ἀπό τό σῶμα, ἀκόμα περισσότερο τά πάθη
θά ζητοῦν ἱκανοποίηση. Μά τότε δέν θά
μπορεῖ νά ἱκανοποιηθεῖ ὅμως, γιατί
δέν θά ἔχει σῶμα καί αὐτή εἶναι ἡ
κόλαση. Αὐτός εἶναι ὁ φοβερός βασανισμός.
Καί κάτι ἀκόμα. Ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος
εἶναι φτιαγμένος γιά τόν Θεό, θά θέλει
νά πάει καί στόν Θεό, ἀπ’ τήν ἄλλη ὅμως
τά πάθη του θά τοῦ λένε, κάτσε ἐδῶ,
θέλουμε ἱκανοποίηση. Θά τραβιέται ἀπό
δύο ἀντίθετες δυνάμεις, θά διασπᾶται
ἡ ψυχή του… φοβερό μαρτύριο! Καί δέν
φτάνει αὐτό, θά εἶναι καί οἱ δαίμονες,
οἱ ὁποῖοι κι αὐτοί θά βασανίζουν τόν
ἄνθρωπο, πού συνεργάστηκε μαζί τους.
Θά τοῦ λένε «φιλαράκο, ὅλη σου τή ζωή
μαζί δέν εἴμαστε; ἔλα ἐδῶ τώρα νά σέ
περιποιηθοῦμε..». Θά ἔχει καί τούς
δαίμονες. Νά ἡ κόλαση. Αὐτό εἶναι ἡ
κόλαση. Δέν εἶναι ὅτι μᾶς βάζει ὁ Θεός
στήν κόλαση.
Ἑπομένως,
δέν ἔχει δίκαιο ὁ Καζαντζάκης. Δέν
ἐρχόμαστε ἀπό μιά σκοτεινή ἄβυσσο,
εἶναι λάθος αὐτό. Ἀπό τήν ἀνυπαρξία,
δέν ὑπάρχουμε καί πᾶμε στήν αἰώνια
ὕπαρξη, θέλουμε δέν θέλουμε. Καί ἡ ζωή
μας ἐξαρτᾶται, ἡ αἰώνια ὕπαρξη, ἀπό
τή ζωή ἐδῶ. Ἄν θά εἶναι φωτεινή, δηλαδή
μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἤ σκοτεινή, στόν
χῶρο τοῦ πονηροῦ, ἀνάλογη θά εἶναι
καί ἡ αἰώνια ὕπαρξη. Αὐτή εἶναι ἡ
ἀλήθεια.
Ἐρ. :
Εὐλογεῖτε πάτερ. Θέλω νά
κάνω μιά ἐρώτηση. Τό πάθος τῆς ὑποκρισίας
ἤ τῆς φιλαυτίας ἤ τῆς φιλαρέσκειας ἤ
τῆς φιληδονίας πρέπει νά ὑπάρχει κάποιο
ἀντίδοτο, δηλαδή νά τό νικήσουμε μέ τή
βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἤθελα.. ποιό
εἶναι τό ἀντίδοτο τοῦ κάθε πάθους.
Ἀπ. :
Αὐτό εἶναι ὁλόκληρη
ἐπιστήμη. Χρειάζεται κανείς νά βρεῖ
ἕναν πνευματικό πού ξέρει τά φάρμακα
καί νά τοῦ τά πεῖ. Κάθε πάθος ἔχει καί
τό φάρμακό του. Τό κατεξοχήν φάρμακο,
ἀφοῦ θέλετε ἕνα φάρμακο πού νά τά
πιάνει ὅλα, εὑρέως φάσματος ἀντιβιοτικό,
πού πιάνει ὅλα τά μικρόβια, εἶναι ἡ
ταπείνωση. Ταπείνωση… Καί θά μοῦ πεῖτε
τί θά πεῖ ταπείνωση στήν πράξη; Στήν
πράξη ταπείνωση σημαίνει ὑπακοή. Αὐτό
εἶναι τό παν-φάρμακο. Ταπείνωση σημαίνει
νά κάνεις ὑπακοή. Σέ ποιόν; Στόν Θεό,
ἐννοεῖται. Διά τοῦ Πνευματικοῦ σου,
ὁ ὁποῖος θά σοῦ πεῖ τί θέλει ὁ Θεός,
ὅταν εἶναι σωστός βέβαια… γιατί,
δυστυχῶς, ἔχουμε κι ἄλλα πράγματα,
κακέκτυπα Πνευματικῶν. Τό ἔλεγε καί ὁ
Ἅγιος Συμεών, «Πνευματικοί χωρίς Ἅγιο
Πνεῦμα». Ἀφῆστε το αὐτό, δέν τό ἀνοίγουμε
τώρα… Ὅταν εἶναι σωστός ὁ Πνευματικός
θά σοῦ πεῖ τί θέλει ὁ Θεός, ὅσο κι ἄν
δέν σ’ ἀρέσει. Μήν πηγαίνετε σέ
Πνευματικούς πού χαϊδεύουν τά αὐτιά.
Ὑπάρχουν καί τέτοιοι καί λένε πάντα,
τί θέλεις παιδί μου; Αὐτό; Πάρτο. Τό
ἄλλο; Πάρτο. Θέλεις νά κοινωνήσεις τώρα;
Κοινώνησε. Θέλεις νά πορνεύεις; Πόρνευε…
ἐγώ θά σ’ ἀφήνω νά κοινωνεῖς. Πολύ
καλός Πνευματικός… ἀναπαύει… Τί
ἀναπαύει; Κολάζει! Καί κολάζεται κι
αὐτός.
Λοιπόν,
δέν μιλᾶμε γιά αὐτούς. Θά σοῦ πεῖ κι
αὐτά πού δέν σ’ ἀρέσουν ἀλλά αὐτά πού
θέλει ὁ Θεός. Ἄν κάνεις ὑπακοή, θά
καθαριστεῖς. Ἄν δέν κάνεις ὑπακοή, θά
μείνεις μέ τά πάθη σου. Γι’ αὐτό βλέπετε
συνέχεια τί λέμε; «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων
Πατέρων ἡμῶν». Ἔτσι δέν λέμε; Εὔχεται
ὁ Πνευματικός καί μέ τίς εὐχές τοῦ
Πνευματικοῦ περνᾶς. Πότε εὔχεται ὅμως;
Ὅταν τόν ἀκοῦς. Ἅμα τόν σκᾶς… πάλι
εὔχεται, ἀλλά δέν σέ συμφέρει νά τόν
σκᾶς, νά κάνεις παρακοή. Μετά δέν ὠφελοῦν
οἱ εὐχές. Κάνει πάλι εὐχές ἀλλά πρέπει
κι ἐσύ νά συνεργήσεις, νά κάνεις κι ἐσύ
αὐτό πού μπορεῖς κι ἔτσι προχωράει ἡ
κάθαρση. Ἔρχεται ἡ χάρις δηλαδή. Γιατί,
τί λέει ὁ Χριστός; «Στούς ταπεινούς
δίνω χάρη» (Ἰακ. 4,6). Καί ποιός
εἶναι ὁ ταπεινός; Αὐτός πού δέν κάνει
τό θέλημά του, τόν λογισμό του, τήν σκέψη
του, ἀλλά αὐτός πού ὑποτάσσεται, πού
ὑπακούει καί λέει, πές μου Γέροντα, τί
νά κάνω τώρα; Καί κάνει ὑπακοή ἁπλά,
ὅσο κι ἄν φαίνεται αὐτό ἐξωπραγματικό,
τρελό, πού θά τοῦ πεῖ, ἀνεφάρμοστο…
Μά
πάτερ μου, λέει, γίνεται τώρα στήν ἐποχή
μας τό παιδί νά εἶναι ἁγνό; Καί στό λέει
μητέρα χριστιανή αὐτό… ἄντε νά
συννενοηθεῖς μετά. Δηλαδή ὁ Χριστός
μᾶς ζητάει πράγματα πού δέν γίνονται!
Δέν καταλαβαίνει ὅτι αὐτή τήν ὥρα
βλασφημάει τόν Χριστό. Γιατί αὐτό λέει,
ὅτι ὁ Χριστός ζητάει πράγματα ἀνέφικτα,
ἀνεφάρμοστα καί μετά θά σέ βάλει καί
στήν κόλαση. Ἄρα; Τί Θεός εἶναι Αὐτός;
Ἀπάνθρωπος. Ἤ λέει, πάτερ μου, δέν μπορῶ, ὁ ἄντρας μου μέ πιέζει, πρέπει νά
βάφομαι, νά φοράω παντελόνια.. ἀλλιῶς
μέ ἀπειλεῖ κ.λ.π. Καί ποιός σοῦ εἶπε
πώς ἡ ὑπακοή στόν ἄντρα εἶναι πάνω
ἀπ’ τήν ὑπακοή στόν Χριστό; Πιό πάνω
εἶναι ὁ ἄντρας σου ἤ ὁ Χριστός; Τά
ἔχεις ξεκαθαρίσει μέσα σου; Καταλάβατε;
Ἀλλά εἶναι προφάσεις. Τό θέλει καί ἡ
ἴδια, ἁπλῶς βάζει τόν ἄντρα της μπροστά.
Εἶναι αὐτό πού λέμε ὑποκρισία. Ζοῦμε
μέσα στήν ὑποκρισία καί στό ψέμα,
δυστυχῶς. Ὁπότε τό φάρμακο εἶναι ἡ
ὑπακοή.
Ἐρ. :
Πάτερ, εἴπατε γιά τίς
ἀντίθετες δυνάμεις πού παλεύουν, ὅταν
φεύγει ἡ ψυχή. Μήπως τό ζοῦμε κι ἐδῶ,
ὅταν δέν εἴμαστε μέ τόν Χριστό καί στήν
καθημερινότητα καί στήν ἐργασία μας
καί μπορεῖ μιά ὁλόκληρη ζωή νά εἶναι…
Ἀπ. :
Τό ζοῦμε κι ἐδῶ. Ἀλλά
μετά τόν χωρισμό ἀπό τό σῶμα θά ζοῦμε
πολύ πιό ἔντονα αὐτόν τόν διχασμό.
Ἔχετε ἀκούσει πού λένε, παλεύει μέ τόν
ἑαυτό του αὐτός; Τί θά πεῖ παλεύει μέ
τόν ἑαυτό του; Μέ τήν συνείδησή του. Τῆς
λέει ἡ συνείδησή της ὅτι δέν πρέπει νά
μοιχεύει καί αὐτή μοιχεύει. Ἀπ’ τήν
ἄλλη τό σῶμα, ἡ σάρκα, τά συναισθήματα,
τῆς λένε τά ἀντίθετα. Σκίζεται στή
μέση, διαλύεται ὁ ἄνθρωπος καί μετά
ἀρχίζουν τά ψυχολογικά, τά ἄγχη,
καταθλίψεις, τά χάπια… Βλέπετε; Γιατί
δέν θέλει ν’ ἀκούσει τόν Θεό. Ἔ, δέν
γίνεται νά περπατᾶς σέ δύο βάρκες μέ
τό ἕνα πόδι στή μία καί τό ἄλλο στήν
ἄλλη. Ποῦ θά πᾶς; Θά σκιστεῖς στή μέση.
Αὐτή εἶναι ἡ σχιζοφρένεια, ἡ πνευματική
σχιζοφρένεια. Καί δυστυχῶς πολλοί, καί
«χριστιανοί», προσπαθοῦν νά ζήσουν
ἔτσι καί βασανίζονται, ταλαιπωροῦνται
καί στό τέλος διαλύονται καί διαλύονται
καί τά παιδιά τους, γιατί τούς διδάσκουν
μιά τέτοια ὑποκριτική ἡμι-ζωή. Δέν
εἶναι ζωή αὐτό. Εἶναι μισή ζωή, λίγο
Χριστός λίγο κόσμος. Τίποτα δηλαδή.
Κόσμος. Ἡ χλιαρότητα, γιά τήν ὁποία
μίλησε ὁ Χριστός καί εἶπε «τούς χλιαρούς
θά τούς κάνω ἐμετό» (Ἀποκ. 3,16). Ὁ Θεός
νά μᾶς φυλάει ἀπό αὐτά.
Ἐρ. :
Εὐλογεῖτε πάτερ, τήν εὐχή
σας. Ἤθελα νά ρωτήσω κάτι πού ἀφορᾶ τό
«νά γνωρίσω τόν ἑαυτό μου»… εἶναι ἕνα
θέμα ἔτσι δύσκολο καί πολύπλοκο.
Ἀπ. :
Τό εἴπαμε λίγο. Ἄν γνωρίσουμε
τόν Χριστό, θά γνωρίσουμε τόν ἑαυτό
μας, τόν αὐθεντικό ἑαυτό μας. Γιατί τό
πρότυπό μας, τό κατασκευαστικό μας
πρότυπο, εἶναι ὁ Χριστός. Ἀγάπησε τόν
Χριστό καί τότε θά δεῖς πραγματικά
ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός ἑαυτός σου, ὁ
καλός ἑαυτός σου φυσικά. Τώρα, γιά νά
γνωρίσεις τόν κακό ἑαυτό σου, πάλι διά
τοῦ Χριστοῦ κι αὐτό θά γίνει, νά
γνωρίσεις τά πάθη σου δηλαδή, πού εἶναι
πολύ σημαντικό, νά βάλεις διάγνωση. Ἡ
ἀρχή τῆς θεραπείας εἶναι ἡ διάγνωση.
Νά ξέρεις τί πάθη ἔχεις, ποιές ἀρρώστιες
ἔχεις. Κι αὐτό θά γίνει βέβαια διά τοῦ
φωτός τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν ἀδιάλειπτη
προσευχή, ὁπότε ἔρχεται τό φῶς τοῦ
Χριστοῦ μέσα σου καί σοῦ δείχνει τά
λάθη σου. Φυσικά καί διά τοῦ Πνευματικοῦ.
Γιατί πολλές φορές δέν τά βλέπουμε.
Ἔρχονται ἄνθρωποι καί μοῦ λένε κάτι
κι ἐγώ βλέπω ἕναν ὀγκόλιθο ὑπερηφάνειας.
Τοῦ τό λέω εὐγενικά «μήπως εἶναι λίγο
ἀπό ὑπερηφάνεια;». Μέ κοιτάει ἔτσι
ἀπορημένα καί στό τέλος, μετά ἀπό πολλή
σκέψη μοῦ λέει, «πάτερ, ναί, πρέπει νά
’χω λίγη ὑπερηφάνεια»… Δηλαδή δέν τό
βλέπει. Καί ἐγώ δέν θέλω νά τούς τρομάξω,
νά τούς πῶ ὅτι βλέπω ὁλόκληρο ὀγκόλιθο.
Δέν τό βλέπουμε, γι’ αὐτό χρειάζεται
ὁ Πνευματικός νά μᾶς τό πεῖ, νά μᾶς τό
δείξει. Κι ἄν ἔχεις καλή διάθεση, θά
βοηθηθεῖς. Γι’ αὐτό εἶναι ὁ Πνευματικός,
δέν εἶναι νά σέ χαϊδέψει, νά σοῦ πεῖ,
ἔ παιδάκι μου, τί νά κάνουμε;… εἶναι ὁ
σταυρός σου…
«Πάει
μιά γυναίκα καί γκρινιάζει γιά τόν ἄντρα
της. Ἔ, τῆς λέει, εἶναι ὁ σταυρός σου.
Πάει καί ὁ ἄντρας λέει γιά τήν γυναίκα
του. Λέει, εἶναι ὁ σταυρός σου». Ἄρα
βολευτήκανε καί οἱ δύο. Καί οἱ δυό
ἀθεράπευτοι! Αὐτό εἶναι τό φάρμακο;
Ὄχι! Δέν εἶναι καλός Πνευματικός αὐτός.
Ὁ καλός Πνευματικός θά τῆς πεῖ, ἐσύ
φταῖς. Καί στόν ἄντρα θά πεῖ, ἐσύ φταῖς.
Καί δέν λέει ψέματα, ἀλήθεια λέει. Ἄν
ψαχτεῖ, θά δεῖ ποῦ φταίει. Φταίει πάρα
πολύ καί ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος. Ὅταν
πήγαιναν γονεῖς στόν Ἅγιο Πορφύριο
καί τοῦ λέγανε προβλήματα γιά τά παιδιά
τους, ἀμέσως τούς ἔλεγε ἐσεῖς φταῖτε,
δέν φταῖνε τά παιδιά. Τά λάθη σας κάνανε
ἔτσι τά παιδιά.
Ὁπότε,
γιά νά δοῦμε τόν ἑαυτό μας χρειάζεται
προσευχή, χρειάζεται νά θέλουμε νά τόν
δοῦμε, γιατί πολλοί δέν θέλουν νά δοῦν
τόν ἑαυτό τους καί ἕνα λεπτό νά μείνουνε,
δέν θέλουν νά ἡσυχάσουνε, νά δοῦνε μέσα
τους. Ἀνοίγουν τό κινητό, τήν τηλεόραση,
τή μουσική κ.λ.π. Δέν θέλουνε νά εἶναι
μόνοι τους. Γιατί; Γιατί ὁ ἑαυτός τους,
ἡ συνείδησή τους τούς καταδικάζει καί
δέν θέλουν νά βρεθοῦν τέτ-α-τέτ. Νά
θέλεις, λοιπόν, νά δεῖς εἰλικρινά τόν
ἑαυτό σου καί νά μή λές ψέματα στόν
ἑαυτό σου. Νά καθρεφτίζεις τόν ἑαυτό
σου στόν Χριστό καί στίς ἐντολές τοῦ
Χριστοῦ.
Νά
σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα ἐξωτερικό: Γιατί
κυρία μου ἐσύ πού εἶσαι 50-60 χρονῶν -καί
οἱ νέες- γιατί φορᾶς ἀνδρική ἐνδυμασία;
Γιά καθρέφτισε τήν συμπεριφορά σου στήν
Ἁγία Γραφή νά δεῖς τί λέει. Ἀπ’ τήν
Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα τό ἀπαγορεύει.
Γιατί τό κάνεις; Ἄν εἶσαι εἰλικρινής,
δέν θά βρεῖς δικαιολογίες, ὁ ἄντρας
μου.. θά μέ κοροϊδέψουν.. κρυώνω… Τίποτα.
Ὁ Χριστός δέν λέει τέτοια. Νά τό
παραδεχτεῖς, νά πεῖς, κάνω λάθος καί
δυσκολεύομαι, πάτερ, βοήθησέ με. Αὐτό
εἶναι τό σωστό. Βοήθησέ με νά τό ξεπεράσω,
αὐτό ναί, τό δέχομαι. Ὄχι νά δικαιολογηθεῖς.
Ἔτσι νά καθρεφτίσεις εἰλικρινά τόν
ἑαυτό σου στόν νόμο τοῦ Θεοῦ, στίς
ἐντολές τοῦ Θεοῦ, νά προσευχηθεῖς καί
μέ τή βοήθεια τοῦ Πνευματικοῦ, σιγά-σιγά
γνωρίζεις τόν ἑαυτό σου, γνωρίζεις τά
πάθη σου καί προχωρᾶς στή θεραπεία.
Ἐρ. :
Ἁπλά θά ἤθελα νά τοποθετηθεῖτε
στό ἑξῆς, στούς ἱερεῖς πού ἀναφέρονται
στόν Καζαντζάκη. Ποιός ὁ λόγος πού τόν
προβάλλουν καί τόν στηρίζουν κάποιοι
ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας; Τί εἶναι αὐτό,
πιστεύετε, πού φταίει; Δέν εἶναι
ἐνημερωμένοι; Δέν ἔχουν διαβάσει αὐτά
πού ἔχουν γραφτεῖ στά βιβλία του,
στόν καπετάν Μιχάλη καί στά
ὑπόλοιπα; Ὑπάρχει κάποιος δόλος ἀπό
πίσω; Εὐχαριστῶ πολύ. Γιατί ἔγινε καί
μιά ἐκδήλωση στή Φλώρινα γιά αὐτό τό
θέμα καί μάλιστα συμμετέχουν μαθητές
μας πού εἶναι ὅλοι χριστιανοί.
Ἀπ. :
Αὐτό πρέπει νά ρωτήσετε
τούς ἴδιους νά σᾶς τό ποῦν. Ἐγώ δέν
ξέρω τήν ψυχή τους. Ἀλλά πολύ φοβᾶμαι
ὅτι εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ. Ὄχι πολύ…
εἶμαι σίγουρος ὅτι εἶναι ἐκ τοῦ
πονηροῦ. Καί ὅπως προβάλλουν τόν
Οἰκουμενιστή, τόν μασόνο, τόν Ἀθηναγόρα
καί τόν τιμοῦν... καί τούς ἑπόμενους…
θά δεῖτε θά τούς βραβεύσουν. Ἤδη σέ μιά
ἐκκλησία στή Ρωσία τούς φτιάξανε τίς
εἰκόνες τους.
Λοιπόν,
κοιτάξτε, ἡ ἐποχή μας εἶναι πάρα πολύ
πονηρή. Πάρα πάρα πολύ! Καί πλέον μή
ψάχνετε στηρίγματα, ὄχι στό κράτος, ὄχι
στήν παιδεία, ὄχι στήν πολιτική, οὔτε
στήν Ἐκκλησία! Λυπᾶμαι πού τό λέω,
ἀλλά.. τό ἔλεγε ὁ π. Ἀθανάσιος ὁ
Μυτιληναῖος «σῶστε τόν ἑαυτό σας,
σῶστε καί τά παιδιά σας». Δέν γίνεται…
Πλέον καί ἐκκλησιαστικοί ἄνθρωποι
λένε φοβερά διεστραμμένα πράγματα καί
προβάλλουν διεστραμμένα πρότυπα. Τελεία
καί παύλα. Τό εἶπα λίγο καί στό κήρυγμα,
συνειδητά ὑπάρχουν ποιμένες πού
προσπαθοῦν νά ξεθεμελιώσουν τά πάντα,
μέσα ἀπ’ τίς ψυχές τῶν πιστῶν, νά μή
μείνει τίποτα ὄρθιο. Ξέρετε τί ἔλεγε
ἕνας φωτισμένος Γέροντας; Τό κατέθεσε
ὁ π. Αὐγουστίνος ὁ Καντιώτης, «στά
ἔσχατα χρόνια ὁ διάβολος θά ντύσει
παπάδες καί δεσποτάδες». Τά ὄργανά του
θά εἶναι ντυμένα μέ ἄμφια ἱερατικά
καί ἀρχιερατικά. Αὐτό γίνεται στήν
ἐποχή μας.
Ἐρ. :
…………………………..
Ἀπ. :
Ἀκριβῶς. Θά πλανοῦν αὐτούς
πού εἶναι τά ὄργανα τοῦ διαβόλου,
«ὅμοιος ὁμοίῳ ἀεί πελάζει». Ὁπότε
δέν μᾶς ἐκπλήσσουν ὅλα αὐτά. Νά ἔχουμε
μάτια ἀνοιχτά, νά εἴμαστε σέ νήψη, σέ
ἐγρήγορση, γιά νά μήν πλανηθοῦμε.
Βλέπετε λέει στήν Ἀποκάλυψη ὅτι ὁ
Ἀντίχριστος θά πλανήσει πολλούς. Τί
ἐννοεῖ; Ποιούς πολλούς; Τούς ἐκτός
Ἐκκλησίας θά πλανήσει; Αὐτοί εἶναι
ἤδη πλανεμένοι. Τούς ἐντός Ἐκκλησίας
θά πλανήσει, ἐμᾶς. Θά ἁρπάξει ἀπό τούς
χριστιανούς πάρα πολλούς. Γιατί θά
πλανηθοῦνε; Γιατί, λένε οἱ Πατέρες, δέν
θά ἔχουνε νήψη, δέν θά ἔχουνε ἐγρήγορση
πνευματική, δέν θά ζοῦνε δηλαδή μέ
μετάνοια, μέ νοερά προσευχή, μέ μελέτη
τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Μετά εἶναι πανεύκολο νά σέ πλανήσει ὁ
ἄλλος. Ὅταν δέν ξέρεις τά στοιχειώδη
τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, θά πλανηθεῖς βέβαια
καί αὐτόν πού εἶναι ὁ Ἀντίχριστος θά
τόν νομίσεις πώς εἶναι ὁ Χριστός.
Πῶς
θά ξεχωρίσεις τόν Ἀντίχριστο ἀπό τόν
Χριστό, ξέρετε; Ἀπό πάρα πολλά. Ὀφείλουμε
νά τά ξέρουμε. Τό πιό βασικό εἶναι ὅτι
ὁ Ἀντίχριστος θά ἔρθει ἀπό τή γῆ, ἐνῶ
ὁ Χριστός θά ἔρθει ἀπό τόν οὐρανό, τό
λέει σαφέστατα στήν Ἁγία Γραφή, καί θά
προπορεύεται ὁ Τίμιος Σταυρός. «Θά
ἀκοῦτε ὁ Χριστός ἐδῶ.. ἐκεῖ, μήν
πιστεύετε» (Ματθ. 24,23), τό ἔχει πεῖ ὁ
Χριστός, ἀλλά ποιός τά διαβάζει; Ὅταν
θά ’ρθει καί θά κάνει τά θαύματά του ὁ
Ἀντίχριστος, θά ποῦνε νάτος, αὐτός δέν
εἶναι; Μήπως ὁ Χριστός ἔκανε περισσότερα
ἀπ’ αὐτόν; Καί θά ’ναι ὁ Ἀντίχριστος.
Ζοῦμε
πολύ ἐπιφανειακά, δυστυχῶς. Γι’ αὐτό
σᾶς λέω, προσέξτε, δέν πρέπει νά παίζουμε
μέ τήν ψυχή μας οὔτε μέ τίς ψυχές τῶν
δικῶν μας ἀνθρώπων. Νά ἀνασκουμποθοῦμε,
νά ζήσουμε πνευματικά, μέ νήψη, μέ
προσευχή, μέ μελέτη, μέ ἀκρόαση τοῦ
λόγου τοῦ Θεοῦ, μέ τά μυστήρια, μέ τήν
ἄσκησή μας, γιατί ὑπάρχει μέγας φόβος
νά πλανηθοῦμε. Βλέπω, καί λυπᾶμαι πάρα
πολύ, τά νέα παιδιά. Πηγαίνουν στήν
Ἐκκλησία μέχρι τά 11-12… ντύνονται
παπαδάκια… ὅλα τά ἀγόρια στήν Ἑλλάδα
εἶναι παπαδάκια μέχρι τά 12. Μετά; Γίνονται
δαίμονες. Γιατί; Ἀπό πίσω εἶναι οἱ
γονεῖς. Δέν ζοῦνε σωστά οἱ γονεῖς,
ὁπότε τά παιδιά βλέπουν μιά ὑποκριτική
χριστιανική ζωή, ἕναν συμβιβασμό μέ
τόν κόσμο… σοῦ λέει τί; Τέτοιος νά γίνω
κι ἐγώ; Σάν τή μάνα μου καί τόν πατέρα
μου; Καί τά πετάει ὅλα.
Νά
ζοῦμε σωστά τόν Χριστό, μέ ταπείνωση,
μέ νήψη καί ἔτσι θά καταξιωθοῦμε ὡς
πρόσωπα, ὡς ἄνθρωποι καί ὅπως μᾶς
θέλει ὁ Χριστός νά ζήσουμε στήν
αἰωνιότητα.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου