Σήμερα, σκέφτηκα, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά παραμείνουμε λίγο σ’ αὐτό τό θέμα τοῦ θανάτου, μέ τό ὁποῖο ἀσχοληθήκαμε στίς τελευταῖες μας ὁμιλίες διαβάζοντας καί σχολιάζοντας κατά δύναμιν τά σχετικά κεφάλαια ἀπό τόν πρῶτο τόμο στόν Εὐεργετινό. Νομίζω ἔχει πολύ ἐνδιαφέρον τό πράγμα, ἀφενός μέν γιά τή σωτηρία μας καί γιά τό τί ἀκολουθεῖ μετά τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς μας, καί ἀφετέρου γιά νά μήν πέφτουμε θύματα δαιμονικῆς ἀπάτης, ἡ ὁποία σήμερα εἶναι πολύ διαδεδομένη. Ὑπάρχουν πολλά βιβλία, περιοδικά, βίντεο, ἐκπομπές, πού ἀσχολοῦνται μέ τίς λεγόμενες μεταθανάτιες ἐμπειρίες καί ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀντίληψη στόν προτεσταντικό κόσμο τῶν αἱρετικῶν, ὅτι ὅλα εἶναι πολύ καλά, σύμφωνα μέ τίς ἐμπειρίες πού ἔχουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι. Ὅλοι πηγαίνουν, κατά κανόνα, σ’ ἕναν πολύ ὡραῖο τόπο, συναντοῦν κάποιες «φωτεινές ὑπάρξεις» καί νιώθουν ἀγαλλίαση. Μετά, βέβαια, γυρίζουν πίσω καί τά διηγοῦνται αὐτά. Ἔχει σημασία νά μποροῦμε νά διακρίνουμε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί μέ τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ καί μέ τή γνώση τῆς Ὀρθόδοξης διδασκαλίας, οἱ λεγόμενες αὐτές πνευματικές ἐμπειρίες, πόσο εἶναι ἀπό τά πνεύματα τοῦ Θεοῦ, τούς Ἀγγέλους δηλαδή, καί πόσο εἶναι δαιμονικές.
Γι’ αὐτό, ἄς δοῦμε ἕνα παράδειγμα ἀπό τίς διηγήσεις τοῦ Μεγάλου Ἀρσενίου, γιά νά πάρουμε μία γεύση ἀπό ἐμφανίσεις Ἀγγέλων. Πρέπει ὁπωσδήποτε νά γνωρίζουμε, ὅτι οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι εἶναι κτίσματα, δημιουργήματα, ὅπως καί οἱ δαίμονες. Σέ καμιά περίπτωση δέν πρέπει νά ἀποδεχτοῦμε αὐτή τήν ταύτιση πού ὑπάρχει σέ πολλούς ὅτι καί ὁ Θεός εἶναι πνεῦμα καί τόν βάζουν στήν ἴδια σειρά μέ τά ἄλλα πνεύματα. Καμία σχέση δέν ἔχει ὁ Θεός μέ τούς Ἀγγέλους ἤ μέ τούς δαίμονες ὡς πρός τήν οὐσία Του. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος, αὐτά εἶναι κτιστά.
«Ὁ Μέγας Ἀρσένιος (4ος -5ος αἰ.), ὁ ἀρνητής κάθε σωματικῆς ἀπολαύσεως, εἶχε τή συνήθεια νά διηγεῖται στούς πατέρες ὠφέλιμες ἱστορίες καί ὀπτασίες του, τίς ὁποῖες ἀπέδιδε σέ ἄλλα πρόσωπα, γιά ν’ ἀποφύγει ὁ ἴδιος τήν κενοδοξία. Κάποτε, διηγήθηκε ὁ ὅσιος, ἕνας ἡλικιωμένος μοναχός, ἐνῶ καθόταν στό κελλί του, ἄκουσε ἀγγελική φωνή νά τοῦ λέει: - Βγές ἔξω, νά σοῦ δείξω τήν ἀξία τῶν ἔργων τῶν ἀνθρώπων. Βγῆκε ὁ μοναχός καί ἀκολούθησε τόν ἄγγελο σέ κάποιο τόπο, ὅπου ἕνας ἄνθρωπος ἔκοβε ξύλα. Ὅταν τελείωσε, τά ἔδεσε καί προσάθησε νά τά σηκώσει, ἀλλά δέν μπόρεσε. Ἄφησε τότε κάτω τό δεμάτι, πρόσθεσε κι ἄλλα ξύλα καί διαρκῶς συνέχιζε νά προσθέτει»1.
Βλέπουμε ἐδῶ κάτι, αὐτός ὁ μοναχός, δηλαδή ὁ Γέροντας, παίρνει μιά διδασκαλία ἀπό τόν ἅγιο Ἄγγελο πού τοῦ ἐμφανίζεται, ὁ ὁποῖος πάντοτε κάνει ὑπακοή στόν Θεό. Ποτέ οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι δέν κάνουν κάτι τό ὁποῖο δέν ἀρέσει στόν Θεό. Σέ ἀντίθεση μέ τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι ἐμφανίζονται πάλι σάν Ἄγγελοι, γιατί λέει ἡ Ἁγία Γραφή «μετασχηματίζεται ὁ διάβολος εἰς ἄγγελον φωτός»2, ἀλλά δέν διδάσκουν ψυχωφέλιμα πράγματα καί οὔτε βοηθοῦν τόν ἄνθρωπο στήν μετάνοια. Ἐδῶ τοῦ δείχνει κάποια πράγματα καί μετά θά τοῦ ἐξηγήσει καί τί σημαίνουν αὐτά καί θά δεῖτε πόσο ψυχωφέλιμα εἶναι.
«Προχώρησαν πιό κάτω καί δείχνει ὁ ἄγγελος στόν μοναχό ἄλλον ἄνθρωπο». Ἀφοῦ εἶδαν ἐκεῖνον, πού ἐνῶ δέν μποροῦσε νά σηκώσει τό δεμάτι, ἔβαζε κι ἄλλα ξύλα πάνω… τελείως τρελό πράγμα!.. βλέπουν ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο «πού ἀντλοῦσε νερό ἀπό ἕνα πηγάδι μέ τρύπιο κουβά. Καί ὅπως ἦταν φυσικό, μέχρι ν’ ἀνεβάσει τόν κουβά, τό νερό χυνόταν ὅλο». Κι αὐτό ἕνα μάταιο ἔργο πάλι.
«Πιό πέρα βλέπουν ἕναν μεγάλο ναό. Δύο καβαλάρηδες, κρατώντας ὁριζόντια ἕνα τεράστιο ξύλο, προσπαθοῦσαν γιά πολύ ὥρα νά μποῦν μέσα». Δύο καβαλάρηδες μέ ἕνα ξύλο προσπαθοῦσαν νά μποῦνε στόν ναό. «Δέν τά κατάφεραν ὅμως, γιατί οὔτε ἔσκυβαν», καβάλα δέν μπορεῖς νά μπεῖς, εἶναι χαμηλή ἡ πόρτα, «οὔτε τό ξύλο ἄφηναν». Ὁπότε τό ξύλο κόντραρε στήν πόρτα καί δέν μποροῦσαν νά μποῦν.
«Ἄκουσε τώρα πῶς ἐξηγοῦνται αὐτά, εἶπε ὁ ἄγγελος» καί ἀρχίζει ἀπό τό τελευταῖο. «Αὐτοί πού βαστοῦσαν τό ξύλο, συμβολίζουν ὅσους πιστεύουν πώς εἶναι δίκαιοι. Κι ἔτσι, γιά τήν ὑπερηφάνειά τους, μένουν ἔξω ἀπό τόν παράδεισο». Θυμηθεῖτε, δέν σκύβουν. Ποιός δέν σκύβει; Ποιός δέν ταπεινώνεται; Ὁ ὑπερήφανος. Ὁπότε, πίστευαν μέν ὅτι εἶναι δίκαιοι, ἀλλά δέν ἔμπαιναν οὐσιαστικά μέσα στήν ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία, ὅπως τήν ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Μπορεῖ νά εἴμαστε χριστιανοί κατ’ ὄνομα, ἔλεγε, ἀλλά ἄν δέν μποῦμε στήν ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία καί δέν γίνουμε ἀληθινά ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ καί ἐκκλησιαστικοποιημένοι, δέν μποροῦμε νά μποῦμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Συνεχίζει τήν ἑρμηνεία ὁ Ἄγγελος: «Ἐκεῖνος πού ἔβγαζε νερό μέ τό τρύπιο δοχεῖο, καλλιεργεῖ βέβαια τίς ἀρετές -νηστεία, προσευχή, ἐλεημοσύνη κ.ἄ.- ἀλλά εἶναι ἀνθρωπάρεσκος. Κι ἐπειδή τοῦ ἀρέσουν ἡ ἐπίδειξη κι ὁ ἕπαινος τῶν ἀνθρώπων, γι’ αὐτό δέν θά ἔχει καθόλου μισθό». Ἡ ἀνθρωπαρέσκεια, ἡ κενοδοξία, εἶναι σάν τό μυρμήγκι πού πάει καί κλέβει τό σιτάρι πού ἔχει μαζέψει ὁ θεριστής στό ἀλώνι. Ἔτσι καί ὁ διάβολος, ὅταν δεῖ κάποιον νά ἐργάζεται τίς ἀρετές, χαίρεται -ὁ διάβολος τῆς κενοδοξίας- γιατί ξέρει, ὅτι ἄν δέν προσέξει ὁ χριστιανός αὐτός, θά τοῦ κλέψει ὅλο τόν κόπο. Κι ἔτσι γίνεται πολλές φορές, χάνουμε τούς κόπους μας πού κάνουμε γιά τόν Θεό λόγω τῆς ἀνθρωπαρέσκειας, ἐπειδή προσπαθοῦμε νά ἀρέσουμε στούς ἀνθρώπους. Ὁπότε, παίρνουμε τόν ἔπαινό μας ἀπό τά μπράβο τῶν ἀνθρώπων καί δέν παίρνουμε τίποτε ἀπό τόν Θεό.
«Ἐκεῖνος, τέλος, πού δέν μποροῦσε νά σηκώσει τά ξύλα», καί ἐνῶ δέν μποροῦσε νά τά σηκώσει, ἔβαζε κι ἄλλα ξύλα στό δεμάτι του, «συμβολίζει καθένα πού ἔχει πολλές ἁμαρτίες, κι ἀντί νά τίς ἀποβάλλει μέ τή μετάνοια, προσθέτει κι ἄλλες». Βλέπετε, μία πολύ ρεαλιστική ὡραία εἰκόνα πού περιγράφει τήν πραγματικότητα. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι σήμερα, μήν εἴμαστε κι ἐμεῖς μέσα σ’ αὐτούς, ὄχι μόνο δέν μετανοοῦμε, ἀλλά βάζουμε καί ἁμαρτίες πάνω στίς ἁμαρτίες καί μετά λέμε, δέν μπορῶ.. ἔχω ἕνα βάρος ἐπάνω μου, κάτι μέ πλακώνει καί δέν νιώθω καλά, καί ἡ ζωή μου δέν εἶναι καλά κ.λ.π. γιατί δέν προσπαθοῦμε νά ξεφορτωθοῦμε καί νά ἀφαιρέσουμε ξύλα ἀπό τό δεμάτι μας, μέ τή μετάνοια νά ξεφορτωθοῦμε τίς ἁμαρτίες μας. Ὄχι μόνο δέν ξεφορτωνόμαστε, ἀλλά προσθέτουμε κι ἄλλες.
Κοιτάξτε τώρα ἀπό τήν ἄλλη μεριά, αὐτό πού λέει ὁ π. Σεραφείμ Ρόουζ, ὅτι συμβαίνει πολλές φορές αὐτοί πού πεθαίνουν νά συναντοῦν κάποιους δικούς τους, πού νομίζουν ὅτι εἶναι δικοί τους, δηλαδή συγγενεῖς τους, καί λένε καί στούς γύρω ἀπό αὐτούς ὅτι ἦρθε ὁ τάδε, ὁ τάδε... καί κάποιοι λένε ὅτι φεύγοντας συναντιῶνται μέ μία «φωτεινή ὕπαρξη καί ἀναγνωρίζουν τό φῶς αὐτό ὡς κάποια προσωπική ὕπαρξη, γεμάτη θέρμη καί ἀγάπη, ἡ ὁποία ἀσκεῖ μαγνητική ἕλξη στόν ἄνθρωπο, πού μόλις ἔχει πεθάνει». Τό ποιά εἶναι αὐτή ἡ ὕπαρξη «φαίνεται ὅτι ἐξαρτᾶται ἀπό τό θρησκευτικό ὑπόβαθρο τοῦ προσώπου στό ὁποῖο ἐμφανίζεται. Μερικοί τήν ἀποκαλούν «Χριστό», ἄλλοι «ἄγγελο»» κ.λ.π. Μάλιστα σέ μία περίπτωση αὐτή ἡ φωτεινή ὕπαρξη ρώτησε αὐτόν πού τήν ἔβλεπε, ἄν ἦταν ἕτοιμος νά πεθάνει. Ἀκόμα τόν ρώτησε «τί μπορεῖς νά μοῦ δείξεις ἀπ’ ὅσα ἔκανες στή ζωή σου;»3.
Μερικές φορές, θά τό δεῖτε καί στό διαδίκτυο ὑπάρχουν πάρα πολλές μαρτυρίες, καί σέ βιβλία, συνοδεύει τήν παρουσία αὐτῆς τῆς φωτεινῆς ὕπαρξης πού βλέπουν καί μία «ἀναδρομή στά περασμένα γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ ἀτόμου πού πεθαίνει. Ὡστόσο, αὐτή ἡ ὕπαρξη δέν ἐκφέρει ἀπολύτως καμιά «κρίση» σχετικά μέ τίς ζωές ἤ τίς πράξεις τους, ἁπλῶς τούς προτρέπει σέ ἕναν ἀπολογισμό τῆς ζωῆς τους»4.
Τί εἶναι ἄραγε ὅλα αὐτά;
Γιά νά τό ξεκαθαρίσουμε, πρέπει νά ποῦμε λίγα λόγια, γιά τό τί εἶναι οἱ Ἄγγελοι καί πῶς ἐμφανίζονται. Οἱ Ἄγγελοι λοιπόν, εἶναι δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, πνεύματα, ὄχι τελείως ἄυλα, τά ὁποῖα ἔχουν ἀποστολή ἀφενός μέν νά δοξολογοῦν τόν Θεό καί ἀφετέρου νά διακονοῦν τούς ἀνθρώπους. Βλέπουμε πάρα πολλές ἐμφανίσεις Ἀγγέλων -θά διαβάσουμε σχετικά- καί στήν Παλαιά Διαθήκη καί στήν Καινή Διαθήκη. Σέ ὅλες τίς ἐμφανίσεις οἱ Ἄγγελοι φανερώνονται μέ τήν ἴδια μορφή. Πῶς; Ὡς ἐξαστράπτοντες νεανίσκοι. Θυμηθεῖτε τούς Ἀγγέλους πού ἐμφανίστηκαν μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου στήν Ἁγία Μαρία τήν Μαγδαληνή, στίς Μυροφόρες κ.λ.π. ὡς ἐξαστράπτοντες νεανίσκοι, οἱ ὁποῖοι περιβάλλονται στολή λευκή καί ἔχουνε μιά τέτοια, ἄς ποῦμε, προσαρμογή καί τῆς λευκότητας καί τῆς ἀστραπομόρφου μορφῆς τους, ὥστε νά μπορεῖ νά τήν δεῖ ὁ ἄνθρωπος. Μειώνουν κατά κάποιο τρόπο τήν αἴγλη, τήν ἀκτινοβολία τους, γιά νά μπορέσει καί ὁ ἄνθρωπος νά τούς ἀντικρίσει.
Ἑπομένως, μιά πρώτη παρατήρηση εἶναι ὅτι αὐτά πού βλέπουμε στίς Δυτικές «ζωγραφιές» ὡς ἀγγέλους, κάτι μωράκια παχουλά κ.λ.π., πού λέγονται «ἐρωτιδεῖς» καί εἶναι ἀπό τήν εἰδωλολατρία, εἶναι παγανιστικῆς προέλευσης, δέν ἔχουν καμιά σχέση μέ τήν ἀλήθεια, δέν εἶναι Ἄγγελοι. Ὅπως καί ἡ ζωγραφική, γενικότερα, ἡ Δυτική δέν εἶναι εἰκόνα. Εἶναι μιά ἁπλή θρησκευτική ζωγραφική, γιατί κατά κανόνα, τά πρόσωπα πού ζωγραφίζουν ἐκεῖ, δέν ἔχουν καμιά σχέση μέ τό πρωτότυπο. Οὔτε ἡ Παναγία ἔτσι ὅπως τήν ζωγραφίζουν οὔτε ὁ Χριστός, ἀποτυπώνουν τό πραγματικό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας.
Πρέπει, ἐπίσης, ὁπωσδήποτε νά ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ὅτι τά πράγματα δέν εἶναι πνεῦμα-ὕλη, ὅπως ἔλεγε ὁ Καρτέσιος, καί τίποτα ἄλλο, καί ὅ,τι δέν εἶναι ὕλη εἶναι πνεῦμα. Ὄχι, ὑπάρχει καί κάτι ἄλλο πού εἶναι ἄκτιστο καί δέν εἶναι οὔτε ὕλη οὔτε πνεῦμα. Εἶναι ὁ Θεός, τόν Ὁποῖο δέν μποροῦμε νά βάλουμε στήν ἴδια κατηγορία μέ τά πνεύματα, τά ὁποῖα εἶναι δύο εἰδῶν, εἶναι οἱ Ἄγγελοι καί οἱ δαίμονες. Βέβαια, ὁ Θεός δέν ἔφτιαξε δαίμονες. Ὁ Θεός ἔφτιαξε μόνο Ἀγγέλους, ἀλλά κάποιοι ἀπό τούς Ἀγγέλους, ἐπειδή δέν ὑποτάχτηκαν στόν Θεό, ἐπαναστάτησαν, θέλησαν διά τοῦ ἀρχηγοῦ τους νά πᾶνε πάνω ἀπό τόν Θεό, γι’ αὐτό καί ἐξέπεσαν καί ἔγιναν σκοτεινοί δαίμονες.
Σήμερα, πού ὑπάρχει πολύ ἔντολο ἐνδιαφέρον ἀπό πολλούς γιά τό λεγόμενο μεταφυσικό καί τά διάφορα μεταφυσικά φαινόμενα, ὑπάρχει καί πολύ μεγάλο μπέρδεμα νά ξέρετε, καί οἱ ἄνθρωποι δέν ξέρουν νά διακρίνουν ποιοί εἶναι οἱ Ἄγγελοι, ποιοί εἶναι οἱ δαίμονες, τί εἶναι ἀνθρώπινο καί τί πηγάζει ἀπό τή φαντασία τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος μέ τή φαντασία μπορεῖ νά φτιάξει τέτοιες καταστάσεις πού νά θυμίζουν ἐμφανίσεις Ἀγγέλων καί δαιμόνων.
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει «ὡς πρός τίς Ἀγγελικές δυνάμεις ἡ οὐσία αὐτῶν εἶναι πνεῦμα ἀέριο ἤ ἴσως πῦρ ἄυλο. Γι’ αὐτό καί βρίσκονται σέ συγκεκριμένο τόπο καί καθίστανται ὁρατοί μέ τήν ἐμφάνισή τους σέ ἀξίους ὑπό τήν μορφή τῶν δικῶν τους σωμάτων»5. Ἕνα ἀκόμα πού πρέπει νά ποῦμε εἶναι ὅτι εἶναι σέ συγκεκριμένο τόπο οἱ Ἄγγελοι, δέν εἶναι πανταχοῦ παρόντες. Μόνο ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, λέει: «ὁ Ἄγγελος λέγεται ἀσώματος καί ἄυλος, ὅταν συγκρίνεται μέ μᾶς», πού ἔχουμε τό ὑλικό σῶμα. «Καθετί πού συγκρίνεται μέ τόν Θεό, τόν μόνο ἀσύγκριτο, βρίσκεται παχύ καί ὑλικό»6. Σέ σχέση μέ τόν Θεό καί οἱ Ἄγγελοι ἔχουν μιά παχύτητα, μιά ὑλικότητα, ἀλλά σέ σχέση μέ μᾶς λέμε ὅτι εἶναι ἄυλοι. Εἶναι κάτι πάρα πολύ λεπτό ὁ Ἄγγελος, ἀλλά πάντα σέ συγκεκριμένο τόπο καί ἔχει μία οὐσία, δέν εἶναι τελείως ἄυλος.
Βλέπουμε στήν Παλαιά Διαθήκη τόν Ἀρχάγγελο Ραφαήλ νά ἐμφανίζεται στόν Τωβία καί νά τόν συνοδεύει στό μακρινό του ταξίδι ὡς ἄνθρωπος. Ὁ Τωβίας θεωροῦσε ὅτι ἔχει δίπλα του ἕναν ἄνθρωπο, ἕναν συνταξιδιώτη. Στό τέλος τοῦ ἀποκαλύφθηκε ὅτι εἶναι ὁ Ἀρχάγγελος Ραφαήλ7.
Πάντοτε λοιπόν, οἱ Ἄγγελοι ἐμφανίζονται ὡς ἄνθρωποι, αὐτό πρέπει νά τό ξεκαθαρίσουμε. Αὐτές οἱ φωτεινές ὑπάρξεις πού βλέπουνε οἱ αἱρετικοί καί τῶν ἄλλων δογμάτων καί ἄλλων θρησκειῶν δέν εἶναι Ἄγγελοι, ἀλλά εἶναι δαίμονες. Δέν ἔχουν καθορισμένη μορφή. Εἶναι ἀκαθόριστο τό σχῆμα τους. Ἐνῶ, οἱ Ἄγγελοι, ὅπως ἐμφανίζονται στούς Ἁγίους μας καί μερικές φορές καί σέ κάποιους ἄλλους, ἔχουν συγκεκριμένη μορφή, καί ὁπωσδήποτε βοηθοῦν τούς ἀνθρώπους, τούς διδάσκουν, τούς ὁδηγοῦν κ.λ.π.
Ἀπό τήν ἄλλη, οἱ δαίμονες, ἐπειδή ἔχουν πείρα πολλῶν χιλιάδων ἐτῶν μετά τήν πτώση τους, μποροῦν νά προβλέψουν κάποια πράγματα, ὄχι ὅτι ἔχουν προφητική ἱκανότητα, ἀλλά ἀπό τήν πείρα πού ἔχουν. Ὅπως κι ἐμεῖς ἔχουμε κάποια πείρα. Ὅσο πιό πολλά χρόνια ζεῖ κανείς, ἔχει περισσότερη πείρα καί μπορεῖ νά εἰκάσει, νά ὑποθέσει, ὅτι αὐτό, ἔτσι ὅπως ἐξελίσσονται τά πράγματα, θά γίνει ἔτσι, καί νά τό πετύχει, νά τό βρεῖ, νά ἐπαληθευτεῖ. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἔχει προφητικό χάρισμα, ἀλλά μέ τήν πείρα πού ἔχει βρίσκει τί πρόκειται νά συμβεῖ. Τό ἴδιο καί οἱ δαίμονες. Ἐπίσης, ἐπειδή εἶναι πνεύματα, κινοῦνται ταχύτατα καί μποροῦνε πολύ γρήγορα π.χ. νά πᾶνε στήν Ἀμερική καί νά ἔρθουνε, ἄς ποῦμε, τό βράδυ στόν ὕπνο σου καί νά σοῦ δείξουν τήν θεία σου πού κοιμήθηκε. Ἐσύ δέν τό ξέρεις ἀκόμα. Τό πρωί θά τό μάθεις, καί λές, νά κοίταξε, μοῦ βγῆκε τό ὄνειρο! Δέν εἶναι ὅτι οἱ δαίμονες προέβλεψαν τόν θάνατο. Τόν εἶδαν τόν θάνατο, καί ἐπειδή εἶναι πιό γρήγοροι ἀπό τά ΜΜΕ μερικές φορές, σοῦ λένε πρῶτοι τό μήνυμα καί ἐσύ μαθαίνεις νά ἐμπιστεύεσαι τά ὄνειρα, πού εἶναι πολύ-πολύ ἐπικίνδυνο. Αὐτό θέλουν οἱ δαίμονες.
Ἐπίσης, ὅταν ἐμφανίζονται ἔτσι, ὡς φωτεινές ὑπάρξεις, ἀκόμα καί ὅταν δείχνουν κάτι ἔτσι σάν παράδεισο, εἶναι πάλι μπερδεμένο. Δέν εἶναι ὁ Παράδεισος αὐτό πού ἔχουν ὡς ἐμπειρία οἱ μή ἅγιοι καί οἱ ἐκτός Ὀρθοδοξίας, οἱ Προτεστάντες κ.λ.π. Εἶναι κάτι σάν παράδεισος, τό ὁποῖο μπερδεύεται μέ τόν ὑλικό κόσμο. Ἀφοῦ σέ μιά περίπτωση, ἔλεγε κάποια, ὅτι ἐκεῖ πού ἔβλεπε τόν παράδεισο καί τό πολύ δυνατό φῶς, μετά τήν ξύπνησε τό φῶς ἀπό τό παράθυρο πού ἔμπαινε. Δηλαδή, ὅλα αὐτά εἶναι δαιμονικές ἀπάτες, μ’ ἕναν πολύ σημαντικό σκοπό, πού πρέπει νά γνωρίζουμε: νά ἐξαπατήσουν ὄχι μόνο τούς ἴδιους, καί νά τούς ποῦνε, καλά εἶστε ἐκεῖ στήν αἵρεση πού εἶστε, ἐσεῖς οἱ Προτεστάντες… Ἀφοῦ λέτε θά σωθεῖτε, θά σωθεῖτε, ναί! Καί μέ τό πού πεθαίνετε νά! Βλέπετε καί τόν παράδεισο!... Ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά νά ἐξαπατήσουν καί αὐτούς πού θά τούς διηγηθοῦνε μετά τί εἶδαν. Ὁπότε καί οἱ ἄλλοι πού εἶναι περιλειπόμενοι, ἀκόμα δέν ἔχουν τέτοιες ἐμπειρίες, νά ἐπιδοθοῦν κι αὐτοί καί νά στηριχτοῦν ἀκόμα περισσότερο στήν πλάνη τους καί νά συνεχίζει ὁ διάβολος νά τούς ἐξαπατᾶ, ὅτι δέν χρειάζεται νά μετανοήσετε, καλά εἶστε ἐδῶ… βλέπετε κι αὐτός πού ἔφυγε καί ἦταν σάν κι ἐσᾶς, πῆγε στόν παράδεισο. Ἀφοῦ δέν χρειάζεται τίποτα νά σωθεῖτε, μόνο ἡ πίστη… ἔτσι λένε οἱ Προτεστάντες: τίποτα ἄλλο, ἀφοῦ πιστεύεις, θά σωθεῖς. Ἀλλά δέν εἶναι καθόλου ἔτσι τά πράγματα. Χρειάζονται καί τά ἔργα, χρειάζεται καί ἡ μετάνοια γιά νά σωθοῦμε.
Ἡ Ἁγία Θεοδώρα, τῆς ὁποίας ἡ διάβαση μέσα ἀπό τά ἐναέρια «τελώνεια» ἐξιστορεῖται στόν βίο τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ νέου, ἕνα πολύ καλό βιβλιαράκι πού περιγράφει τόν βίο τῆς Ἁγίας Θεοδώρας, διηγεῖται: «Ὅταν πιά μ’ ἐγκατέλειψαν οἱ δυνάμεις μου, εἶδα ξαφνικά δύο ἀκτινοβολοῦντες Ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, πού εἶχαν ὄψη λαμπρῶν νέων ἀνέκφραστης ὡραιότητας. Τά πρόσωπά τους ἦταν λαμπρότερα κι ἀπ’ τόν ἥλιο, ἡ ματιά τους γεμάτη ἀγάπη, τά μαλλιά τους λευκά σάν τό χιόνι, γύρω ἀπό τό κεφάλι τους ξεχυνόταν μιά χρυσή ἀνταύγεια, τά ἐνδύματά τους ἄστραφταν καί στό στῆθος ἦταν περιζωσμένοι σταυρωτά μέ ὁράρια»8. Βλέπετε; Ξεκάθαρα πράγματα. Αὐτή εἶναι γνήσια ἐμπειρία Ἀγγέλων. Ἐνῶ τά ἄλλα εἶναι ἀκαθόριστα, συγκεχυμένα καί δαιμονικά. Ἀλλά δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι, ὅταν μάλιστα δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι, καί Ὀρθόδοξοι νά εἶναι ἄν δέν ἔχουν γνώση τῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας περί τῶν Ἀγγέλων καί περί τῶν δαιμόνων, ὅπως πολλοί Ὀρθόδοξοι δέν ἔχουν, δέν μποροῦν νά διακρίνουν καί πέφτουν θύματα ἀπάτης δαιμονικῆς.
Ἕνας ἄλλος Ἅγιος, «Ὁ Ἅγιος Σάλβιος, ἐπίσκοπος Γαλατίας τόν 6ο αἰῶνα», λέει (πού ἔφυγε καί ξαναγύρισε): «ὅταν σειόταν τό κελλί μου πρίν τέσσερις ἡμέρες, καί μέ εἴδατε νά κείτομαι νεκρός, δύο Ἄγγελοι μέ ἀνύψωσαν καί μέ μετέφεραν στό πιό ψηλό σημεῖο τοῦ οὐρανοῦ».
Οἱ Ἄγγελοι αὐτοί ἔχουν ἀποστολή νά συνοδεύσουν τήν ψυχή τοῦ ἀποθανόντος στό μεταθανάτιο ταξίδι της. Δέν ὑπάρχει ἐπάνω τους τίποτε τό ἀσαφές», ὅπως στίς δαιμονικές ἐμπειρίες, «οὔτε ὡς πρός τή μορφή οὔτε ὡς πρός τίς ἐνέργειές τους. Ἔχουν ἀνθρώπινη μορφή, πιάνουν σταθερά τό «λεπτό σῶμα» τῆς ψυχῆς», καί ἡ ψυχή μας ἔχει ἔνα σῶμα πολύ λεπτό, ἔχει μία ὑλικότητα, μία οὐσία. Δέν εἶναι ἄυλη ἡ ψυχή μας. Οἱ Ἄγγελοι, λοιπόν, ὁδηγοῦν τήν ψυχή «καί τήν μεταφέρουν». Ἐνῶ οἱ δαίμονες δέν τό κάνουν αὐτό. Ἁπλῶς συναντῶνται καί τούς λένε κάποια πράγματα. Τίποτα ἄλλο. Ὁ Ἄγγελος ὀ ἀληθινός παίρνει τήν ψυχή στήν ἀγκαλιά του καί τήν ὁδηγεῖ στόν Θεό.
«Οἱ φωτοφόροι Ἄγγελοι πῆραν τήν ψυχή μου ἀμέσως στήν ἀγκαλιά τους. Ἀφοῦ μέ πῆραν ἀπό τό χέρι, μέ ἔβγαλαν στόν δρόμο περνώντας κατευθείαν μέσα ἀπό τόν τοῖχο τοῦ δωματίου…»9. Μπορεῖ πλέον ἡ ψυχή ὡς πνεῦμα νά περάσει καί μέσα ἀπό τούς τοίχους. Ἐκεῖνο πού μᾶς ἐμποδίζει τώρα νά περάσουμε μέσα ἀπό τούς τοίχους εἶναι τό σῶμα μας. Ἡ ψυχή μας περνάει.
«Τόν Ἅγιο Σάλβιο τόν «ἀνύψωσαν δύο Ἄγγελοι». Ὑπάρχουν πολλά ἄλλα παρόμοια παραδείγματα.
Δέν μπορεῖ, ἑπομένως, νά εὐσταθεῖ ὁ ἰσχυρισμός ὅτι τό «φωτεινό ὄν»», ἡ φωτεινή ὕπαρξη πού μιλήσαμε προηγουμένως, «πού ἐμφανίζεται στίς σύγχρονες ἐμπειρίες εἶναι ἕνας ὁδηγός Ἄγγελος, ἀφοῦ τό ὄν αὐτό δέν ἔχει συγκεκριμένη μορφή, δέν ὁδηγεῖ τήν ψυχή πουθενά, σταματᾶ γιά νά συνδιαλεχθεῖ μέ τήν ψυχή καί τῆς δείχνει σέ ταχύτατη ἀναδρομή τά περασμένα γεγονότα τῆς ζωῆς της. Δέν εἶναι πράγματι Ἄγγελος»10. «Αὐτός γάρ ὁ σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός»11. Καθετί πού ἐμφανίζεται ὡς ἄγγελος δέν σημαίνει ὅτι εἶναι καί ἄγγελος. Μπορεῖ νά εἶναι κάλλιστα καί δαίμονας καί, ὅπως θά ποῦμε πιό κάτω ἴσως ἐκτενέστερα, στήν κατάσταση τῆς πτώσης πού εἴμαστε τώρα, τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἁμαρτωλότητας, μέ τέτοια πνεύματα ἔτσι «φυσικῷ» τῷ τρόπῳ ἔχουμε τήν δυνατότητα νά ἐπικοινωνοῦμε, μέ τά πονηρά πνεύματα. Δυστυχῶς… γιατί ἔχουμε πέσει ἀπό τήν κατάστασή μας τήν φυσιολογική πού ζούσαμε μέσα στόν Παράδεισο πρίν ἁμαρτήσουμε. Ἐκεῖ εἴχαμε ἐπικοινωνία μέ τόν Κύριο καί τά ἀγαθά πνεύματα. Ἀπό τή στιγμή πού πέσαμε στήν παρακοή, πέσαμε στήν ἁμαρτία, ἀποκτήσαμε πλέον συγγένεια μέ τά ζῶα καί μέ τά πονηρά πνεύματα. Γι’ αὐτό καί τό πιό πιθανό, ὅταν κανείς ἔχει τέτοιες ἐμπειρίες, εἶναι ὅτι εἶναι δαίμονες, δέν εἶναι ἄγγελοι αὐτό πού βλέπει.
«Ἔτσι λοιπόν τά ὄντα αὐτά, ἀπό τή στιγμή πού δέν διαθέτουν κἄν τή μορφή Ἀγγέλων σίγουρα δέν μποροῦν νά ταυτισθοῦν μαζί τους. Αὐθεντικές συναντήσεις μέ Ἀγγέλους φαίνεται ὅτι σχεδόν ποτέ δέν συμβαίνουν στίς σύγχρονες «μεταθανάτιες» ἐμπειρίες»12, γιατί οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι κάνουν ὑπακοή στόν Θεό καί ἀποστρέφονται τήν ἀκαθαρσία καί τήν ἁμαρτία, ὅπως ὁ Θεός. Ἕνας ἄνθρωπος πού ζεῖ μέσα στήν αἵρεση καί πολύ περισσότερο μέσα στήν πλάνη, μέσα στήν εἰδωλολατρία, ὅπως εἶναι οἱ διάφορες θρησκεῖες, φυσικά εἶναι μέσα στήν ἀκαθαρσία καί δέν συγγενεύει μέ Ἀγγέλους, γιά νά πᾶνε νά τόν προϋπαντήσουν, νά τοῦ ἐμφανιστοῦν, νά μιλήσουν μαζί του κ.λ.π. Τό πιό πιθανό εἶναι ὅτι αὐτοί ὅλοι ἔρχονται σέ κοινωνία μέ δαίμονες.
«Εἶναι λοιπόν δυνατόν τό «φωτεινό ὄν», λέει ὁ π. Σεραφείμ, «νά εἶναι στήν πραγματικότητα ἕνας δαίμονας μεταμφιεσμένος ὡς ἄμορφος «ἄγγελος φωτός» προκειμένου νά βάλει σέ πειρασμό τόν ἑτοιμοθάνατο, ἀκόμα καί τή στιγμή κατά τήν ὁποία ἡ ψυχή ἀφήνει τό σῶμα;»13. Προφανῶς ναί, αὐτό εἶναι πού συμβαίνει. Καί αὐτό ἔχει τόν λόγο του. Ὁ διάβολος, ὅπως εἴπαμε, θέλει νά ἐξαπατήσει τόσο τούς ἴδιους ὅσο καί αὐτούς πού θά τούς ἀκούσουν μετά νά διηγοῦνται τήν ἐμπειρία τους, καί ἐμφανίζεται πολλές φορές ὡς κάτι καλό. Αὐτοί πού βλέπουν τήν φωτεινή ὕπαρξη λένε ὅτι αἰσθάνονται πολύ ὡραῖα καί ζεστά, μία ἀγάπη κ.λ.π.
«Ποιά εἶναι, ὅμως ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία σχετικά μέ τούς δαιμονικούς πειρασμούς κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου; Ὁ Μέγας Βασίλειος, ἑρμηνεύοντας τά λόγια τοῦ Ψαλμοῦ «σῶσόν με ἐκ πάντων τῶν διωκόντων με καί ῥῦσαί με, μήποτε ἁρπάσῃ ὡς λέων τήν ψυχήν μου»14. (Σῶσε με Κύριε ἀπό ὅλους τούς ἐχθρούς μου, οἱ ὁποῖοι μέ καταδιώκουν καί γλύτωσέ με ἀπό αὐτούς, καί μάλιστα ἀπό τόν ἀρχηγό τους γιά νά μήν ἁρπάση αὐτόν καί ὡς λέων ἄγριος κατασπαράξει τήν ζωή μου)», λέει: «Νομίζω ὅτι οἱ γενναῖοι ἀθληταί τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἀγωνίστηκαν σέ ὁλόκληρη τήν ζωή τους ἀξίως κατά τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν, ὅταν διαφύγουν ἀπό ὅλες τίς καταδιώξεις τους καί φθάσουν στό τέλος τῆς ζωῆς, ἐξετάζονται ἀπό τόν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος». Ὁ ἄρχοντας τοῦ αἰῶνος εἶναι ὁ διάβολος. «Καί, ἐάν μέν βρεθοῦν τραυματισμένοι ἀπό τούς ἀγῶνες τους, ἤ κάπως στιγματισμένοι, ἤ νά ἔχουν ἀποτυπώματα τῆς ἁμαρτίας, θά κρατηθοῦν αἰχμάλωτοι», γιατί συγγενεύουν μ’ αὐτόν τόν ἄρχοντα. «Ἐάν ὅμως βρεθοῦν ἀπρόσβλητοι καί ἀκηλίδωτοι, θά τούς ἀναπαύσει ὁ Χριστός, ἐπειδή εἶναι ἀνίκητοι καί ἐλεύθεροι. Παρακαλεῖ, λοιπόν, καί περί τῆς παρούσης καί περί τῆς μελλούσης ζωῆς» ἐξ ὀνόματος ὅλων μας πού ἀγωνιζόμαστε καί προσπαθοῦμε νά περάσουμε στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Γιατί λέει -ὁ Δαυίδ- σῶσε με ἐδῶ ἀπό τούς διῶκτες, λύτρωσέ με ἐκεῖ στόν καιρό τῆς ἐξετάσεως μήπως ὡς λέων ἁρπάξει τήν ψυχή μου»15. Ὁ καιρός τῆς ἐξετάσεως εἶναι ὁ καιρός πού ἀνεβαίνει ἡ ψυχή πρός τά πάνω καί περνάει τά ἐναέρια τελώνια. Ὅπως θά δοῦμε, οἱ δαίμονες κατοικοῦν στόν ἀέρα. Ἀπό τή στιγμή πού ἔπεσαν καί ἀπό ἄγγελοι ἔγιναν δαίμονες, κυκλοφοροῦν στόν ἀέρα, στήν ἀτμόσφαιρα, μεταξύ γῆς καί οὐρανοῦ. Καί τό πέρασμα τῆς ψυχῆς εἶναι αὐτό τό ἐπώδυνο στάδιο, πού ἐξαρτᾶται ἀπό τό ἄν θά ἔχει σωστή ζωή ὁ ἄνθρωπος ἤ δέν ἔχει, γιά τό ἄν θά κρατηθεῖ ἤ ὄχι ἀπό τόν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος καί τούς δαίμονες.
Παρακαλεῖ, λοιπόν, τήν ὥρα τῆς ἐξετάσεως νά μήν ἁρπάξει ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου τήν ψυχή του. «Καί αὐτά μπορεῖς νά τά μάθεις», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο πού ἔλεγε κατά τόν καιρό τοῦ πάθους Του, «νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου ἔρχεται, καί ἐν ἐμοί ἔξει οὐδέν»16 (ἔρχεται ὁ ἄρχοντας τοῦ κόσμου, ὁ διάβολος, καί δέν ἔχει ἐπάνω μου καμία δύναμη)17, γιατί δέν ἔχει τίποτα δικό του. Καί αὐτοί πού θά κρατηθοῦν, οἱ ψυχές πού θά κρατηθοῦν ἀπό τά ἐναέρια τελώνια καί ἀπό τόν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου, θά κρατηθοῦν, γιατί θά ἔχουν συγγένεια μέ τά τελώνια, μέ τούς δαίμονες. Θά ἔχουν ἔργα ἀμετανόητα, ἀνεξομολόγητα, τά ὁποῖα θά εἶναι δαιμονικά. Καί οἱ δαίμονες θά βροῦνε τά δικά τους πράγματα καί θά ποῦνε, ποῦ πᾶς; Ἐσύ εἶσαι δικός μας... κάτσε ἐδῶ! Γι’ αὐτό χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος νά ζήσει ἐπιμελημένα τήν μετάνοια, ὥστε νά μή βροῦνε τίποτα τά ἐναέρια τελώνια δικό τους, ὅταν θά ἀνεβαίνει ἡ ψυχή του πρός τά πάνω.
«Καί μάλιστα, δέν εἶναι μόνο οἱ χριστιανοί ἀγωνιστές πού ἔχουν ν’ ἀντιμετωπίσουν τή δοκιμασία ἀπό τούς δαίμονες κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, στίς ὁμιλίες του στό Κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, περιγράφει πολύ παραστατικά τί συνήθως συμβαίνει στούς κοινούς ἁμαρτωλούς κατά τόν θάνατό τους: «Διά τοῦτο λοιπόν καί εἶναι δυνατόν τότε ν’ ἀκούσεις πολλούς νά διηγοῦνται φοβερές ἱστορίες καί ὁράματα φρικτά, πού δέν μποροῦν οὔτε κἄν νά τά ἀντικρύσουν οἱ μελλοθάνατοι, καί τινάσσονται μέ μεγάλη ὁρμή πάνω στό κρεβάτι πού εἶναι ξαπλωμένοι καί βλέπουν μέ τρόμο τούς παρευρισκομένους, ἐπειδή ἡ ψυχή τους προσπαθεῖ νά εἰσχωρήσει βαθύτερα καί διστάζει ἐξαιτίας τοῦ φόβου ν’ ἀποχωρισθεῖ ἀπό τό σῶμα καί δέν ὑποφέρει τή θέα τῶν Ἀγγέλων πού ἔρχονται. Πραγματικά, ἄν κυριευόμαστε ἀπό φόβο, ὅταν ἀντικρίζουμε ἁπλῶς ἀνθρώπους φοβερούς, τί δέν θά πάθουμε, ὅταν δοῦμε ἀπειλητικούς ἀγγέλους», τουτέστι δαίμονες, «καί ἀδυσώπητες δυνάμεις νά καταφθάνουν, ἐνῶ ἡ ψυχή μας θά ἀποχωρίζεται ἀπό τό σῶμα μας καί θά σύρεται καί θά ὀδύρεται συνεχῶς ἄσκοπα καί μάταια;».
Στούς Βίους Ἁγίων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας συναντοῦμε πολυάριθμες ἀναφορές τέτοιων δαιμονικῶν ὁράσεων κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου, πού συνήθως ἀποσκοποῦν στό νά τρομοκρατήσουν τόν ἀποθνήσκοντα καί νά τόν κάνουν νά χάσει κάθε ἐλπίδα γιά τή σωτηρία του. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, γιά παράδειγμα, μιλᾶ γιά κάποιον πλούσιο ἄνδρα πού ἦταν ὑποδουλωμένος σέ πολλά πάθη -καί λέει-: «Φθάνοντας στά τελευταῖα του, τήν ὥρα ἀκριβῶς πού ἐπρόκειτο πιά νά βγεῖ ἀπό τό σῶμα, μέ ἀνοιχτά τά μάτια εἶδε βδελυρά καί κατάμαυρα πνεύματα νά παραστέκονται μπροστά του καί ἐπίμονα νά τόν βιάζουν γιά νά τόν ἁρπάξουν στά κλεῖθρα τοῦ ἅδη». Γρήγορα-γρήγορα νά τοῦ λένε, ἔλα μαζί μας.. «μέ θορυβώδεις θρήνους συγκεντρώθηκε ὅλη ἡ οἰκογένεια. Οἱ ἴδιοι, ὅμως, δέν μποροῦσαν νά δοῦν τά πονηρά πνεύματα, τῶν ὁποίων τίς πιέσεις τόσο ὀδυνηρά ἐκεῖνος ὑπέμενε, ἀλλά ἔβλεπαν τήν παρουσία τους μέ τήν ὁμολογία, τήν χλωμάδα καί τόν τρόπο ἐκείνου πού ἔσερναν. Ἀπό τήν φρίκη τῆς βδελυρῆς μορφῆς ἐκείνων περιστρεφόταν πέρα - δῶθε στό κρεβάτι… κι ὅταν ἀπό τό ὑπερβολικό σφίξιμο ἀπελπίστηκε πιά πώς θά μποροῦσε νά βρεῖ λίγη χαλάρωση, ἄρχισε μέ μεγάλες φωνές νά κραυγάζει: Ἀνακωχή τουλάχιστον μέχρι τό πρωί», ἀφῆστε με νά ζήσω τουλάχιστον μέχρι τό πρωί! «Ἀλλά ἐνῶ φώναζε αὐτά, μέσα στίς ἴδιες τίς φωνές του ἀποσπάσθηκε ἀπό τήν κατοικία τοῦ σώματος». Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος παραθέτει καί ἄλλα παρόμοια περιστατικά, ὅπως καί ὁ Βέδας στό ἔργο του "Ἱστορία τῆς Ἀγγλικῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἀνθρώπων".
Ἀκόμα καί στήν Ἀμερική τοῦ 19ου αἰῶνα τέτοιες ἐμπειρίες δέν ἦταν καθόλου ἀσυνήθιστες. Σέ μία ἀνθολογία σχετικῶν περιστατικῶν πού», λέει ὁ π. Σεραφείμ «κυκλοφόρησε πρόσφατα», στά δικά του χρόνια, «ὁ συγγραφέας ἔχει συγκεντρώσει πολλές διηγήσεις ὁραμάτων πού εἶχαν στό νεκρικό κρεβάτι ἁμαρτωλοί ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, μέ τίτλους ὅπως «Εἶμαι μέσα στίς φλόγες - βγάλτε με ἔξω!», «Ἄχ, σῶστε με! Μέ τραβᾶνε πρός τά κάτω!», «Πάω στήν κόλαση!», «Ὁ διάβολος ἔρχεται νά σύρει τήν ψυχή μου κάτω στήν κόλαση!», τέτοιες μαρτυρίες ἀπό θανάτους ἁμαρτωλῶν. Ἕνας, ὀνόματι Μούντυ, πού εἶχε βγάλει ἕνα βιβλίο, μέ τό ὁποῖο καί ἀσχολεῖται ὁ π. Σεραφείμ, «δέν μνημονεύει τίποτα παρόμοιο. Ὅλες οἱ ἐμπειρίες τῶν ἑτοιμοθανάτων πού περιέχονται στό βιβλίο του, μέ τήν ἀξιοσημείωτη ἐξαίρεση τῶν περιπτώσεων αὐτοκτονίας, εἶναι εὐχάριστες, εἴτε εἶναι Χριστιανοί εἴτε ὄχι»18. Τό γεγονός ἑρμηνεύεται, γιατί οἱ Ἀμερικανοί καί κατά βάση οἱ Προτεστάντες περιμένουν ὅτι θά πᾶνε ὅλοι στόν παράδεισο μόνο ἐπειδή πιστεύουν στόν Θεό. Καί ὁ διάβολος ἕτοιμος νά τούς ἐξαπατήσει, καί τούς ἐξαπατᾶ μ’ αὐτές τίς ὁράσεις τῶν φωτεινῶν μορφῶν καί κάποιων ψευτοπαραδείσων, τούς στερεώνει ἀκόμα βαθύτερα στήν πλάνη τους.
Ἀντίστοιχα, στίς Ἰνδίες, πού ἔχουν ἄλλο θρήσκευμα καί ἔνα ἄλλο ὑπόβαθρο στόν νοῦ τους, «τό ἕνα τρίτο τῶν ἀσθενῶν πού εἶδαν ὀπτασίες -μεταθανάτιες- βίωσαν φόβο, κατάθλιψη καί ἀγωνία, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἐμφάνισης τῶν «γιαμντού», ὅπως ὀνομάζονται οἱ ἄγγελοι θανάτου στόν Ἰνδουισμό»19. Οὐσιαστικά εἶναι δαίμονες. Ἔχει πάλι διάφορες ἑρμηνεῖες ἀπό αὐτούς. Βλέπουμε ὅτι οἱ ὀπτασίες πού βλέπουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι μακριά ἀπό τήν ἀλήθεια, ἀπό τήν Ὀρθοδοξία, ἐπηρεάζονται ἀπό τό τί εἶναι προδιατεθειμένοι νά δοῦν. Γι’ αὐτό στούς Ἀμερικάνους δείχνει ὅλα αὐτά πού σᾶς εἶπα, ὅλα καλά καί ὅλα ὡραῖα, στούς Ἰνδούς δείχνει αὐτά τά «γιαμντού» ἤ καί ἐμπειρίες κολάσεως ἤ καί μερικές φορές ψεύτικους παραδείσους. Ἔτσι ὁ διάβολος καί ἡ ἀπάτη του πηγαίνει «πολύ καλά» θά λέγαμε καί στούς μέν καί στούς δέ. Οἱ Προτεστάντες θεωροῦν τόν ἑαυτό τους ἤδη σεσωσμένο, ἐπειδή λένε ὅτι πιστεύουν, γι’ αὐτό καί οἱ δαίμονες τούς δείχνουν αὐτά, γιά νά παραμένουν στήν πλάνη τους καί δέν τούς δείχνουν τήν πραγματικότητα πού εἶναι ἡ κόλαση.
Κοιτάξτε ὅμως δαιμονικούς πειρασμούς σέ χριστιανούς ἀπό τά Συναξάρια. Ἡ Ἁγία Μαύρα, ἡ ὁποία εἶναι μάρτυς τοῦ 3ου αἰῶνα, μᾶς δίνει ἕνα τέτοιο παράδειγμα. «Ἀφοῦ εἶχε παραμείνει ἐννέα ἡμέρες σταυρωμένη μαζί μέ τόν σύζυγό της, Ἅγιο Τιμόθεο, ἡ Ἁγία Μαύρα δέχθηκε πειρασμό ἀπό τόν διάβολο». Ἡ Ἁγία Μαύρα, μᾶς λέει τό Συναξάρι, περιέγραψε τόν πειρασμό αὐτόν καί συνάμα στερέωνε τόν σύζυγό της καί τοῦ ἔλεγε: «Στάσου στερεός, στάσου παλικάρι, Τιμόθεε. Τά μεσάνυχτα βρέθηκα σέ ἔκσταση κι εὐθύς ἀμέσως πρόσεξα νά μέ ζυγώνει ἕνας ἄνθρωπος χαμογελαστός, πού κρατοῦσε στά χέρια ἕνα ποτήρι γεμάτο μέλι καί γάλα». Θυμηθεῖτε ἐννιά μέρες ἦταν πάνω στόν σταυρό ἡ ἁγία καί μετά δέχεται ἐπίθεση ἀπό τόν δαίμονα, ὁ ὁποῖος φαίνεται καλός ἄνθρωπος, χαμογελαστός! «Μοῦ τό ’φερε μέχρι τά χείλη, καί μοῦ εἶπε: Πάρτο καί ἀπόλαυσέ το. Ποιός εἶσαι καί ἀπό ποῦ ἔρχεσαι;, τόν ρώτησα». Ἡ Ἁγία ἤξερε. Εἶχε διάκριση, εἶχε γνώση πνευματική, δέν δέχθηκε ἀμέσως τό ὅραμα. Γιατί, ὅταν κανείς δέχεται ἀμέσως τούς δαίμονες καί τίς φανερώσεις τους, κινδυνεύει πάρα πολύ, παθαίνει σίγουρα ζημιά. Πρίν δεχτεῖς κάτι, πρέπει νά ξεκαθαρίσεις ἀπό ποῦ εἶναι. Εἶναι ἀπό τόν Θεό ἤ εἶναι ἀπό τόν διάβολο; «Ποιός εἶσαι καί ἀπό ποῦ ἔρχεσαι;, τόν ρώτησα. Ἄγγελος τοῦ Θεοῦ εἶμαι, μοῦ ἀποκρίθηκε. Ἄν εἶσαι τέτοιος πού λές, ἔλα νά κλαύσουμε μαζί καί νά προσευχηθοῦμε στόν Ἐσταυρωμένο». Δέν τόν πιστεύει. Δέν πῆγε... «Ξέρεις κάτι;, μοῦ λέει. Σέ λυπήθηκα νά σέ βλέπω πάνω στό ξύλο, δίχως τροφή». Ὄχι στόν σταυρό! Βλέπετε; Οὔτε τήν λέξη δέν λέει... στό ξύλο. «Θά τά καταφέρεις ἄραγε νά συνεχίσεις;». Ἡ Ἁγία: «Ποιός σ’ ἔστειλε νά μοῦ τά πεῖς αὐτά; Δέν ξέρεις ὅτι μέ τήν ὑπομονή, τήν ἐγκράτεια καί τήν προσευχή, ἀνεβαίνω τή σκάλα τοῦ ὕψους;», πηγαίνω στόν Θεό; «Ὤ, ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς λιώνει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μας. Τή στιγμή πού στήν προσευχή μου ἀνέφερα τόν λυτρωτικό σταυρό τοῦ Σωτῆρα μας, εἶδα νά στρέφει τό πρόσωπό του πρός τή Δύση. Τότε κατάλαβα». Δέν ἦταν Ἄγγελος. Οἱ Ἄγγελοι χαίρονται μέ τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ, δέν ἀποστρέφουν τό πρόσωπό τους. «Καί τή στερνή ἀκόμα τούτη ὥρα», λέει ἡ Ἁγία, «ἦλθε σάν ἄγγελος φωτός νἀ μᾶς ἀναστατώσει. Σέ λίγο ἡ ὀπτασία αὐτή ἐξαφανίστηκε»20. Νά μία ἄλλου εἴδους ἐμφάνιση τοῦ δαίμονα. Πῶς προσπαθεῖ νά ἐξαπατήσει!
«Μετά τήν ἐξαφάνισή του μ’ ἐπισκέφθηκε ἄλλος. Αὐτός μέ πῆρε στά χέρια του, μέ ξεσήκωσε καί μ’ ἔφερε σ’ ἕνα πλατύ ποτάμι». Ὅλα αὐτά βέβαια κατά φαντασία. «Ἀνάμεσα στίς ὄχθες του κυλοῦσε μέλι καί γάλα! «Σκύψε καί ἀπόλαυσε ὅσο λαχταρᾶς», μοῦ ψιθύρισε». Βλέπετε ὁ διάβολος προσπαθεῖ νά ἐκμεταλλευτεῖ τήν σωματική κόπωση. Ἐννιά ἡμέρες νά εἶσαι πάνω στόν σταυρό νηστική διψασμένη... «Στή δελεαστική του προσφορά ἀποκρίθηκα: Δέν πρόκειται νά γευτῶ μήτε νερό, μήτε ἄλλο εὔοσμο δροσιστικό ποτό, ἄν τά χείλη μου δέν ἀκουμπήσουν στό Ποτήρι τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ. Αὐτό τό ποτήρι σκορπᾶ σωτηρία καί ζωή. Ζωή ἀτελεύτητη. Ὁ καινούργιος μου ἐπισκέπτης ἔσκυψε στόν ποταμό, ἅπλωσε τίς παλάμες του καί ἤπιε, καί ξαφνικά ἐξαφανίστηκε, αὐτός μαζί καί τό ποτάμι»21. Ἦταν ὅλα δαιμονική ὀπτασία.
«Ἡ τρίτη ὀπτασία πού ἐμφανίστηκε στήν Ἁγία Μαύρα, αὐτή ἑνός ἀληθινοῦ Ἀγγέλου, θά ἀναφερθεῖ παρακάτω. Ἤδη, ὅμως, εἶναι φανερό ὅτι οἱ πραγματικοί Χριστιανοί ἀντιμετωπίζουν μέ μεγάλη ἐπιφύλαξη τίς «ἀποκαλύψεις» πού δέχονται κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου»22. Εἶναι ἡ πιό ἐπικίνδυνη ὥρα γιά τόν χριστιανό. Ἐκεῖ γίνονται οἱ πιό μεγάλες ἐπιθέσεις ἀπό τούς δαίμονες καί ὅλη μας ἡ ζωή οὐσιαστικά εἶναι μιά προετοιμασία γιά ἐκείνη τήν ὥρα.
«Ἡ ὥρα τοῦ θανάτου εἶναι πράγματι μία ὥρα δαιμονικῶν πειρασμῶν καί οἱ «πνευματικές ἐμπειρίες» πού βιώνουν οἱ ἄνθρωποι τήν ὥρα αὐτή, ἀκόμα κι ἄν φαίνονται νά εἶναι «μεταθανάτιες», πρέπει νά κρίνονται μέ τά ἴδια κριτήρια τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας μέ τά ὁποῖα κρίνονται ὁποιεσδήποτε ἄλλες «πνευματικές ἐμπειρίες». Κατά τόν ἴδιο τρόπο, τά «πνεύματα» πού ἐνδέχεται νά συναντήσει ὁ κάθε ἄνθρωπος αὐτήν τήν ὥρα πρέπει νά τά ὑποβάλλει στήν καθολική δοκιμασία, γιά τήν ὁποία μιλᾶ ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης»23. Τί λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στήν πρώτη του καθολική ἐπιστολή; «Δοκιμάζετε τά πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν, ὅτι πολλοί ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τόν κόσμον»24. Νά δοκιμάζετε τά πνεύματα ἐάν εἶναι ἀπό τόν Θεό, γιατί πολλοί ψευδοπροφῆτες βγῆκαν στόν κόσμο καί κυκλοφοροῦν ἀνάμεσά μας, καί δαίμονες καί ὄργανά τους. Λόγου χάρη, βλέπετε οἱ σύγχρονοι αἱρετικοί, οἱ ἰεχωβάδες γιά παράδειγμα, εἶναι μελιστάλακτοι καί λές, τί καλοί ἄνθρωποι, τί πραότητα ἔχουν... τούς βρίζεις καί δέν θυμώνουν! Ἀλλά εἶναι δαίμονες οὐσιαστικά, εἶναι ὑποχείρια τῶν δαιμόνων. Ἤ οἱ Οἰκουμενιστές οἱ αἱρετικοί, παναιρετικοί... κι ὅμως τούς βλέπεις νά μιλᾶνε μόνο γιά ἀγάπη... ἀγάπη, ἀγάπη, καταλλαγή, συμφιλίωση κ.λ.π. Βέβαια, ὅταν τούς πᾶς λίγο κόντρα, εἶναι ἕτοιμοι νά σέ φᾶνε… τήν ξεχνᾶνε τήν ἀγάπη!
Πρέπει, λοιπόν, νά δοκιμάζουμε τά πνεύματα. Κι αὐτοί πού ἐμφανίζονται σήμερα στήν Ἐκκλησία ὡς προοδευτικοί, ὄχι συντηρητικοί, νεωτεριστές, μεταπατερικοί θεολόγοι κ.λ.π., κι αὐτοί πάλι ἔχουνε μία γλώσσα πολύ ὄμορφη. Πολύ ὡραῖα τά λέει... Τί κατάλαβες; Δέν καταλαβαίνει καί πολλά πράγματα, γιατί τά λέει μπερδεμένα... ἀλλά τά λέει πολύ ὡραῖα! Ἔτσι κάνει ὁ διάβολος, μπερδεύει ἀλήθειες καί ψέματα γιά νά σέ ἐξαπατήσει. «Δοκιμάζετε τά πνεύματα». Πρέπει νά ἐξετάζεις, νά δεῖς, εἶναι ἀπό τόν Θεό ἤ μήπως εἶναι ψευδοπροφήτης; Καί ξέρετε ποιός θά εἶναι ὁ ψευδοπροφήτης στά χρόνια τοῦ Ἀντιχρίστου. Θά εἶναι αὐτός πού θά τόν διαφημίσει, θά τόν προωθήσει. Οἱ Πατέρες λένε ὅτι αὐτόν τόν ρόλο θά τόν παίξει κατεξοχήν ὁ Πάπας. Θά προωθήσει τόν Ἀντίχριστο. Καί βλέπετε καί ὁ Πάπας πῶς ἐμφανίζεται... Μελιστάλακτος, πράος ... ἀλλά ἀπό πίσω κρύβεται τό πονηρό πνεῦμα. Γιατί ἡ αἵρεση πάντοτε ἐμπνέεται ἀπό τά πονηρά πνεύματα.
«Μερικοί κριτικοί τῶν σύγχρονων «μεταθανάτιων» ἐμπειριῶν ἔχουν ἤδη ἐπισημάνει τήν ὁμοιότητα ἀνάμεσα ἀπό «φωτεινό ὄν» καί στά πνεύματα «ὁδηγούς» καί «φίλους» τοῦ μεντιουμιστικοῦ πνευματισμοῦ»25. Τά μέντιουμ οὐσιαστικά εἶναι ὑπηρέτες τῶν δαιμόνων καί ὁ πνευματισμός δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά μία δαιμονική ἀπάτη. Οἱ πνευματιστές ἰσχυρίζονται ὅτι μιλοῦν μέ τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων, ἀλλά δέν εἶναι οἱ ψυχές πού ἐμφανίζονται σέ μία πνευματιστική συγκέντρωση. Εἶναι δαίμονες, εἶναι πονηρά πνεύματα πού ἐμφανίζονται καί κάνουν αὐτά πού κάνουν. Καί αὐτά τοῦ πνευματισμοῦ συμβαδίζουν μέ αὐτά πού περιγράφουν ὡς φωτεινές ὑπάρξεις, ἔχουν ὁμοιότητες. Αὐτοί οἱ «ὁδηγοί» καί «φίλοι» τοῦ περιβάλλοντος τοῦ μεντιουμιστικοῦ σχετίζονται, ὁμοιάζουν μέ αὐτά πού ἐμφανίζονται ὡς φωτεινές ὑπάρξεις στούς ἀνθρώπους πού λένε ὅτι ἔχουν μεταθανάτιες ἐμπειρίες καί τίς διηγοῦνται καί δέν εἶναι μέσα στήν ἀλήθεια.
«Ἕνα πνευματιστικό κείμενο ἀναφέρει ὅτι «ἡ διδασκαλία τῶν πνευμάτων εἶναι σύμφωνη πάντα ἤ σχεδόν πάντα, μέ ὑψηλά ἠθικά κριτήρια». Τά λένε τώρα οἱ πνευματιστές, προσέξτε, αὐτοί οἱ ὀποῖοι ὑπηρετοῦν τούς δαίμονες καί καλοῦν τούς δαίμονες. Ὁ δαίμονας πολλές φορές ἐμφανίζεται ὡς δάσκαλος ἠθικῆς! «Ὅσον ἀφορᾶ τήν πίστη, δέχεται πάντοτε τήν ὕπαρξη Θεοῦ, διακρίνεται ἀπό εὐλάβεια πρός Αὐτόν, ἀλλά δέν ἐνδιαφέρεται ἰδιαίτερα γιά τά διανοητικά κατασκευάσματα πού ἀπασχολοῦσαν τόν νοῦ τῶν Ἐπισκόπων στίς Ἐκκλησιαστικές Συνόδους»»26. Προσέξτε, αὐτά τά λέει ἕνας πνευματιστής, ἕνα μέντιουμ. Ἐδῶ κάτι βλέπουμε. Τί; Ὁ διάβολος δέν ἀρνεῖται τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δέν μιλάει γιά Χριστό. Δέν μιλάει γιά δόγμα. Δέν μιλάει γιά Οἰκουμενικές Συνόδους. Βλέπετε; Σοῦ λέει, δέν ἔχουμε σχέση ἐμεῖς μ’ αὐτά, εἴμαστε ἀδογμάτιστοι. Οἱ μασόνοι εἶναι τέτοιοι. Οἱ μασόνοι δέν μιλᾶνε γιά Χριστό. Λένε γιά Θεό… ποιός εἶναι ὁ Θεός; Κατ’ αὐτούς εἶναι αὐτός πού ἔφτιαξε τό σύμπαν, ὁ Μέγας Ἀρχιτέκτων τοῦ Σύμπαντος. Ποιός εἶναι ὁ Μέγας Ἀρχιτέκτων τοῦ Σύμπαντος; Δέν τόν λένε. Ἀλλά ἅμα προχωρήσεις λίγο στό βάθος, θά τό βρεῖς. Θεωροῦν ὅτι εἶναι ὁ ἑωσφόρος, ὁ διάβολος. Ὁ ἥλιος, ὁ ὁποῖος φυσικά εἶναι εἰδωλολατρία, καί πίσω ἀπό τόν ἥλιο εἶναι ὁ Μπαθομέτ, ὁ διάβολος. Καί φυσικά αὐτοί λένε, πώς εἴμαστε ἀδογμάτιστοι, δεχόμαστε ὅλες τίς θρησκεῖες. Δέν θέλουμε τά δόγματα, γιατί -τάχατες- τό δόγμα χωρίζει… Διώχνουμε τό δόγμα γιά νά ἔχουμε ἀγάπη καί ἑνότητα. Αὐτή εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ διαβόλου καί αὐτή εἶναι καί ἡ διδασκαλία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ συγκρητισμοῦ. Ὁ Οἰκουμενισμός δέν εἶναι καινούριο «φροῦτο», πάντοτε ὑπῆρχε. Ἁπλῶς εἶχε ἄλλο ὄνομα, λεγότανε συγκρητισμός. Καί σήμερα λέγεται. Καί ὁ Οἰκουμενισμός δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά συγκρητισμός, εἶναι τό ἀνακάτεμα ὅλων τῶν θρησκειῶν. Αὐτό ἀκριβῶς θέλει νά κάνει ὁ διάβολος. Καί ὅταν θά ἔρθει πλέον ὁ Ἀντίχριστος, ἀφοῦ θά ἔχει ἑτοιμάσει τόν δρόμο του ὁ Οἰκουμενισμός καί ἡ Πανθρησκεία, θά ἔχει γίνει αὐτό τό ἀνακάτεμα ὅλων τῶν θρησκειῶν, καί ὅταν ἔρθει αὐτός, θά καταργήσει ὅλες τίς θρησκεῖες, κάθε σέβασμα, καί θά καθίσει ὁ ἴδιος ὡς θεός, στόν ναό τοῦ Σολομῶντος στά Ἱεροσόλυμα. Θά ἐμφανιστεῖ αὐτός ὡς θεός27.
Βλέπουμε λοιπόν ἐδῶ, οἱ ἴδιοι οἱ πνευματιστές πῶς ἀποκαλύπτουνε ὅτι εἶναι δαιμονικῆς προέλευσης ἡ διδασκαλία αὐτή «ἀφῆστε τά δόγματα, μόνο ἀγάπη». Πόσες φορές τό ἀκοῦμε;… Καλά λένε, τόσοι καλοί ἄνθρωποι δέν θά πᾶνε στόν παράδεισο; Ὄχι, δέν θά πᾶνε, γιατί στόν παράδεισο γιά νά πᾶς, πρέπει νά ἔχεις σχέση μέ τόν Χριστό. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ παράδεισος. Θά πρέπει νά ἔχεις ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό. Ἄν δέν ἔχεις ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό, δέν μπορεῖς νά πᾶς στόν παράδεισο. Ἕνας πού λέει τί Χριστός, τί Βούδας, τί Μωάμεθ… τό ἴδιο εἶναι, δέν ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό, γιατί βάζει στήν ἴδια μοίρα, στό ἴδιο ἐπίπεδο, τούς δαίμονες καί τά ὄργανά τους μέ τήν Ἀλήθεια καί τό Φῶς, τό σκοτάδι μέ τό Φῶς.
Στό ἴδιο αὐτό βιβλίο πού σᾶς εἶπα αὐτός ὁ πνευματιστής «δηλώνει ὅτι ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ «λέξη - κλειδί» καί «κεντρικό δόγμα» τῆς πνευματιστικῆς διδασκαλίας». Μόνο ἀγάπη! Καί σήμερα αὐτό λένε μόνο, καί οἱ Οἰκουμενιστές καί αὐτοί πού προωθοῦν τήν Πανθρησκεία κ.λ.π. «ἀγάπη, ἀγάπη... ἀφῆστε τά δόγματα, ἀφῆστε τήν ἀλήθεια, ἀφῆστε τήν πίστη.. ἀγάπη μόνο!».
««Ἡ θαυμάσια γνώση» μεταβιβάζεται ἀπό τά πνεύματα καί ὠθεῖ τούς πνευματιστές νά ἀναλάβουν τό ἱεραποστολικό ἔργο τῆς διάδοσης «τῆς ἰδέας ὅτι ἡ μετά θάνατον ζωή ἀποτελεῖ βεβαιότητα». Μεγάλη ἀλήθεια θά μᾶς ποῦνε οἱ δαίμονες! Τό ξέρουμε πολύ καλά ὅτι ὑπάρχει μετά θάνατον ζωή. Λένε, αὐτό εἶναι ἔργο τῶν πνευματιστῶν... θά μᾶς τό ποῦνε αὐτοί... Βλέπετε, πῶς ὁ διάβολος μπερδεύει τά πράγματα, ἀνακατεύει ἀλήθειες καί ψέματα γιά νά κερδίσει τήν ἐμπιστοσύνη. «Καί τέλος», λένε οἱ πνευματιστές, «ὅτι τά «ἀνώτερα» πνεύματα ὑπερβαίνουν τούς «περιορισμούς» τῆς ἀτομικῆς προσωπικότητας καί ἐνεργοῦν περισσότερο ὡς «ἐπιρροές» παρά ὡς πρόσωπα, πληρούμενα ὅλο καί περισσότερο μέ «φῶς»28. Δηλαδή δικαιολογοῦν ἐδῶ, αὐτό πού σᾶς εἶπα, τό ἀκαθόριστο. Ὁ διάβολος δέν εἶναι πρόσωπο. Γιατί; Γιατί δέν ἔχει σχέση μέ τό κατεξοχήν πρόσωπο πού εἶναι ὁ Χριστός. Ἔχει ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. Γι’ αὐτό καί φαίνεται ἀκαθόριστος καί αὐτή ἡ φωτεινή ὕπαρξη εἶναι ἀκαθόριστη. Καί ἐδῶ μᾶς λένε ὅτι αὐτό εἶναι μία ὑπέρβαση τῆς ἀτομικῆς προσωπικότητας καί δροῦν ἔτσι αὐτά τά πνεύματα ὡς «ἐπιρροές» μέ ὅλο καί περισσότερο «φῶς», τό ὁποῖο βέβαια εἶναι βαθύ σκότος.
«Πράγματι, οἱ πνευματιστές στούς ὕμνους τους κυριολεκτικά ἐπικαλοῦνται φωτεινά ὄντα». Αὐτά τά φωτεινά ὄντα πού βλέπουν στίς μεταθανάτιες ἐμπειρίες τά ἐπικαλοῦνται οἱ πνευματιστές καί λένε: «ἅγιοι λειτουργοί τοῦ φωτός! Κρυμμένοι ἀπό τή θνητή ὅρασή μας… Στεῖλτε τούς ἀγγελιοφόρους τοῦ φωτός, ν’ ἀποσφραγίζουν τήν ἐσωτερική ὅρασή μας»29. Ἔτσι καί ἀπό ὅλα αὐτά καταλαβαίνουμε ὅτι πίσω ἀπό αὐτές τίς φωτεινές ὑπάρξεις κρύβονται δαίμονες. Ἀλλά δυστυχῶς πολλοί, καί ἀπό τούς χριστιανούς ἀκόμα, ἐξαπατῶνται ἤ εἶναι ἕτοιμοι νά ἐξαπατηθοῦν βλέποντας τέτοια «φῶτα». Μπορεῖ νά τά δεῖ κανείς ὄχι μόνο τήν ὥρα τοῦ θανάτου, ἀλλά καί ἄλλη ὥρα καί νά νομίσει ὄτι εἶναι κάτι καλό. Ὅ,τι εἶναι φῶς δέν σημαίνει ὅτι εἶναι καί καλό. Ἄς φαίνεται ὅτι εἶναι φῶς... ὑπάρχουν καί δαιμονικά φῶτα. Κάποτε ὁ Ἅγιος Παΐσιος εἶχε δεῖ ἕνα τέτοιο φῶς, ὅταν βρισκόταν στό Σινά καί ἔκλεισε τά μάτια του. Περπατοῦσε στό σκοτάδι, δέν μποροῦσε ν΄ ἀνάψει κανένα φῶς ἐκεῖ στήν ἔρημο καί ὁ διάβολος πῆγε νά τόν «ἐξυπηρετήσει» καί τοῦ ἄναψε ἕνα φῶς… καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος τοῦ λέει, φύγε, δέν θέλω τά «φῶτα» σου! Γιατί ἡ ἐπαφή μέ τά πονηρά πνεύματα πάντοτε βλάπτει καί δέν πρέπει νά θέλουμε νά ἔρθουμε σέ κοινωνία μέ τά πονηρά πνεύματα οὔτε ἀπό περιέργεια οὔτε γιά κανέναν ἄλλο λόγο.
Καί κάτι ἀκόμα, αὐτοί πού ἔχουν τίς ἐμπειρίες μέ τίς φωτεινές ὑπάρξεις κ.λ.π. δέν ἔχουν πραγματική μετάνοια. Ἄν αὐτά τά ὄντα ἦταν Ἄγγελοι, σίγουρα θά ὁδηγοῦσαν τούς ἀνθρώπους στήν πραγματική μετάνοια, ὅπως τό βλέπουμε αὐτό στίς γνήσιες ἐμπειρίες. Καί στήν Κλίμακα γράφει τέτοιες περιπτώσεις, ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εἶδαν τόν ἄλλο κόσμο, κατά παραχώρηση Θεοῦ, εἶδαν τούς δαίμονες, εἶδαν τήν κόλαση, εἶδαν τούς Ἀγγέλους καί μετά εἶχαν τέτοια συγκλονιστική μετάνοια, πού κλείστηκαν μέσα στό κελί τους, ἔκαναν νηστεία συνεχόμενη, κατάλαβαν τή ματαιότητα αὐτῆς τῆς ζωῆς καί ἄλλαξαν ριζικά τόν τρόπο ζωῆς τους. Ὅταν εἶναι λοιπόν ἀπό τόν Θεό οἱ ἐμπειρίες αὐτές ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στή μετάνοια, ἐνῶ τά ἄλλα ἐμπεδώνουν τόν ἄνθρωπο στήν πλάνη του.
Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας σχετικά μέ τίς ἐμφανίσεις τῶν Ἀγγέλων καί τῶν δαιμόνων, γιά νά εἴμαστε προσεκτικοί. Πρῶτα ὁ Θεός, θά συνεχίσουμε, γιατί εἶναι πολύ μεγάλο τό θέμα. Ἄν θέλετε κάτι νά συζητήσουμε πάνω σ’ αὐτά…
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : …………………………
Ἀπ. : Ἐξαρτᾶται ἄν ἔχουν σώας τάς φρένας τους ἤ ὄχι οἱ αὐτοκτονοῦντες. Ἄν ξέρουν τί κάνουν δηλαδή.
Ἐρ. : Αὐτός ἦταν ἀξιωματικός τῆς πολιτικῆς ἀεροπορίας…
Ἀπ. : Ἐμεῖς γνωρίζουμε αὐτό πού εἶναι πρακτική τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, αὐτούς τούς ἀνθρώπους νά μήν τούς κάνουμε κηδεία οὔτε νά τούς θάβουμε μέσα στό Κοιμητήριο. Θά πεῖτε: αὐτό γιατί; Γιατί -προσέξτε- αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού αὐτοκτονεῖ, ἐφόσον ἔχει σῶες τίς φρένες του, δέν ἔχει χάσει τό μυαλό του δηλαδή, ξέρει τί κάνει, κάνει τήν πιό μεγάλη ἁμαρτία, στερεῖ τόν ἑαυτό του ἀπό τήν δυνατότητα τῆς μετανοίας καί αὐτό εἶναι ἀκριβῶς βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἀσυγχώρητη ἁμαρτία αὐτή. Δέν δίνει στόν ἑαυτό του τήν δυνατότητα νά μετανοήσει, ἀφοῦ ἀφαιρεῖ τή ζωή του. Γιατί μετάνοια εἶναι, ὅσο ἔχεις τό σῶμα. Ἀπό τή στιγμή πού θά ἀποχωριστεῖς τό σῶμα δέν μπορεῖς νά μετανοήσεις, ν’ ἀλλάξεις κατάσταση. Μετά μπαίνεις στόν κόσμο τῶν πνευμάτων καί ἀρχίζει ἡ ἐξέταση ἀπό τά ἐναέρια τελώνια. Ὅσο ἔχεις τό σῶμα, μπορεῖς νά μετανοήσεις. Ὅταν λοιπόν ἐσύ ἀφαιρεῖς βίαια τήν ζωή σου, στερεῖς ἀπό τόν ἑαυτό σου τήν δυνατότητα τῆς μετανοίας. Αὐτή εἶναι ἡ πιό φοβερή ἁμαρτία. Ἡ Ἐκκλησία τώρα φιλανθρώπως φερόμενη, προσέξτε, δέν εἶναι ἀπάνθρωπο αὐτό, εἶναι φιλάνθρωπο.. τί κάνει; Δέν θέλει νά ἐμπαίξει τόν Θεό, νά τόν φέρει αὐτόν στήν ἐκκλησία καί νά ἀρχίσει νά λέει «Κύριε, πάρε τόν δοῦλο σου, εἶναι ἐν μετανοίᾳ, εἶναι πρόβατο πού βρῆκε τόν δρόμο καί ἔρχεται κοντά Σου..». Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ;! Ἀφοῦ εἶναι ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, οὔτε πρόβατο εἶναι οὔτε βρῆκε τόν δρόμο. Ἔκανε ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, ἔφυγε ἀπ’ τόν δρόμο καί τό δήλωσε ἀπερίφραστα, ὅτι ἐγώ τό δῶρο σου, τή ζωή πού μοῦ ἔδωσες, δέν τή θέλω. Τήν πέταξε πίσω στόν Θεό... Εἶναι φοβερή ἁμαρτία. Καί τί κάνει τώρα ἡ Ἐκκλησία; Δέν θέλει νά ἐμπαίξει τόν Θεό καί τόν ἀφήνει αὐτόν τόν ἄνθρωπο ἄψαλτο, ἀδιάβαστο ὅπως λέμε, ἐκτός Κοιμητηρίου, στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, καί λέει, Θεέ μου, κι αὐτός δικό σου πλάσμα εἶναι.. καί μ’ αὐτή τήν ταπείνωση, γιατί εἶναι ταπείνωση αὐτό τό πράγμα, νά πάει ἀδιάβαστος, ἐλπίζουμε ὅτι αὐτή ἡ ταπείνωση μαζί μέ τίς προσευχές πού θά κάνουν αὐτοί πού εἶναι ἐδῶ, ὅσοι τόν ἀγαποῦσαν, ὅσοι τόν γνώριζαν, ἀλλά καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία, πού προσεύχεται ὄχι μόνο γι’ αὐτούς πού γνωρίζουμε ἀλλά καί γιά αὐτούς πού δέν γνωρίζουμε, θά τόν βοηθήσουν. Πρέπει νά προσευχόμαστε ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι τώρα γιά ὅλους τούς κεκοιμημένους καί γιά αὐτούς πού ἔχουν αὐτοκτονήσει. Ἐλπίζουμε μέ αὐτές τίς προσευχές νά βοηθηθεῖ κι αὐτός. Καί δέν ξέρουμε μετά πῶς θά λειτουργήσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἰσχύει γιά τούς αὐτοκτονοῦντες.
Ἄν τώρα ἔχει χάσει τό μυαλό του, δέν ξέρει τί κάνει, τότε ἀλλάζει τό πράγμα. Τότε τοῦ κάνουμε κηδεία κανονικά στό Κοιμητήριο, γιατί θεωροῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν ἤξερε τί ἔκανε, ὁπότε δέν ἔχει ἐνοχή γιά αὐτόν τόν τρόπο πού πέθανε, τῆς αὐτοκτονίας.
Ἐμεῖς μποροῦμε νά προσευχόμαστε. Στήν προσκομιδή δέν τούς βάζουμε, ἀφοῦ δέν τούς κηδεύουμε. Ἀλλά μποροῦμε νά κάνουμε κομποσκοίνι, στό σπίτι μας νά προσευχόμαστε γι’ αὐτούς καί ἐλεημοσύνες μποροῦμε νά κάνουμε νά ἐλεήσει ὁ Θεός τήν ψυχή τους.
Ἐρ. : Ἔχω ἐδῶ μία γραπτή ἐρώτηση: Ἐμεῖς ὡς Ὀρθόδοξοι χριστιανοί τή στιγμή λίγο πρίν τόν θάνατό μας εἴτε ἀπό ἀρρώστια εἴτε ἀπό ἀτύχημα, τί προσευχές νά ποῦμε; Πῶς νά φωνάξουμε τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί πῶς πρέπει νά ἐκφράσουμε τήν μετάνοιά μας ἐκείνη τήν ὥρα; Ἰδιαίτερα, ἄν μᾶς ἔχει δοθεῖ πολύ λίγος χρόνος προειδοποίησης ὅτι ἡ ψυχή μας ἀναχωρεῖ. Εἶναι μιά ἀπορία πού τήν κάνει ἕνας ἄνθρωπος ἑτερόδοξος πού πρίν ἀπό λίγα χρόνια ἔγινε Ὀρθόδοξος.
Ἀπ. : Τί προσευχή μποροῦμε νά κάνουμε; Ὁποιαδήποτε προσευχή πού νά ζητᾶμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με, τό πιό ἁπλό. Καί αὐτό ἔχει σημασία: ἄν κανείς ὅλη του τή ζωή προσεύχεται, ἀσκεῖται, προπονεῖται, εἶναι σάν τόν ἀθλητή πού γιά μῆνες ἑτοιμάζεται μέχρι τήν ὥρα πού θά πάει στούς ἀγῶνες. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ἑτοιμαζόμαστε ὅλη μας τή ζωή, προπονούμαστε μέ τήν προσευχή, ὁπότε ἐκείνη τή δύσκολη ὥρα εἴμαστε πάλι σέ ἑτοιμότητα καί γιά νά τρέξουμε σωστά, νά συνεχίσουμε τήν προσευχή πού κάναμε σ’ ὅλη μας τή ζωή. Νά μήν ξεχαστεῖς ἐκείνη τήν ὥρα καί φύγει ἡ μνήμη σου ἀπό τόν Θεό. Νά κολλήσεις στόν Θεό, αὐτό πρέπει ἐκείνη τήν ὥρα.
Καί βέβαια καλό εἶναι νά προσευχόμαστε νά μήν ἔχουμε αἰφνίδιο θάνατο, ξαφνικό θάνατο. Καί ἡ Ἐκκλησία μας τό ζητάει καί ἐμεῖς νά τό ζητᾶμε. Εἶναι καλύτερα γιά νά προετοιμαστοῦμε. Ἀλλά πάντοτε πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι. Νά μήν ἀφήνουμε τελευταία στιγμή τά πράγματα. Νά σκέφτομαι: εἶμαι τώρα ἕτοιμος νά φύγω; Ἄν σέ μία ὥρα ἔρθει ὁ Χριστός καί μοῦ πεῖ, πᾶμε, εἶμαι ἕτοιμος; Εἶμαι τακτοποιημένος; Αὐτό νά τό ἔχουμε πάντα μέσα μας. Ὁπότε καί δέν θά ἁμαρτάνουμε καί θά χαιρόμαστε μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ τή χαρά τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ὅταν κανείς μνημονεύει τόν Θεό, σκέφτεται τόν Θεό, χαίρεται. «Ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καί εὐφράνθην»30 λέει ὁ Προφητάναξ Δαβίδ.
Ὁπότε, ὁποιαδήποτε προσευχή μποροῦμε νά ποῦμε πού νά ζητᾶμε τό ἔλεος γιά τίς ἁμαρτίες μας, νά λέμε συγχώρεσέ με Θεέ μου, ἐλέησέ με. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ με, Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς. Καί ἐκείνη τήν φοβερή ὥρα καί κάθε ὥρα.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου