Διάκριση τῶν παθῶν.
Ψυχικά
καί σωματικά
πάθη
Τά
πάθη διακρίνονται σέ ψυχικά καί σέ
σωματικά.
Τά μέν
συνδέονται κυρίως μέ τήν ψυχή· τά δέ
κυρίως μέ τό σῶμα.
Γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός:
«Ψυχικὰ πάθη εἶναι ἡ λήθη, ἡ ραθυμία
καὶ ἡ ἄγνοια.
Ἀπὸ
τὰ τρία αὐτὰ σκοτίζεται τὸ μάτι τῆς
ψυχῆς,
δηλαδὴ ὁ νοῦς, καὶ κυριεύεται ἀπὸ
ὅλα τὰ πάθη, τὰ ὁποία εἶναι:
Ἀσέβεια, κακοδοξία, δηλαδὴ ἡ κάθε
αἵρεση, βλασφημία, θυμός, ὀργή, πικρία,
ὀξυθυμία, μισανθρωπία, μνησικακία,
καταλαλιά, κατάκριση, λύπη χωρὶς λόγο,
φόβος, δειλία, φιλονικία, ζήλια, φθόνος,
κενοδοξία, ὑπερηφάνεια, ὑποκρισία,
ψεῦδος, ἀπιστία, πλεονεξία, φιλοϋλία,
ἐμπαθὴς προσκόλληση σὲ κάτι, σχέση μὲ
γήινα πράγματα, ἀκηδία, μικροψυχία,
ἀχαριστία, γογγυσμός, οἴηση, δολιότητα,
ἀναίδεια, ἀναισθησία, κολακεία,
ὑπουλότητα, εἰρωνεία, διβουλία,
συγκατάθεση σὲ ἁμαρτήματα τοῦ παθητικοῦ
μέρους τῆς ψυχῆς, καὶ συνεχής μελέτη
αὐτῶν, περιπλάνηση τῶν λογισμῶν, ἡ
μητέρα τῶν κακῶν φιλαυτία καὶ ἡ ρίζα
ὅλων τῶν κακῶν ἡ φιλαργυρία, κακοήθεια
καὶ πονηρία.
Σωματικὰ
πάθη εἶναι:
Γαστριμαργία, λαιμαργία, ἀπόλαυση,
μέθη, λαθροφαγία, ποικιλότροπη φιληδονία,
πορνεία, μοιχεία, ἀσελγεία, ἀκαθαρσία,
αἱμομιξία, παιδεραστία, κτηνοβασία,
κακὲς ἐπιθυμίες καὶ ὅλα τὰ παρὰ φύση
αἰσχρὰ πάθη. Κλοπή, ἱεροσυλία, ληστεία,
φόνος, ἡ κάθε σωματικὴ ἄνεση καὶ
ἀπόλαυση τῶν θελημάτων τῆς σάρκας,
καὶ μάλιστα ὅταν ἔχει ὑγεία τὸ σῶμα.
Μαντεῖες, οἰωνισμοί, κλυδωνισμοί, ἀγάπη
γιὰ στολίδια, κομπασμοί, νωθρότητες,
καλλωπισμοί, φτιασιδώματα τοῦ προσώπου,
ἀξιοκατάκριτη ἀργία, φαντασιώσεις,
τυχερὰ παιχνίδια, ἡ ἐμπαθὴς παράχρηση
τῶν τερπνῶν τοῦ κόσμου, ἡ φιλοσώματη
ζωὴ ποὺ παχαίνει τὸ νοῦ, καὶ τὸν κάνει
γήινο καὶ κτηνώδη, καὶ δὲν τὸν ἀφήνει
νὰ σηκωθεῖ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὶς
ἐργασίες τῶν ἀρετῶν»1.
Δυσλειτουργίες καί
ἐκτροπές πού συνιστοῦν τά διάφορα πάθη
Ὁ ἐμπαθής ἄνθρωπος εἶναι πλήρης ἀπό
ψυχοσωματικές δυσλειτουργίες καί
ἐκτροπές· συγκεκριμένα:
Τό αὐτεξούσιό του ἀντί νά κινεῖται
πρός τό Ἀγαθό, δηλ. πρός τόν Θεό, κινεῖται
ἀντίθετα· καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο ἐχθρό
τοῦ Θεοῦ. Ἡ κακή χρήση τοῦ αὐτεξουσίου
ὁδηγεῖ στήν κακή χρήση καί ὅλων τῶν
ἄλλων ψυχικῶν καί σωματικῶν του
δυνάμεων.
Ἀντί νά μιλᾶ μέ τό λογιστικό (τον νοῦ)
του στόν Θεό, κυριαρχώντας στήν λογική,
ὑποδουλώνει τόν νοῦ στήν λογική-διάνοια
γινόμενος ὑπερήφανος καί «ἀντιτασσόμενος»
τοῦ Θεοῦ.
Ἀντί νά κατευθύνεται μέ ὅλη του τήν
βούληση-θυμικό πρός τόν Θεό, ὁρμᾶ
ἐναντίον τῶν συνανθρώπων του.
Ἀντί νά ἐγκρατεύεται, ὁπότε θά ἀπολάμβανε
ψυχοσωματική ὑγεία, ἐπιδιώκει τίς
σαρκικές ἀπολαύσεις γινόμενος κτηνώδης.
Ἀντί νά κινηθεῖ μέ ὅλη του τήν ἐπιθυμητική
δύναμη καί νά «ποθήσει» τόν Θεό, κινεῖται
πρός τά κτίσματα καί γίνεται εἰδωλολάτρης.
Ἀντί νά κατευθύνει ἀδιάλειπτα τόν νοῦ
του πρός τό Ὑπέρτατο Ἀγαθό καί τήν
ἀνωτέραν πασῶν τῶν ἡδονῶν, πού εἶναι
ὁ ἴδιος ὁ Θεός, τόν ὑποδουλώνει στίς
αἰσθήσεις, στίς ἡδονές πού ἔρχονται
μέσῳ αὐτῶν καί στήν φαντασία.
Ἔτσι, γίνεται δοῦλος τοῦ περιβάλλοντός
του, τῶν αἰσθήσεων καί τῶν ἐμπαθῶν
μνημῶν πού ἔχουν ἀποταμιευθεῖ στήν
φαντασία. Ὁ ἄνθρωπος καθίσταται
φιλήδονος, λογικοκρατούμενος καί τελικά
ἀγνοών τόν Θεόν (ἄθεος).
Τό ἄ-λογο καί ἐνστικτῶδες (ζωῶδες)
στοιχεῖο κυριαρχεῖ. Ἡ αἰτία εἶναι
ὅτι δέν ὑπάρχει κοινωνία τῆς ψυχῆς
μέ τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἄ-Λογος
διότι δέν κοινωνεῖ μέ τόν Θεό-Λόγο.
Στήν ἐμπαθή κατάσταση ὁ ὅλος ἄνθρωπος
δυσλειτουργεῖ. Ψυχικά καί σωματικά
πάσχει. Ζεῖ μία τραγικότητα, ὅπως τήν
περιγράφουν ὄχι μόνο οἱ ἐκκλησιαστικοί
Πατέρες ἀλλά καί οἱ σύγχρονοι φιλόσοφοι,
συγγραφεῖς καί διανοούμενοι. Αὐτοί
μάλιστα φθάνουν νά ἰσχυρίζονται ὅτι
δέν ὑπάρχει εὐτυχία καί ἀληθινή χαρά2.
Ὄντως δέν ὑπάρχει ἀληθινή χαρά ἐκεῖ
πού τήν ψάχνουν οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου.
Ὑπάρχει μόνο ἐντός τῆς Ὀρθόδοξης
Ἐκκλησίας, στήν ἕνωση τοῦ ἀνθρωπου
μέ τό ἀρχέτυπό του τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου