Ὁ Ἅγιος Γέροντας Πορφύριος ὅλα
τά λεγόμενα «ψυχολογικά» (δηλαδή τήν ἀνασφάλεια, τίς φοβίες, τό ἄγχος,
τήν κατάθλιψη κ.λ.π.) τά ἀποκαλεῖ πειρασμικά, δηλ. δαιμονικά. Διακηρύσσει
ὅτι εἶναι ἀποτελέσματα δαιμονικῶν ἐνεργειῶν, δαιμονικῶν ἐπηρρειῶν, τίς
ὁποῖες βέβαια «ἐγκολπώνεται» ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἐλεύθερη συγκατάθεση τοῦ
αὐτεξουσίου του.
Ἄς
προσέξουμε ἰδιαίτερα αὐτά πού ἔλεγε ὁ Ἅγιος σύγχρονος Στάρετς, που
παρουσιάσαμε στήν ἀρχή τοῦ πονήματός μας: Ἡ κατάθλιψη «εἶναι ἕνα αἴσθηµα
δυσάρεστο, τό ὁποῖο σέ καταλαµβάνει, καί σέ καθηλώνει. Οὔτε νά
σκεφθεῖς, οὔτε... Σκέφτεσαι αὐτό. Νοµίζεις ὅτι ἐσύ σκέφτεσαι σοβαρά
πράγµατα, ἐνῶ ἐσύ εἶσαι αἰχµάλωτος µιᾶς ἰδέας[34].
Ἔχω πολλά νά σᾶς πῶ πάνω σ’ αὐτά πού ἔχω ἰδεῖ στήν ζωή µου, ἀπό
ἀνθρώπους, πού κατείχοντο ἀπό τέτοια συναισθήµατα, δηλαδή σατανικά
συναισθήµατα. Δηλαδή ὁ διάβολος, ὁ κακός ἑαυτός µας, κατορθώνει καί
παίρνει ἀπό τήν µπαταρία τῆς ψυχῆς µας, πού ἔχει τήν δύναµη γιά νά
κάνοµε τό καλό, τήν προσευχή, τήν ἀγάπη, τήν χαρά, τήν εἰρήνη, τήν ἕνωση
µας µέ τόν Θεό.
Αὐτός κατορθώνει καί µᾶς παίρνει αὐτήν τήν ἐνέργεια καί
τήν κάνει θλίψη, κατάθλιψη, καί ξέρω κι ἐγώ πῶς τά λένε οἱ λεγόµενοι
ψυχίατροι. Ἐµεῖς
δέν τά λέµε ἔτσι· τά λέµε σατανική ἐνέργεια. Λέµε ἀκηδία, λέµε
λογισµοί, καί λέµε ὁ διάβολος τῆς ἀκηδίας, ὁ διάβολος τῆς πορνείας, ὁ
διάβολος, ὁ διάβολος, ὁ διάβολος... Διάφοροι διάβολοι, γιά κάθε σατανική
ἐνέργεια πού µᾶς δηµιουργοῦν»[35].
Τόνιζε δέ ὅτι «πραγματικά, ἡ θρησκεία μας τόν διάβολο τόν ἔχει κάνει
δόγμα. Ἅμα βγάλεις τόν διάβολο,... πᾶνε ὅλα τῆς θρησκείας μας»[36].
Μάλιστα ἐπεσήμαινε ὁ ὅσιος Γέροντας ὅτι «τά ἄυλα μικρόβια τῆς νευρασθένειας (ὑπονοόντας προφανῶς τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ὑλική ὑπόσταση, ἀφοῦ εἶναι πνεύματα-ἐκπεσθέντες ἄγγελοι) πετᾶνε· πετᾶνε ὅπως τά κουνούπια καί προσβάλλουν τήν ψυχή. (Ἔκανε ἀναπαράσταση τῆς πτήσεως τῶν μικροβίων αὐτῶν, κινώντας ἐκφραστικά τά δάχτυλα τοῦ χεριοῦ του)»[37].
Συμβούλευε δέ πνευματικό του παιδί, πού ἐξυπηρετοῦσε ἕναν νευροπαθῆ, νά προσέχει ὥστε νά μήν μολυνθεῖ καί αὐτό, λέγοντας: «Καλό εἶναι νά βοηθᾶς τόν νευροπαθή, ἀλλά πρέπει νά προστατεύεις καί τήν δική σου ψυχή μέ τήν χάρη τοῦ Χριστοῦ».
Τό πνευματικό παιδί του θά ἔπρεπε νά προσέχει, γιά νά μήν «κολλήσει»
τήν ἴδια ἀρρώστεια. Προφανῶς ὑπονοεῖ ὁ Ἅγιος Γέροντας τήν δαιμονική
ἐπήρεια, πού θά μποροῦσε νά δεχτεῖ ἄν δέν ἔχει νήψη καί προσευχή· ἄν
δέν φροντίζει νά βρίσκεται σέ συνεχή κατάσταση ταπείνωσης καί ἐν Χριστῷ
ἀγάπης.
Ὁμιλοῦσε ἑπομένως, ὁ διακριτικότατος καί πολυχαρισματοῦχος ὅσιος Γέροντας, γιά δαιμόνια,
τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν τόν νευροπαθῆ ἀλλά καί αὐτούς πού βρίσκονται κοντά
τους, διεγείροντας τά πάθη καί μάλιστα τόν ἐγωισμό.
Ἡ
ὑπερηφάνεια-ἐγωισμός εἶναι ἡ νόσος τοῦ ξεπεσμένου Ἑωσφόρου. Ἐξ αἰτίας
της ἔπεσε ἀπό τήν θέση του ὡς ἀρχαγγέλου, συμπαρασύροντας καί πολλούς
ἄλλους ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν δαίμονες.
Αὐτήν
τήν ἰδέα τῆς ὑπερηφάνειας-ἐγωισμοῦ τήν ὑποβάλλει ὁ διάβολος καί στόν
ἄνθρωπο. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος τήν ἀποδεχθεῖ, τότε συγγενεύει μέ τόν πονηρό·
τότε δέχεται τήν δαιμονική ἐνέργεια στήν ὕπαρξή του· γίνεται
ὑπερήφανος-ἐγωιστής καί ψυχικά ἄρρωστος.
Οἱ
«λεγόμενοι» ψυχίατροι ὅμως –σύμφωνα μέ τήν ὁρολογία τοῦ ἴδιου Ἁγίου
Γέροντα– παραποιοῦν τήν ἀλήθεια, ἀφοῦ δέν λένε ὅτι ἡ αἰτία τῆς
κατάθλιψης καί τῶν ἄλλων «ψυχολογικῶν» εἶναι: α) οἱ δαίμονες, πού παραπλανοῦν τόν ἄνθρωπο ὥστε νά κάνει κακή χρήση τῆς λύπης του καί β) τά πάθη, τά ὁποῖα πάλι δημιουργοῦνται καί ἐρεθίζονται ἀπό τούς δαίμονες (οἱ ὁποῖοι συνεργάζονται μέ τήν ἀνθρώπινη θέληση!).
Ὁ ὅσιος Γέροντας ὀρθά ὁμιλεῖ γιά «λεγόμενους»
ψυχιάτρους καί ὄχι γιά ἀληθινούς ψυχιάτρους, ἀφοῦ μόνον ὁ Χριστός καί ἡ
Ἁγία Του Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἀληθινός ἰατρός τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ
«ἄλλη γλώσσα» καί ὁρολογία τῶν «λεγομένων» ψυχιάτρων ὑπάρχει, διότι
ἀρνοῦνται τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου καί τῶν ἐνεργειῶν του.
Ἡ
πραγματικότητα εἶναι ὅτι κατορθώνει ὁ διάβολος νά παραπλανήσει τόν
ἄνθρωπο (νά διαβάλει «τάς ὁδούς Κυρίου τάς εὐθείας») καί νά τόν ὁδηγήσει
στό νά κάνει κακή διαχείρηση τῆς ψυχικῆς του ἐνέργειας. Ὁ ἄνθρωπος
«παραδίδει» ἑκουσίως τήν ψυχική του δύναμη στόν ἐχθρό. Κάνει κακή χρήση
τῆς λύπης, πού εἶναι δύναμη δοσμένη ἀπό τόν Θεό γιά νά μετανοήσει. Ὁ
ἄνθρωπος, ἀντί νά τήν χρησιμοποιήσει κατά Θεόν καί νά ὁδηγηθεῖ στήν
μετάνοια, κλείνεται (μέ παρακίνηση τοῦ πονηροῦ) στόν ἑαυτό του,
τρέφοντας τόν ἐγωισμό του, καί ὁδηγεῖται στήν κατάθλιψη.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
[37]Κωνσταντίνου Γιαννιτσιώτη, «Κοντά στον γέροντα Πορφύριο». Ἔκδοση Ἱεροῦ Γυναικείου Ἡσυχαστηρίου Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Ἀθήναι, 1995, σελ. 201.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου